Ψαλμ. 122,1

Δευτέρα 23 Αὐγούστου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Πρός σὲ ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Πρός σέ καί ὄχι εἰς ἄλλον ἔχω ὑψωμένους τούς ὀφθαλμούς μου, ὁ ὀποῖος κατοικεῖς εἰς τόν οὐρανόν (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ (β)

    "Γιατί ὅσο κι ἄν τό ξέρουμε, ὅτι δέν μποροῦμε νά κάνουμε μόνοι μας τίποτε καί ὅτι μόνον ὁ Θεός μπορεῖ νά μᾶς σώση, ἐν τούτοις τό ξεχνοῦμε συνήθως. Παρασυρόμαστε ἀπό τήν καθημερινότητα τῆς ζωῆς καί προσηλώνουμε συχνά  πυκνά τά μάτια μας στήν γῆ. Ἄλλοτε στηριζόμαστε στίς δυνάμεις καί στίς ἱκανότητες τίς δικές μας καί ἄλλοτε περιμένουμε βοήθεια ἀπό ἰσχυρά πρόσωπα τοῦ κόσμου, ἄρχοντας καί πολιτικούς. Τό ἀποτέλεσμα ὅμως συνήθως εἶναι νά διαψευδώμαστε καί νά μένουμε τελικά ἀβοήθητοι μέ συντροφιά τήν θλῖψι καί τόν πόνο.
    Γι’ αὐτό καί συμβουλεύει ὡς ἑξῆς τόν καθένα μᾶς ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης:  "Καί σύ, ἀδελφέ, ἐάν τύχῃ νά σοί ἀκολουθήσῃ καμμία θλῖψις ἤ δυστυχία ἤ ἀσθένεια ἤ καταδρομή, ἅφες τήν γῆν καί τά γήινα καί τήν τῶν ἀνθρώπων βοήθειαν… καί σήκωσαι τά ὀμμάτια σου εἰς τόν οὐρανόν καί ἐπικαλέσου μέ θερμότητα τήν βοήθειαν τοῦ Θεοῦ… νά ἐκτείνῃς δέ εἰς αὐτόν καί τά ἐξωτερικά ὀμμάτια τοῦ σώματος καί τά ἐσωτερικά της καρδίας· διότι εἰς ταῦτα ἐπιβλέπει ὁ Θεός περισσότερον παρά εἰς τά τοῦ σώματος· καί μάλιστα ὅταν τά ἴδη νά ἐκτείνωνται μέ σχῆμα λυπηρόν, μέ συντετριμμένην καρδίαν καί μέ τεταπεινωμένον φρόνημα    ( Νεα Κλῖμαξ 76).
    Ὁ ἄνθρωπος, ἔλεγε κάποιος ἀρχαῖος σοφός, εἶναι "ούρανοφύτευτον δένδρον". Μᾶς φύτευσε ὁ Θεός τοῦ οὐρανοῦ στήν γῆ καί διέπλασε ἔτσι τό σῶμα μας, ὥστε νά ἔχη ὄρθιο σχῆμα καί ἀνάστημα καί νά αὐξάνη πρός τόν οὐρανό. Ἐξ ἄλλου καί ἡ λέξις "ἄνθρωπος" προέρχεται ἀπό τήν σύνθεσι τῶν δύο λέξεων "ἄνω" καί "θρώσκω", πού σημαίνουν στρέφομαι, ἀναπηδῶ πρός τά ἄνω.
Καί ἡ διάπλασίς μας δηλαδή ἡ σωματική καί ἡ ὀνομασία μας μᾶς ὑπενθυμίζουν ὅτι τότε βρισκόμαστε στήν φυσιολογική μας κατάστασι καί τότε ζοῦμε ἀληθινά ἀνθρώπινα‚ ὅταν δέν εἴμαστε στραμμένοι μόνο καί πάντα πρός τήν γῆ, ὅπως τά ζῷα, ἀλλ’ ὅταν ὑψώνουμε τό εἶναι μας πρός τόν οὐρανό. Ὅταν παίρνουμε δηλα- δή τά μάτια μας ἀπό τό χῶμα, ἀπό τά οἰκόπεδα, τά κτίρια, τά πλούτη, τούς ἄρχοντας καί τά ὑψώνουμε πρός τόν Πλάστη καί Θεό μας.
     Θά θελήσουμε ἆραγε κι ἐγώ καί σύ, ἀδελφέ μου, νά προσέξουμε βαθύτερα τό μήνυμα τῶν λόγων αὐτῶν τοῦ Ψαλμωδοῦ; Καί θά παύσουμε ἐπί τέλους νά μένουμε προσηλωμένοι στά ἐγκόσμια;
     Ἄν πάντως θέλουμε νά μή λυγίζουμε στίς δυσκολίες τῆς ζωῆς καί νά ζοῦμε ἀληθινά σάν ἄνθρωποι, μή ξεχνοῦμε ποτέ τά λόγια αὐτά τοῦ Ψαλμοῦ‚ πού τά ψάλλει ὡραιότατα μέ κάποια παραλλαγή καί ἡ Ἐκκλησία μας:, "Ἐν τῷ οὐρανῷ τούς ὀφθαλμούς μου αἴρω πρός Σε, Λόγε· οἴκτιρόν με ἵνα ζῶ Σοι". ( Ἀπό τό περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ", τόμος 1987, σ. 285)