Ψαλμ. πε΄9

Δευτέρα 4 Ὀκτωβρίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Πάντα τὰ ἔθνη, ὅσα ἐποίησας, ἥξουσι καὶ προσκυνήσουσιν ἐνώπιόν σου, Κύριε, καὶ δοξάσουσι τὸ ὄνομά σου»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Θά ἔλθῃ καιρός, κατά τόν ὁποῖον ὅλα ἀνεξαιρέτως τά ἔθνη, τά ὀποῖα σύ ἐποίησας, θά ἔλθουν καί θά προσκυνήσουν πρό τῶν ποδῶν σου, Κύριε καί θά δοξάσουν τό ὄνομά σου» (Ἀπό τήν "ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας", τ. 10ος, ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ")

ΣΧΟΛΙΟ (α)

     «Προσευχὴ γεμάτη πόνο ψυχῆς ἀλλά κι ἐλπίδα στὸν Θεὸ εἶναι ὁ ὀγδοηκοστός πέμπτος Ψαλμός. Προσευχὴ τοῦ Προφητάνακτος Δαβίδ, ποὺ μέσα στὴ μεγάλη του δυσκολία ἄφηνε τὴν καρδιά του νὰ μιλήση μὲ ἱερὸ πάθος πρὸς τὸν Κύριο ζητῶντας τὴν βοήθειά Του.
     Δὲν ἦταν ὅμως μόνο ἱκετευτικὰ καὶ δεητικὰ τὰ λόγια του. Εἶχαν συγχρόνως καὶ χρῶμα δοξολογητικό. Ἔπλεκε τὴν παράκλησί του μὲ δοξολογία στὸν Κύριο. Ἀναφερόταν καὶ στὸ ἔνδοξο μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ του, ποὺ εἶναι «Θεός μέγας» καὶ δὲν ἔχει «ὅμοιόν» του κανένα καὶ «ποιεῖ θαυμάσια μόνος».
     Σ’ αὐτὰ δὲ ἀκριβῶς τὰ δοξολογητικὸ σημεῖα τοῦ Ψαλμοῦ περιέχεται καὶ μιὰ προφητεία, ποὺ ἀναφέρεται στὸ «κάλεσμα τῶν ἐθνῶν εἰς τὴν πίστιν τοῦ Χριστοῦ» (Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης).
    «Πάντα τὰ ἔθνη, ὅσα ἔποιησας, ἥξουσι καὶ προσκυνήσουσιν ἐνώπιόν σου. Κύριε, καὶ δοξάσουσι τὸ δνομά σου», ψάλλει μὲ τὸ προφητικό του στόμα ὁ Δαβὶδ (Ψαλμ. πε’ 9). Ὅλα δηλαδὴ τὰ ἔθνη, ποὺ Σὺ τὰ ἐδημιούργησες. Κύριε, θὰ ἔλθουν κάποτε μπροστά Σου καὶ θὰ Σὲ προσκυνήσουν. Θὰ Σὲ ἀναγνωρίσουν Κύριο καὶ Θεό τους καὶ θὰ δοξολογοῦν τὸ Ὄνόμά Σου.
    Μιὰ προφητεία ποὺ ἀπό καρδιὰ σὲ καρδιὰ κι ἀπό στόμα σὲ στόμα κυκλοφοροῦσε καὶ διετηρεῖτο πάντα ζωηρὴ μέσα στοὺς εὐλαβεῖς Ἰουδαίους. Περίμεναν μὲ βεβαιότητα τὴν ὥρα, ποὺ θὰ ἔρχονταν τὰ ἔθνη «ἀπ’ ἐσχάτου τῆς γῆς», ὅπως προφήτευσε κι ὁ Προφήτης Ἱερεμίας, ἀπό πολὺ μακρυά, «ἀπό βορρᾶ καὶ ἀπό θαλάσσης καί ἐκ γῆς Περσῶν», ὅπως εἶπε κι ὁ μέγας Ἡσαῒας, καὶ θὰ ἔλεγαν στὸν ἀληθινὸ Θεό:«Ὡς ψευδῆ ἐκτήσαντο οἱ πατέρες ἡμῶν εἴδωλα καί οὐκ ἔστιν ἐν αὐτοῖς ὠφέλημα» (Ϊερεμ. ιστ’ 19, Ἡσ. μθ’ 6-13). Ἦταν ψεύτικα, Κύριε, τὰ εἴδωλα, ποὺ τὰ λάτρευαν σὰν θεοὺς οἱ πατέρες μας. Καμμιὰ ὠφέλεια, καμμιὰ ἀπολύτως βοήθεια δὲν πῆραν ποτὲ τοὺς ἂπ’ αὐτά.
     Ἡ προφητεία αὐτή γιὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ἐθνῶν στὸν Κύριο ἄρχισε νὰ ἐκπληρώνεται μὲ τὴν Γέννησι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἦλθε καὶ ἔζησε στὴ γῆ μας Ἐκεῖνος, ποὺ ἦταν ἡ «προσδοκία ἐθνῶν» (Γενέσ. μθ’ 10), τὸν πλησίασαν ὄχι μόνον Ἑβραῖοι, ἀλλά καὶ ἀλλοεθνεῖς. Ἦλθαν καὶ Τὸν συνήντησαν, ὅπως ἀναφέρει καὶ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, καὶ «Ἕλληνες» κι ἔκαναν ἔτσι τὴν ἀρχὴ τῆς ἐπιστροφῆς τῶν ἐθνῶν στὸν ἀληθινὸ Θεό, ἀπό τὸν Ὁποῖον εἶχαν ἀπομακρυνθῆ λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος (Ἰωάν. ιβ’ 20-23).
    Ὁ ἴδιος δὲ ὁ Θεάνθρωπος διεκήρυξε ὅτι ἔχει «καὶ ἄλλα πρόβατα», ποὺ πρέπει νὰ τὰ συγκεντρὠση κι ἐκεῖνα ἀπό τὰ πέρατα τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ γίνη τελικὰ «μία ποίμνη» μὲ ἕνα ποιμένα (Ἰωάν. γ΄ 16).
     Λίγο δὲ πρὶν σταυρωθῆ, ἐβεβαίωσε ὅτι μετὰ τὴν σταύρωσι καὶ ἀνάληψί Του θὰ «εἵλκυε» κοντά Του «πάντας». Σὰν ἄλλος μαγνήτης θὰ ἐτραβοῦσε κοντά Του κάθε καλοδιάθετη ψυχὴ ἀπό κάθε ἄκρη τῆς γῆς (Ἰωάν. ιβ’ 32).» (Ἀπό Περιοδικό "Ο ΣΩΤΗΡ" τόμος 1985, σ. 683)