Πέμπτη 23 Δεκεμβρίου 2010
ΚΕΙΜΕΝΟ
«Ἐγένετο δὲ ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἐξῆλθε δόγμα παρὰ Καίσαρος Αὐγούστου ἀπογράφεσθαι πᾶσαν τὴν οἰκουμένην. αὕτη ἡ ἀπογραφὴ πρώτη ἐγένετο ἡγεμονεύοντος τῆς Συρίας Κυρηνίου. Καὶ ἐπορεύοντο πάντες ἀπογράφεσθαι, ἕκαστος εἰς τὴν ἰδὶαν πόλιν»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
« Συνέβη δηλαδὴ κατ’ ἐκείνας τάς ἡμέρας νὰ ἐκδοθῆ διάταγμα ἀπὸ τὸν Καίσαρα Αὔγουστον, ὅπως ἐγγραφοῦν εἰς τούς δημο¬σίους φορολογικοὺς καταλόγους ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ κόσμου ποὺ ἐκυριαρχεῖτο ἀπό τούς Ρωμαίους. Ἡ ἀπογραφὴ αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη ποὺ ἔγινεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν, εἰς ἐποχήν ποὺ ὁ Κυρήνιος ἦτο ἡγεμών τῆς Συρίας. Καὶ ἐπήγαιναν ὅλοι νὰ ἀπογραφοῦν, κα¬θένας εἰς τὴν πόλιν, ἀπό τὴν ὁποίαν κατήγετο ἡ οἰκογένειά του.»
ΣΧΟΛΙΟ
Αἱ συνθῆκοι τῆς Γεννήσεως τοῦ Ἰησοῦ
«Εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς διηγήσεώς του ὁ Ἱερὸς Λουκᾶς τοποθετεῖ ἱστορικῶς τὸ γεγονός, καθορίζων σαφῶς τὸν χρόνον τῆς Γεννή¬σεώς Του καὶ προσδιορίζων λεπτομερῶς τάς συνθήκας, ὑπό τάς ὁποίας ἐγεννήθη.
Ἡ ἀπογραφὴ τοῦ Αὐγούστου Καίσαρος (α)
«Δὲν θὰ ἐνδιατρίψωμεν εἰς τούς στίχους αὐτούς, οἱ ὁποῖοι παρέχουν ἱστορικὰ στοιχεῖα χρήσιμα εἰς τούς ἀσχολούμενους μὲ τὴν ἱστορίαν καὶ τὰ προβλήματά της. Θὰ ἐπιστήσωμεν ὅμως τὴν προσοχὴν τοῦ ἀναγνώστου εἰς δύο σημεῖα τῆς διηγήσεως, ἄξια πολλῆς προσοχῆς. Πρῶτον: Ἡ Γέννησις τοῦ Λυτρωτοῦ συμπίπτει μὲ ἀπογραφήν, τὴν ὁποίαν διατάσσει ὁ πανίσχυρος αὐτοκράτωρ τῆς Ρώμης, ὁ Καῖσαρ Αὔγουστος εἰς ὅλας τάς χώρας, αἱ ὁποῖαι εὑρίσκοντο κάτω ἀπό τὸ πέλμα τῆς Ρωμαικῆς Αὐτοκρατορίας. Ποῖος δὲ ἦτο ὁ σκοπὸς τῆς ἀπογραφῆς; Νὰ γνωρίζη ἡ Ρώμη, ποὺ διεκρίνετο διὰ τὴν σπουδαίαν διοικητικήν της ὀργάνωσιν, ὄχι μόνον πόσον κόσμον ἔχει ὑπό τὴν ἐξουσίαν της, ἀλλά καὶ εἰς ποὶαν κατάστασιν, κυρίως οἰκονομικήν, εὑρίσκοντο οἱ ὑπήκοοί της. Καὶ ὅλα αὐτὰ διὰ νὰ ἐξασφάλιση τὴν καλυτέραν καὶ ἀποτελεσματικωτέραν φορολογίαν, διὰ τὴν ὁποίαν ἰδιαιτέρως ἐνδιεφέρετο. Διότι ὅλοι οἱ ὑπόδουλοι κατέβαλλον φόρον κεφαλικὸν εἰς τούς Ρωμαίους, ἕνεκα τοῦ ὁποίου ἦσαν τόσον μισητοὶ ἀπό αὐτούς. Ἡ Παλαιστίνη εὑρίσκετο καὶ ἐκείνη κάτω ἀπό τὸν δουλικόν τῆς Ρώμης ζυγόν. Αἱ ἐξουσίαι τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ εἶχον καταργηθῆ. Βασιλεὺς ἐκ τοῦ οἴκου Δαβὶδ δὲν ὑπῆρχεν, οὔτε ἄλλοι ἄρχοντες, ἀλλ’ ὁ Ρωμαῖος Αὐτοκράτωρ τοὺς διηύθυνεν, ἔχων ἐγκαταστήσει εἰς τὴν πρωτεύουσαν τοῦ Κράτους ἡγεμόνα – ἀντιπρόσωπόν του. Εἶναι ἀληθές, ὅτι ἀφῆκεν ὁ Αὔγουστος μίαν σκιώδη βασιλείαν εἰς τούς Ἰουδαίους, ἀλλ’ ὁ βασιλεὺς των, ὁ Ἡρώδης τὴν ἐποχήν ἐκείνην, ὁ ἐπιλεγόμενος Μέγας, δὲν ἦτο κὰν Ἰουδαῖος, ἀλλά Ἰδουμαῖος, πολὺ μισητὸς εἰς τούς Ἰουδαίους διὰ τὴν σκληρότητά του καὶ τὸ ἄφθονον αἷμα ποὺ ἔχυνεν εὐθὺς ὡς ὑπωπτεύετο τὴν παραμικράν τῶν Ἰουδαίων διάθεσιν πρὸς ἐξέργεσιν. Αὐτήν, λοιπόν, τὴν ἐποχήν γεννᾶται ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, προκειμένου νὰ καταγραψη Ἐκεῖνος εἰς τούς ἰδικοὺς του καταλόγους τοὺς ἰδικούς του, ὅσους δηλαδὴ θὰ ἐπίστευον εἰς αὐτόν. Νὰ τοὺς καταγραψη ὄχι διὰ νὰ τοὺς ἐκμεταλλεύεται, ὅπως ἡ πονηρὰ Ρώμη, ἀλλά διὰ νὰ τοὺς καταστήση μετόχους τῆς ἰδικῆς του βασιλείας, τῆς βασιλείας, εἰς τὴν ὁποίαν Ἐκεῖνος βασιλεύει καὶ τῆς ὁποίας τέλος δὲν ὑπάρχει. Αὐτὴ ἡ βασιλεία εἶναι βασιλεία εἰρήνης καὶ χαρᾶς καὶ δικαιοσύνης. Εἶναι βασιλεία, εἰς τὴν ὁποίαν ὁποῖος πολιτογραφηθῆ γίνεται μακάριος καὶ εὐτυχής, διότι οἱ πιστοί της θὰ ἀπολαμβάνουν θησαυροὺς καὶ ἀπολαύσεις, ποὺ δὲν περιγράφονται, διότι «ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἡτοίμαοεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν» (Α’ Κορινθ. β’ 9). Ἰδοὺ τὸ πρῶτον ἀξιοπρόσεκτον σημεῖον τῶν στίχων ποὺ ἀναπτύσσονται.» (Ἀπό τό βιβλίο «Παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» τοῦ ἀρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου, Ἐκδόσεις «Ο ΣΩΤΗΡ»)