Ἐφεσ. β´3

Κυριακή 28 Νοεμβρίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Ἐν οἷς καὶ ἡμεῖς πάντες ἀνεστράφημέν ποτε ἐν ταῖς ἐπιθυμίαις τῆς σαρκὸς ἡμῶν, ποιοῦντες τὰ θελήματα τῆς σαρκὸς καὶ τῶν διανοιῶν, καὶ ἦμεν τέκνα φύσει ὀργῆς, ὡς καὶ οἱ λοιποί»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Μεταξύ αὐτῶν τῶν ἀπειθῶν ἀκόμη καί ἡμεῖς οἱ Ἰουδαῖοι ὅλοι ἐζήσαμεν καί συμπεριεφέρθημεν ἄλλοτε σύμφωνα μέ τάς ἐπιθυμίας τῆς σαρκός μας καί ἐπράτταμε τά θελήματα τῆς σαρκός μας καί τῶν σκοτεινῶν διανοιῶν μας.  Καί εἴμεθα τότε ἐκ φύσεως καί ἀπό αὐτήν τήν γέννησίν μας ἄξιοι τῆς θείας ὀργῆς καθώς καί οἱ λοιποί». (Ἀπό τήν « ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση  « Ο ΣΩΤΗΡ».

ΣΧΟΛΙΟ

     Κάποτε, λέγει ὁ Ἀπόστολος, εἴμασταν παιδιά τῆς ἀπειθείας. Βαδίζαμε ἀντίθετα πρός τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τηρούσαμε τήν περιόδο ἐκείνη τῆς ζωῆς μας τό θέλημα τῆς σαρκός. «Πάντες ἀνεστράφημεν». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι περπάτησαν ἤ περπατοῦν τό δρόμο τῆς ἁμαρτίας. Ἡ ἁμαρτία μᾶς ἀκολουθεῖ παντοῦ, ὅπως τήν χελώνα τό κέλυφός της. Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά μήν ἐνοχλεῖται ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὑπάρχουν ὅμως περιπτώσεις πού ἡ ἁμαρτία γίνεται φύση τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι φοβερό πράγμα νά συνηθίσει κανείς τήν ἁμαρτία, τά πάθη τῆς σαρκός, τῆς πλεονεξίας καί τῆς φιλαργυρίας, τοῦ ψεύδους, τῆς ὀργῆς καί τοῦ θυμοῦ. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός γίνεται ἀγνώριστος.
     Ἡ ἁμαρτία ὅμως πρίν ἔρθει στόν κόσμο ὁ Χριστός εἶχε ἄλλη βαρύτητα καί ἄλλη ἔχει σήμερα. Τότε προκαλοῦσε τήν ὀργή τοῦ Θεοῦ. Πλήν ὅμως ἀντί νά ξεσπάσει ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ, ἦρθεν ἡ αὔρα τῆς θείας ἀγάπης. Σήμερα ζοῦμε στή χάρη τῆς Καινῆς Διαθήκης. Καί ἡ ἁμαρτία ἔχει ἄλλη βαρύτητα. Γι᾽ αὐτό καί εἶναι προκλητική. Προκαλεῖ τήν θεία δικαιοσύνη, ὁ Θεός ὅμως μακροθυμεῖ. Περιμένει τήν μετάνοια τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου γιά νά τόν σώσει. Ἄς μή προκαλοῦμε λοιπόν τόν Κύριο καί Θεό μας, ἀγαπητοί. Ἡ μακροθυμία Του, ἄς μᾶς ὁδηγεῖ σέ συναίσθηση, βαθειά μετάνοια, ἐκζήτηση τοῦ θείου ἐλέους Του καί διόρθωση βίου.