Ματθ. α’ 22-23

Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ
«Τοῦτο δὲ ὅλον γέγονεν, ἵνα πληρωθῇ τὸ ρηθὲν ὑπό τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου λέγοντος• ἰδοὺ ἡ παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καὶ τέξεται υἱόν καὶ καλέσουσι τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἐμμανουήλ, ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Ὅλον τὸ θαῦμα αὐτὸ τῆς ὑπερφυσικῆς συλλήψεως τῆς Παρθένου ἔγινε διὰ νὰ λάβῃ πλήρη πραγματοποίησιν καὶ ἐπαλήθευσιν ἐκεῖνο ποὺ ἐλέχθη ἀπό τὸν Κύριον διὰ μέσου τοῦ προφήτου Ἡσαΐου, ὁ ὁποῖος εἶπε πολλοὺς αἰῶνας προτήτερα• Ἰδοὺ ἡ Παρθένος, ποὺ δὲν ἐγνώρισεν ἄνδρα, θὰ συλλάβη καὶ θὰ γεννήση υἱόν καὶ ὅσοι θὰ πιστεύσουν εἰς αὐτὸν θὰ τὸν ὀνομάσουν Ἐμμανουήλ, ὄνομα Ἑβραϊκον, ποὺ μεταφράζεται εἰς τὰ ἑλληνικά· ὁ Θεὸς εἶναι μαζί μας.»

ΣΧΟΛΙΟ
Ἡ ἐκπλήρωσίς της προφητείας (β)

     «Τί ἔλεγεν ὅμως ὁ Θεὸς τότε διὰ τοῦ προφήτου; Καὶ ὑπό ποῖα περιστατικὰ ἐλέχθησαν αὐτά; Δεινὰς ἡμέρας διέρχεται τὸ βασίλειον τοῦ Ἰούδα. Ὁ βασιλεὺς του Ἄχαζ ἐνώπιον τῆς τρομερᾶς ἀπειλῆς νὰ εἰσβάλουν εἰς τὸ ἔδαφος τοῦ βασιλείου του ἐχθροὶ πολυάριθμοι, Ἰσμαηλῖται καὶ Ἀραμαῖοι, τὰ ἔχει χάσει κυριολεκτικῶς. Μαζί του καὶ ὁ λαὸς εἶναι τελείως ἀπογοητευμένος. Βασιλεὺς καὶ λαὸς ἔτρεμον «ὡς τὰ δένδρα τοῦ δάσους». Μόγον ὁ Ἡσαῒας, πιστεύων εἰς τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν βοήθειάν του εἶναι ἥσυχος καὶ εἰρηνικός. Καὶ ἀποτελεῖ φανεράν ἀντίθεσιν πρὸς τὴν ἀποθάρρυνσιν καὶ τάς δυσμενεῖς προβλέψεις διὰ τὸ μέλλον ποὺ ἐπικρατοῦν παντοῦ γύρω του. Μὲ θαυμαστὴν ἠρεμίαν πηγαίνει νὰ συναντήση τὸν βασιλέα καὶ νὰ τὸν καθησυχάση. Τοῦ τονίζει, ὅτι ὁ κίνδυνος δὲν εἶναι τόσον μέγας, ὅσον τὸν φαν¬τάζεται. Μὴ φοβεῖσαι, τοῦ λέγει. Ἡ καρδία σου ἂς μὴ δειλιάση. Δὲν θὰ συμβῆ, οὔτε θὰ πραγματοποιηθῆ αὐτὸ διὰ τὸ ὁποῖον τό¬σον ἔχεις τρομάξει, δηλαδὴ ἡ ἅλωσις τῆς Ἱερουσαλήμ. Ἡ προσπάθειά του ὅμως ἀποτυγχάνει• ὁ βασιλεὺς καὶ οἱ σύμβουλοί του εἶναι ἀνίκανοι νὰ ἀντιληφθοῦν τὸ πνεῦμα τοῦ προφήτου. Διὰ τοῦτο ὁ προφήτης προτείνει εἰς τὸν βασιλέα νὰ ζητήση ἕνα σημεῖον ἀπό τὸν Θεόν, διὰ νὰ πεισθῆ, ὅτι ὅσα τοῦ λέγει θὰ πραγματοποιηθοῦν. Ἄς ζητήση, τοῦ εἶπεν, οἱονδήποτε «σημεῖον», ὁσονδήποτε θαυμαστὸν γεγονός• ὁ Θεὸς θὰ τοῦ τὸ δώση. Ὁ βασιλεὺς ὅμως σπεύδει νὰ ἀποκρούση τὴν πρότασιν. Ὄχι, τοῦ ἀπαντᾶ• δὲν θὰ ζητήσω, οὔτε θὰ ἐκπειράσω τὸν Κύριον. Ἀλλὰ ἐάν ὁ βασιλεὺς ἀπέρριψε τὴν αἴτησιν σημείου, ὁ προφήτης τοῦ λέγει· ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς θὰ σοῦ δείξη σημεῖον, θαῦμα μέγα. Ποῖον θὰ εἶναι αὐτό; Θὰ εἶναι, ὅτι ἀπό κόρην  παρθένον θὰ γεννηθῆ ὁ Ἐμμανουήλ, ὁ ὁποῖος θὰ σώση ὅλους, ὅσοι θὰ τὸν πιστεύσουν.» (Ἀπό τό βιβλίο «Παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» τοῦ ἀρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου, Ἐκδόσεις «Ο ΣΩΤΗΡ»)