Ματθ. β΄1-2

Σάββατο 15 Ἰανουαρίου 2010

ΚΕΙΜΕΝΟ

«Τοῦ   δὲ   Ἰησοῦ   γεννηθέντος   ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπό ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα λέγοντες• ποῦ ἐστιν ὁ τεχθείς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

 «Ὅταν ὁ Ἰησοῦς ἐγεννήθη εἰς τὴν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας κατὰ τάς ἡμέρας τοῦ βασιλέως Ἡρώδου, ἰδοὺ σοφοὶ ἀστρολόγοι ἀπό τὰ μέρη τῆς ἀνατολῆς ἦλθαν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ εἶπαν· Ποΰ εἶναι ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων, πού τώρα τελευταίως ἐγεννήθη; Διότι εἴδαμεν τὸν ἀστέρα του, τὴν ὥραν ποὺ μὲ τὴν ἀνατολήν του ἔδιδεν εἴδησιν διὰ τὴν γέννησιν τοῦ νέου βασιλέως, καὶ ἤλθομεν νὰ τὸν προσκυνήσωμεν.»

ΣΧΟΛΙΟ (β)

    «Ἐν ἡμέραις Ἡρώδου τοῦ βασιλέως». Τὸ σημειώνει ἰδιαιτέρως ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής, ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἐγεννήθη ἐπι τῶν ἡμερῶν τοῦ βασιλέως Ἡρώδου. Ποῖος ὅμως ἦτο ὁ Ἡρώδης; Ἦτο ὁ Ἡρώδης ὁ ἐπικαλούμενος μέγας. Ἦτο ἀλλοδαπὸς ἐκ καταγωγῆς, Ἰδουμαῖος τὸ γένος, καταγόμενος ἀπό τὴν Ἀσκάλωνα, υἱὸς τοῦ Ἀντιπάτρου. Ἀγαπητὸς εἰς τὸν Ἰούλιον Καίσαρα, ἐπροστατεύθη ὑπ’ αὐτοῦ καὶ ἀπό νεαρᾶς ἡλικίας ἀνέλαβε διοικητικάς θέσεις, καταστάς περὶ τὸ 47 π. Χ. κυβερνήτης τῆς Γαλιλαίας, εἰς τὸν ὁποῖον ἐδόθη ὑπό τοῦ Ἀντωνίου καὶ τοῦ Ὀκταβίου ὁ τίτλος τοῦ βασιλέως τῆς Ἰουδαίας. Ἦτο ὄχι μόνον ἀκόλαστος καὶ διεφθαρμένος, ἀλλά καί σκληρὸς καὶ ἀπάνθρωπος, διατηρῶν τὸν θρόνον του μὲ συνεχεῖς φόνους στενωτάτων συγγενῶν του, κατ’ ἐξοχὴν δὲ μισητὸς ἐκ μέρους τῶν Ἰουδαίων ὄχι μόνον διὰ τὴν καταγωγήν του, ἀλλά καὶ διὰ τὴν ἄκραν σκληρότητα καὶ θηριωδίαν καὶ ἀπανθρωπίαν, τὴν ὁποίαν ἐδείκνυε πρὸς πᾶσαν κατεύθυνσιν, μὴ διστάζων νὰ βάφη μὲ αἷμα κάθε γωνίαν τῆς Ἰουδαίας, ὅταν ὑπωπτεύετο, ὅτι κάποιαι κινήσεις πρὸς ἀνατροπήν του ἐλάμβανον χώραν. Εἰς τάς ἡμέρας αὐτοῦ τοῦ αἱμοσταγοῦς τυράννου ηὐδόκησε νὰ γεννηθῆ ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου. Νὰ ἐξευγένιση τοὺς ἀνθρώπους• νὰ καταργήση τὴν σκληρότητα καὶ τὴν ἀπανθρωπίαν καὶ νὰ ἐγκαταστήση μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων τὴν ἰδικήν του βασιλείαν βασιλείαν εἰρήνης καὶ δικαιοσύνης καὶ ἀγάπης.»