Δευτέρα 27 Σεπτεμβρίου 2010
ΚΕΙΜΕΝO
«Εἰ ὁ λαός μου ἤκουσέ μου, Ἰσραὴλ ταῖς ὁδοῖς μου εἰ ἐπορεύθη, ἐν τῷ μηδενὶ ἂν τοὺς ἐχθροὺς αὐτῶν ἐταπείνωσα καὶ ἐπὶ τοὺς θλίβοντας αὐτοὺς ἐπέβαλον ἂν τὴν χεῖρά μου»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Ἐάν ὀ λαός μου μέ ἤκουε, ἐάν ὀ Ἰσραηλιτικός λαό ἐπορεύετο καί ἐβάδιζε κατά τάς ἐντολάς μου, εὐκόλως καί μέ τό τίποτε θά εἶχον ταπεινώσει τούς ἐχθρούς των καί ἐπί τῶν καταπιεζόντων αὐτούς θά ἐπέβαλλον τιμωρόν καί βαρεῖαν τήν χεῖρα μου» (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")
ΣΧΟΛΙΟ (α)
«Ἡ ζωὴ τῶν Ἑβραίων ἔπαιρνε κάθε τόσο ἑορταστικὸ χρῶμα χάρις στὶς πολλὲς ἑορτές, ποὺ εἶχε ὁρίσει ὁ Θεὸς μὲ τὸν Νόμο Του.
Καὶ ἑώρταζαν καὶ πανηγύριζαν ὅλοι μαζὶ συμμετέχοντας στὶς ἐκδηλώσεις, τὶς εὐχάριστες ἀλλά καὶ ὠφέλιμες, ποὺ συνώδευαν τὶς θυσίες καὶ τὶς ἄλλες λατρευτικὲς τελετές.
Σὲ μία ἀπ’ αὐτὲς ἀκριβῶς τὶς ἑορτὲς ἀναφέρεται ὁ ὀγδοηκοστός Ψαλμὸς τοῦ Ἀσάφ. Παρακινεῖ ἀρχικά σ’ αὐτὸν ὁ Ψαλμωδὸς τοὺς Ἰσραηλίτας νὰ πάρουν μὲ ἐνθουσιασμὸ μέρος σὲ κάποια ἑορτὴ καὶ κατόπιν παρουσιάζει τὸν ἴδιο τὸν Κύριο νὰ τοὺς προτρέπη νὰ μὴ λατρεύσουν ποτὲ τους κάποιον ἄλλο ψευδοθεό.
Ἀπό τὰ λόγια τοῦ Κυρίου θὰ προσέξουμε ἰδιαιτέρως τὰ ὅσα περιλαμβάνονται στοὺς στίχους 14 καὶ 15 καὶ εἶναι πολὺ διδακτικὰ καὶ γιὰ μᾶς. «Εἰ ὁ λαός μου ἤκουσέ μου, Ἰσραὴλ ταῖς ὁδοῖς μου εἰ ἐπορεύθη, ἐν τῷ μηδενι ἂν τοὺς ἐχθροὺς αὐτῶν ἐταπείνωσα». Ἐάν δηλαδὴ μὲ ἄκουγε ὁ λαός μου Ἰσραήλ, ἂν ζοῦσε ὅπως τὸν πρόσταζα, πολὺ εὔκολα καὶ μὲ τὸ τίποτε θὰ ἐταπείνωνα καὶ θὰ συνέτριβα τοὺς ἐχθρούς του.
Τί σπουδαῖος πραγματικὰ λόγος! Καί πόσο βαθὺ καὶ ὑψηλὸ νόημα περικλείει μέσα του!
Ἐάν μὲ ἄκουγε ὁ λαός μου, ἤμουν ἕτοιμος καὶ μποροῦσα νὰ τοὺς βοηθήσω ἀμέσως! Δὲν εἶναι λόγια κενὰ τὰ λόγια αὐτά. Ἡ ἱστορία τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἕως τότε ἔδινε γι’ αὐτὸ τὴν πιὸ πειστικὴ βεβαίωσι καὶ μαρτυρία. Ὁ παντοδύναμος Κύριος τοὺς βοήθησε νὰ βγοῦν ἐλεύθεροι ἀπό τὰ βασανιστικὰ δεσμὰ τοῦ Φαραὼ τῆς Αἰγύπτου, νὰ περάσουν τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα καὶ ν’ ἀφήσουν πίσω τους πνιγμένους τοὺς σκληροὺς Αἰγυπτίους. Ὁ μεγαλοδύναμος Θεὸς τοὺς ἐνίσχυσε καὶ νίκησαν πολλὲς φορὲς τοὺς Ἀμαληκίτας καὶ τοὺς Φιλισταίους, ποὺ τοὺς ἐνωχλοῦσαν συχνά, καὶ τοὺς ἐγκατέστησε στὴν Χαναάν διώχνοντας τοὺς ἕως τότε κατοίκους της, ποὺ εἶχαν βυθισθῆ στὴν διαφθορά. Ὁ Κύριος τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων τοὺς ἔσωσε μέσα σὲ μιὰ νύχτα μ’ ἕνα Του καὶ μόνο ἄγγελο ἀπό τὶς χιλιάδες τοῦ στρατοῦ τῶν Ἀσσυρίων, ποὺ μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Σενναχηρίμ ἀπειλοῦσαν μὲ καταστροφὴ τὸν Ἰσραὴλ (Δ’ Βασ. ιθ’ 20-37).
Ὅλες ὅμως αὐτὲς τὶς φορὲς καὶ πολλὲς ἄλλες ὁ λαὸς Του Τὸν ἄκουγε τὸν Κύριο καὶ Θεό του. Κατέφευγε σ’ Ἐκεῖνον καὶ γλύτωνε. Τώρα ὅμως νόμισε ὅτι μποροῦσε νὰ τὰ βγάλει πέρα μόνος του. Πίστευσε ὅτι ἦταν δυνατὸς καὶ ὅτι θὰ κατώρθωνε νὰ νικήση μὲ τὶς δικές του δυνάμεις τοὺς ἐχθρούς του.
Καὶ τὸν ἄφησε μόνο του ὁ Θεός. Γιατί Ἐκεῖνος σέβεται τὴν ἐλευθερία τῶν πλασμάτων Του. Ξέρει καλύτερα ἀπὸ κάθε ἄλλον ὅτι «τὸ κατά βίαν γινόμενον οὐ λογικόν, οὐδὲ ἀρετή» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς Ρ.G. 94, 969). Δὲν θέλει νὰ ἐξαναγκάση κανένα. Δὲν εὐχαριστεῖται μὲ τὴν πίεσι καὶ βία τῆς ἐλευθερίας. Ἀφήνει τὸν καθένα νὰ ἐνεργῆ ἐλεύθερα, γιὰ νὰ εἶναι καὶ ὑπεύθυνος γιὰ τὴν ἄλφα ἢ βῆτα διαγωγή του καὶ γιὰ τὴν ἐξελιξί του.» (Ἀπό Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τόμος 1985, σ. 603)