Δευτέρα 14 Φεβρουαρίου 2011
ΚΕΙΜΕΝΟ
"Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὅ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ"
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
"Τώρα, ὅτε πλέον εἶδον τὸν λυτρωτὴν τοῦ κόσμου, ἐλευθερώνεις ἀπὸ τοὺς δεσμοὺς τοῦ σώματος ἐμέ τὸν δοῦλόν σου, Δέσποτα, καὶ μετ’ ὀλίγον ἀποθνήσκω σύμφωνα μὲ τὸν λόγον σου ποὺ μοῦ εἶπες, ὅτι δὲν θὰ ἀποθάνω πρὶν ἤ ἴδω τὸν Χριστόν. Καὶ μὲ ἐλευθερώνεις ἐν εἰρήνῃ καὶ χωρὶς νὰ ἀνησυχῶ πλέον διὰ τὴν λύτρωσιν τοῦ Ἰσραήλ, διότι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱόν σου, ὁ ὁποῖος θὰ φέρη τὴν σωτηρίαν, τὴν ὁποίαν ἡτοίμασας ἐνώπιον ὅλων τῶν λαῶν, πρὸς εὐεργεσίαν ὄχι μόνον τῶν Ἰουδαίων, ἀλλά καί τῶν εθνικῶν. Καὶ θὰ εἶναι οὕτω τὸ σωτήριόν σου αὐτὸ φῶς πνευματικόν, ποὺ θὰ φανερώση καὶ θὰ ἀποκαλύψη εἰς τὰ ἔθνη τὸν ἀληθινὸν Θεὸν καί τὴν ἀληθῆ ὁδόν σωτηρίας, ἀλλά καί δόξα τοῦ λαοῦ σου Ἰσραήλ, ἀφοῦ ἀπό τὸν Ἰσραὴλ κατάγεται ὡς ἄνθρωπος ὁ Σωτὴρ καί ἀφοῦ τελικῶς καί ὁ Ἰσραὴλ ὡς σύνολον θὰ τὸν ἐγκολπωθῆ ὡς Σωτῆρα του."
ΣΧΟΛΙΟ (α)
"Νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλόν σου, δέσποτα." Τὴν ἐκ τῆς ζωῆς αὐτῆς ἀπαλλαγὴν διὰ τοῦ θανάτου καὶ τὴν ἐξ αὐτῆς ἀπελευθέρωσιν βεβαιώνει ὁ πρεσβύτης. Δὲν ὑπάρχει πλέον ἀνάγκη νὰ παρατείνεται ἡ ζωή μου. Τί μοῦ χρειάζεται; Ὅ,τι ἐπερίμενα, ὅ,τι ἀποτελοῦσε βαθεῖάν μου νοσταλγίαν τὸ ἀπήλαυσα. Τώρα εἶναι καιρὸς νὰ φύγω. Καὶ φεύγω γαλήνιος, εὐχαριστημένος, εὐτυχισμένος. Πλέω τώρα μέσα εἰς ὠκεανοὺς χαρᾶς. Ὅ,τι μοῦ ὑπεσχέθης, μοῦ τὸ ἐχάρισες. Μὲ ἐβεβαίωσες, ὅτι δὲν θὰ ἀποθάνω προτοῦ νὰ ἴδω τὸν Χριστόν. Τώρα τὸν εἶδα. Τὸν ἀπήλαυσα. Πρὸς τί λοιπὸν νὰ εἶμαι περαιτέρω δεμένος μὲ τοὺς δεσμοὺς τῆς παρούσης ζωῆς; Θὰ μὲ ἀπολύσης τώρα πλέον. Θὰ μὲ ὁδήγησης εἰς τὴν ζωὴν τὴν ἄληκτον καὶ μακαρίαν."
Μὲ ποὶαν γαλήνην, ἀλλά καὶ ποὶαν προσμονὴν περιμένει ὁ πρεσβύτης τὸ τέλος του! Δὲν τὸν φοβίζει. Δὲν τὸν ἀνησυχεῖ. Δὲν τὸν τρομάζει. Τὸ ποθεῖ. Τὸ ζητεῖ. Ἔχει τὴν πληροφορίαν, ὅτι ἔζησε κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ τώρα περιμένει τὴν ἀνάπαυσιν. Νὰ εἴχαμεν καὶ ἡμεῖς αὐτὴν τὴν πληροφορίαν! Νὰ ἐβλέπαμεν τὸν θάνατον νὰ ἔρχεται, καὶ νὰ μὴ ἠσθανόμεθα φόβον διὰ τάς πράξεις μας, διὰ τὴν ζωήν μας, διὰ τὴν ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ κατάστασίν μας. Ἀλλ’ ἡ ἁμαρτία δημιουργεῖ φόβον καὶ ταραχήν. Δημιουργεῖ ἀνησυχίαν. Τί λοιπὸν περιμένομεν; Ἄς τακτοποιῶμεν τὸν ἑαυτόν μας. Ἄς ἐξαγορευώμεθα τάς ἁμαρτίας μας. Ἄς καταπαύωμεν διὰ τῆς μετανοίας τοὺς ἐλέγχους τῆς συνειδήσεώς μας καὶ ἂς προσβλέπωμεν τότε πρὸς τὸν θάνατον ὡς πρὸς θύραν, ἡ ὁποία θὰ μᾶς ὁδηγήση πλησίον τοῦ Θεοῦ• ὡς πρὸς μέσον ἀπαλλαγῆς μας ἀπό τὰ δεινὰ καὶ τοὺς κινδύνους τοὺς ψυχικοὺς ποὺ διατρέχομεν καὶ ὡς ἀσφάλισιν εἰς τὸν ἀκύμαντον λιμένα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Καὶ ὅμως τόσον πολὺ δενόμεθα μὲ τὴν παροῦσαν ζωὴν μὲ τάς τέρψεις της καὶ τάς διασκεδάσεις της• μὲ τὴν ἁμαρτίαν καὶ τὴν ματαιότητα, ὥστε ἡ ἰδέα τοῦ θανάτου νὰ μᾶς τρομάζη. Ἀλλ’ ἄς τῆς ἀπευθύνωμεν ἑκάστοτε τὸ ἐγερτήριον ἐκεῖνο τοῦ ἱεροῦ ὑμνωδοῦ σάλπισμα: "Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; Τὸ τέλος ἐγγίζει καὶ μέλλεις θορυβεῖσθαι. Ἀνάνηψον οὖν, ἵνα φείσηταί σου Χριστὸς ὁ Θεός, ὁ πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν." (Ἀπό τό βιβλίο «Παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» τοῦ ἀρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου, Ἐκδόσεις «Ο ΣΩΤΗΡ»)