Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου 2010
ΚΕΙΜΕΝO
«Εὔξασθε καὶ ἀπόδοτε Κυρίῳ τῷ Θεῷ ἡμῶν· πάντες οἱ κύκλῳ αὐτοῦ οἴσουσι δῶρα »
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Ποιήσατε εὐχάς καί ταξίματα καί ἀποδώσατε ταύτας ὡς χρέος ὀφειλόμενον εἰς τόν Κύριον τόν θεόν μας. Πάντες οἰ κυκλοῦντες αὐτόν λαοί θά φέρουν δῶρα διά νά τόν ἐξευμενίσουν» (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")
ΣΧΟΛΙΟ (α)
«Ὅταν νικήθηκαν οἱ Ἄσσυριοι, ποὺ εἶχαν ἐπιτεθῆ, ὅπως ἐλέχθη στὸν προηγούμενο Ψαλμό, ἐναντίον τῆς Ἱερουσαλήμ, ὁ ἐμπνευσμένος Ψαλμωδὸς συνέθεσε νέον Ψαλμόν, τὸν ἐβδομηκοστόν πέμπτον.
Σ’ αὐτὸν περιγράφει τὴν καταστροφὴ τῶν ἐχθρῶν καί ἐξυμνῶντας τὴν φοβερὴ δύναμι τοῦ Θεοῦ προσκαλεῖ τὸν λαὸ νὰ εὐχαριστήση καὶ δοξολογήση τὸν Λυτρωτή του.
Καὶ ἀνάμεσα στὰ ἄλλα παρακινεῖ τοὺς συμπατριῶτες του νὰ εὐχηθοῦν, νὰ κάνουν ταξίματα στὸν Κύριο καί νὰ φροντίσουν νὰ τὰ ἀποδώσουν. «Εὔξασθε καὶ ἀπόδοτε Κυρίῳ τῷ Θεῷ ἡμῶν», φωνάζει ὅλος χαρὰ (Ψαλμ. οε’ 12). «Ποιήσατε εὐχάς καὶ ταξίματα», ἑρμηνεύει ὁ ἀείμνηστος Π. Τρεμπέλας, «καὶ ἀποδώσατε ταύτας ὥς χρέος ὀφειλόμενον εἰς τὸν Κύριον τὸν Θεόν μας».
Μὲ τὰ ταξίματα αὐτὰ θὰ ἐξεδήλωναν τὴν εὐγνωμοσύνη τους πρὸς τὸν Κύριο, ποὺ τοὺς ἔσωσε ἀπό τὴν καταστροφή. Καὶ θὰ ἔδειχναν ἔτσι ὅτι ἀνεγνώριζαν πὼς ἀπό Ἐκεῖνον καὶ μόνον προῆλθε ἡ νίκη καὶ ἡ σωτηρία τους.
Ἡ προτροπὴ αὐτὴ τοῦ θεοπνεύστου Ψαλμωδοῦ δὲν χτυποῦσε παράξενα στὰ αὐτιὰ τῶν Ἰουδαίων. Γιατί οἱ εὐχὲς καί τὰ τάματα ἦταν κάτι τὸ πολὺ γνωστὸ καί συχνὸ στὴ ζωή τους. Τοὺς εἶχε δώσει μάλιστα ὁ Θεὸς καὶ εἰδικὲς ἐντολὲς γιὰ τὰ τάματα, ποὺ περιέχονται στὰ βιβλία τῆς Ἐξόδου καί τοῦ Λευιτικοῦ.
Καί ἔταζαν στὸν Κύριο οἱ Ἑβραῖοι εἴτε σπίτια καί κτήματα καὶ προιόντα, εἴτε τὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό τους. Μερικοὶ μάλιστα ἄφηναν γιὰ ἕνα διάστημα ἀκούρευτα τὰ μαλλιὰ καὶ τὰ γένειά τους, ὅπως οἱ λεγόμενοι Ναζιραῖοι, ἢ πήγαιναν καὶ ἔμεναν ὡρισμένον καιρὸν στὸ Ναὸ τοῦ Σολομῶντος καὶ διακονοῦσαν.
Τὰ τάματα ἦταν ἕνας τρόπος, μὲ τὸν ὁποῖο ἐξεδήλωναν τὴν πίστι τους στὸν Θεὸ καὶ τὴν ἐξάρτησί τους ἀπό Ἐκεῖνον.Καὶ στὴν ἐποχὴ ὅμως τῆς Χάριτος, στὴν ἐποχὴ δηλαδὴ κατὰ τὴν ὁποία δρᾶ καὶ κινεῖται στὸν κόσμο ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας μὲ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰ τάματα ἔχουν καὶ πάλι τὴ θέσι τους στὴν ζωὴ τῶν πιστῶν.
Δὲν εἶναι λίγοι καί σήμερα ἐκεῖνοι, ποὺ κάνουν τάματα. Ἄλλοι γιὰ λόγους ὑγείας ἢ γιὰ νὰ ἀποκτήσουν παιδιά, ἄλλοι γιὰ νὰ διασωθοῦν ἀπό κάποιο κίνδυνο κι ἄλλοι γιὰ πολλοὺς καὶ διαφόρους λόγους εὔχονται καὶ τάζουν ἀναλόγως.
Τὰ ἱερὰ Προσκυνήματα τῆς Πατρίδος μας καὶ τὰ ἁγιασμένα Μοναστήρια μας μὲ τὶς θαυματουργὲς καὶ σεβάσμιες εἰκόνες τους εἶναι κατάμεστα ἀπό ἀναθήματα καὶ ἀφιερώματα, ποὺ εἶναι ἔκφρασι τῆς πίστεως καί ἐκπλήρωσι ταμάτων τῶν πιστῶν.
Ἀλλά καί πολλοὶ ἱεροί Ναοὶ σὲ πόλεις καὶ σὲ χωριὰ ἔχουν ἀνεγερθῆ, ἁγιογραφηθῆ καὶ διακοσμηθῆ μὲ τάματα εὐσεβῶν ἐνοριτῶν.» (Ἀπό Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τόμος 1985, σ. 492)