Ἐφεσ. α´15-16

Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Διὰ τοῦτο κἀγώ, ἀκούσας τὴν καθ’ ὑμᾶς πίστιν ἐν τῷ Κυρίῳ Ἰησοῦ καὶ τὴν ἀγάπην τὴν εἰς πάντας τοὺς ἁγίους,  οὐ παύομαι εὐχαριστῶν ὑπὲρ ὑμῶν μνείαν ὑμῶν ποιούμενος ἐπὶ τῶν προσευχῶν μου»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Ἐπειδή δέ καί σεῖς συγκαταλέγεσθε εἰς τόν λαόν τοῦ Χριστοῦ, διά τοῦτο καί ἐγώ σάν ἤκουσα τήν πίστιν, πού ἐπικρατεῖ μεταξύ σας πρός τόν Κύριον Ἰησοῦν, καί τήν ἀγάπην πού δεικνύετε χωρίς ἐξαιρέσεις εἰς ὅλους τούς χριστιανούς, δέν παύω νά εὐχαριστῶ τόν Θεόν διά σᾶς, καί νά μνημονεύω τά ὀνόματά σας εἰς τάς προσευχάς μου» (Ἀπό τήν « ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση  « Ο ΣΩΤΗΡ»).

ΣΧΟΛΙΟ (β)

     Ἡ καρδιά τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἦταν καμίνι ἀγάπης, ἀγάπης καθαρῆς καί τέλειας πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ὁ Παῦλος ἔδειχνε τήν ἀγάπη του πρός τούς ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ μέ κάθε τρόπο. Μέ τούς πολλούς κόπους πού κατέβαλλε γιά τόν καταρτισμό, τόν στηριγμό καί τήν πρόοδό τους στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή τήν ἀγάπη τήν ἔδειχνε καί μέ τήν προσευχή. Ἡ προσευχή, ἀδελφέ, εἶναι δεῖγμα ἀγάπης, ὄχι μόνο στό Θεό, ἀλλά καί στούς ἀνθρώπους. Φανερώνει ἀγάπη εἰλικρινῆ, ἀνιδιοτελῆ καί ταπεινή. Γιά τούς χριστιανούς τῆς Ἐφέσου θά νόμιζε κανείς πώς, ἐφ᾽ ὅσον εἶχαν λάβει τόν ἀρραβώνα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἦταν ἀρκετά εὐτυχεῖς καί πλήρως ἐξασφαλισμένοι. Καί ὅμως καί οἱ πιό προοδευμένοι ἀπό τούς χριστιανούς ἔχουν ἀνάγκη οἱ ἄλλοι νά προσεύχονται γι᾽ αὐτούς. Ἡ λειτουργική πράξη τῆς Ἐκκλησίας μας μᾶς ὑπενθυμίζει πολύ ἔντονα τό καθῆκον αὐτό μέ τά αἰτήματα πού διατυπώνει πρός τόν Ἅγιο Θεό μέσα ἀπό τίς διάφορες ἀκολουθίες της.
      Κι ἐμεῖς ὀφείλουμε νά μνημονεύουμε στίς προσευχές μας πρόσωπα ἀγαπητά, πρόσωπα ἀπό τά ὁποῖα εὐεργετηθήκαμε, ἀδελφούς μας πού ἔχουν ἀνάγκη καί  μᾶς ζήτησαν νά τούς θυμούμαστε στίς προσευχές μας. Ἰδιαίτερα νά τούς μνημονεύουμε στήν Θεία Λειτουργία, ὅταν ὁ λειτουργός μᾶς προτρέπει μέ τά λόγια «καί ὧν ἕκαστος κατά διάνοιαν ἔχει». Ὁ Παῦλος ὅταν θυμόταν τούς χριστιανούς, εὕρισκε τήν εὐκαιρία νά εὐχαριστεῖ τόν Θεό γιά τήν πνευματική τους προκοπή. Καί ταυτόχρονα ζητοῦσε καί τίς δικές τους προσευχές. Γιατί ἡ προσευχή εἶναι καί κοινωνία ψυχῶν. Εἶναι προσφορά τοῦ ἑνός πρός τόν ἄλλο. Μή παραλείπουμε λοιπόν νά προσευχόμαστε ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο. Πολύ πεερισσότερο γιατί ὑπάρχει τό χάος στό ὁποῖο μπορεῖ νά πέσει καί ὁ πιό προοδευμένος στά πνευματικά χριστιανός καί νά χάσει τά πάντα. Ὑπάρχει καί τό ὕψος στό ὁποῖο μπορεῖ καί καλεῖται νά ἀνέλθει ὁ κάθε πιστός ὁ πιό ἀτελής, ὅπως καί ὀ τελειότερος. Ἄς παρακαλοῦμε τούς ἀδελφούς καί ἄς τούς λέμε: «εὔχεσθε καί ὑπέρ ἐμοῦ, ἀδελφοί».