Λουκᾶ β΄34-35

Πέμπτη  24  Φεβρουαρίου 2011

ΚΕΙΜΕΝΟ

"Καὶ εὔλογησεν αὐτοὺς Συμεὼν, καὶ εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ• ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί"

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

"Εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Συμεὼν καὶ εἶπεν εἰς τὴν Μαρίαν, τὴν μητέρα του• Ἰδού, αὐτὸς εἶναι προωρισμένος διὰ νὰ γίνη αἰτία πτώσεως καί ἀναστάσεως πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραήλ. Θὰ εἶναι δὲ καὶ θαῦμα, μὲ τὸ ὁποῖον ὁ Θεὸς θὰ δεικνύη εἰς τοὺς ἀνθρώπους τὸ σωτήριον θέλημά του, ἀλλά τὸ ὁποῖον θὰ ἀντιλέγεται ἀπό τούς ἀπιστοῦντας καί ἐνῶ οἱ καλοπροαίρετοι θὰ πιστεύουν καί θὰ σώζωνται, οἱ ἀνειλικρινεῖς καὶ ἐγωϊσταί θὰ ἀπιστοῦν καὶ θὰ κατακρί-νωνται. Λόγω δὲ τῆς ἀντιλογίας αὐτῆς καὶ σοῦ, τῆς μητρὸς αὐτοῦ, τὴν καρδίαν θὰ διαπεράση μεγάλη καὶ ὀδυνηρὰ μάχαιρα θλίψεως καὶ ὀδύνης, ὅταν θὰ τὸν ἴδης νὰ σταυρώνεται. Καὶ ἔτσι ἡ πτῶσις καί ἡ ἀνάστασις πολλῶν, καθὼς καὶ ἡ ἀντιλογία γύρω ἀπό τὸ θαῦμα αὐτό, θὰ γίνωνται, διὰ νὰ ξεσκεπασθοῦν πολλῶν καρδιῶν οἱ διαλογισμοὶ καὶ αἱ διαθέσεις, ποὺ ἔμεναν ἕως τώρα ἀπόκρυφοι, μὲ τὴν ἀπόρριψιν ἤ ἀποδοχὴν τοῦ Μεσσίου θὰ φανερωθοῦν."

ΣΧΟΛΙΟ (β)

     "Καὶ μήπως αὐτὸ δὲν ἔγινε, δὲν ἐπραγματοποιήθη διὰ μέσου τῶν αἰώνων; Ὅσοι τὸν ἠκολούθησαν, ἀφοῦ ἐπίστευσαν εἰς τὴν θείαν του ἀποστολὴν καὶ ἰδιότητα, ἀπετέλεσαν ζωντανά τῆς Ἐκκλησίας του μέλη καὶ ἐνδόξους πολίτας τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ὅσοι ὅμως τὸν ἠρνήθησαν, ὅσοι ἀντετάχθησαν εἰς τὴν δύναμίν του, ἔπεσαν, συνετρίβησαν, ἔγιναν κυριολεκτικῶς πτώματα. Τὸ εἶπεν ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, ὅταν ἤρχισε τὸ δημόσιον ἔργον του. "Εἰς κρίμα ἐγώ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μή βλέποντες βλέπωσι, καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται" (Ἰω. θ’ 39). Δηλαδή, ἦλθον ἐγώ εἰς τὸν κόσμον αὐτὸν διὰ νὰ γίνη κρίσις καὶ διὰ νὰ ξεχωρισθοῦν οἱ καλοπροαίρετοι ἀπό τούς διεστραμμένους. Καὶ ἔτσι θὰ ἐπακολούθηση ὡς ἀποτέλεσμα τοῦτο: Ἐκεῖνοι ποὺ θεωροῦνται ὡς τυφλοὶ καὶ βυθισμένοι εἰς τὸ σκότος τῆς ἀγνοίας καὶ τῆς πλάνης, αὐτοὶ θὰ ἴδουν τὸ φῶς τῆς ἀληθείας. Καὶ ἐκεῖνοι ποὺ παρουσιάζουν τοὺς ἑαυτοὺς των ὡς γνώστας τῶν Γραφῶν καὶ φρονοῦν ἀλαζονικῶς, ὅτι βλέπουν, θὰ καταντήσουν εἰς πνευματικὴν τύφλωσιν. Καὶ μήπως αὐτὸ δὲν ἔγινε; Πόσοι ἀπό τους ἀλαζόνας Φαρισαίους καὶ τοὺς φουσκωμένους ἀπό οἴησιν καὶ ὑπερη-φάνειαν Γραμματεῖς, νομοδιδασκάλους, ποὺ διαρκῶς ἠσχολοῦντο μὲ τὸν Νόμον καὶ εἶχαν τὴν ἰδέαν, ὅτι αὐτοὶ κατέχουν τὸ φῶς, ἔμειναν εἰς τὴν ἀπιστίαν καὶ δὲν ὡδήγήθησαν εἰς τὴν ἀπώλειαν; Ἀλλὰ καὶ πόσοι ζῶντες προηγουμένως εἰς τὴν ἄγνοιαν καὶ τήν πλάνην, τὸ πνευματικὸν σκότος καὶ τὴν ἁμαρτίαν, ἐδέχθησαν τὸ φῶς, ἐπίστευσαν εἰς τὸν Χριστόν, καὶ ἀπετέλεσαν ἐκλεκτὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐσώθησαν; Ἤκουσαν πρῶτοι οἱ Ἰουδαῖοι τὸ κήρυγμα περὶ τοῦ Χριστοῦ. Ὅσοι ἔδειξαν διάθεσιν ἀγαθήν, ἐσώθησαν. Δὲν ἐσκανδαλίσθησαν ἀπό τὴν ταπεινὴν τοῦ Σωτῆρος ἐμφάνισιν οὔτε εἶπαν "ἡμεῖς τοῦ Μωϋσέως ἐσμεν μαθηταί" (Ἰω. θ’ 28). Ἀπετέλεσαν τὴν πρωτοπορίαν τῶν εἰς Χριστὸν μελλόντων νὰ πιστεύσουν. Οἱ λοιποὶ ἔμειναν εἰς τὴν ἀπιστίαν. Διά τοὺς μὲν ὁ Χριστὸς ἔγινε θεμέλιος. Διά τοὺς ἄλλους λίθος προσκόμματος καὶ πέτρα σκανδάλου. Ἤνοιξεν ἔπειτα ὁ δρόμος πρὸς τὰ Ἔθνη, πρὸς τοὺς εἰδωλολάτρας. Τὸ ἴδιον καὶ ἐδῶ. Ἄλλοι τὸν δέχονται. Καὶ ἀποτελοῦν τάς περίφημους ἐξ Ἐθνῶν Ἐκκλησίας τῆς Ἀποστολικῆς ἐποχῆς. Ἄλλοι τὸν ἀπορρίπτουν. Ἀπιστοῦν εἰς τὴν θεότητά του. Τὸν καταδιώκουν. Χάνονται. Εἶναι οἱ ἀρνηταί καὶ πολέμιοι, ποὺ πρὸς κέντρα ὅμως λακτίζουν (Πράξ. κστ’ 14). (Ἀπό τό βιβλίο «Παιδίον ἐγεννήθη ἡμῖν» τοῦ ἀρχιμ. Γεωργίου Δημοπούλου, Ἐκδόσεις «Ο ΣΩΤΗΡ»)