Πέμπτη 10 Μαρτίου 2011
ΚΕΙΜΕΝΟ
"Ἐντολήν καινὴν δίδωμι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς, ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες, ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις"
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
"Σᾶς δίδω νέαν ἐντολήν νὰ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Καὶ νὰ ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἐγώ σᾶς ἠγάπησα, δηλαδὴ μὲ ἀγάπην πλήρη καὶ τελείαν. Ἔτσι θὰ μάθη ὁ κόσμος ὅλος, ὅτι εἶσθε ἰδικοί μου μαθηταί. Μόνον τότε, ὅταν ἔχετε ἀγάπην μεταξύ σας."
ΣΧΟΛΙΟ
"Καὶ τὴν μὲν ἀλήθειαν περὶ τοῦ ἐπικειμένου θανάτου του τὴν ἀνακοινώνει εἰς τοὺς μαθητάς. Πῶς ὅμως αὐτοὶ θὰ ἀντιμετωπίσουν μίαν τόσον μεγάλην δοκιμασίαν; Δὲν ἀδιαφορεῖ δι’ αὐτὸ ὁ Λυτρωτής. Ἀλλά τοὺς ὑποδεικνύει μέσον κατ’ ἐξοχὴν ἀποτελεσματικόν, τὴν ἀγάπην, τὴν "καινήν", ὅπως τὴν χαρακτηρίζει, ἐντολήν, τὴν ἀγάπην, ποὺ πρέπει νὰ ἀναπτύξουν μεταξὺ των, καὶ ἡ ὁποία μὲ τὴν δύναμιν ποὺ ἔχει, θὰ τοὺς ἑνώση εἰς μίαν ἀδιάρρηκτον ἑνότητα. Ἰδοὺ τί λέγει:
"Ἐντολήν καινὴν δίδωμι ὑμῖν, ἵνα ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἠγάπησα ὑμᾶς, ἵνα καὶ ὑμεῖς ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Ἐν τούτῳ γνώσονται πάντες, ὅτι ἐμοὶ μαθηταὶ ἐστε, ἐὰν ἀγάπην ἔχητε ἐν ἀλλήλοις" (στίχ. 34-35).
Μὲ ἀλλά λόγια: Σᾶς δίδω νέαν ἐντολήν νὰ ἀγαπᾶτε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Καὶ νὰ ἀγαπᾶτε ἀλλήλους, καθὼς ἐγώ σᾶς ἠγάπησα, δηλαδὴ μὲ ἀγάπην πλήρη καὶ τελείαν. Ἔτσι θὰ μάθη ὁ κόσμος ὅλος, ὅτι εἶσθε ἰδικοί μου μαθηταί. Μόνον τότε, ὅταν ἔχετε ἀγάπην μεταξύ σας.
Βαθύτατα νοήματα κρύπτονται εἰς τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου. Αἰώνια καὶ ἀναλλοίωτα εἶναι τὰ θεῖα αὐτὰ ρήματα. Καὶ ὅσον θὰ ὑπάρχη κόσμος ποὺ θέλει νὰ ἐμπνέεται ἀπὸ τὸν Χριστὸν καὶ τὴν διδασκαλίαν του, θὰ ἀποτελοῦν αὐτὰ ὄχι μόνον μίαν ὑψίστην ἔκφρασιν τῆς θείας του διδασκαλίας, ἀλλά καὶ μίαν εὐλογημένην θεμελίωσιν τῆς ζωῆς τῶν πιστῶν καὶ ἀφωσιωμένων εἰς Αὐτὸν ἀνθρώπων καὶ κοινωνιῶν.
Ἀλλά ἂς ἐμβαθύνωμεν εἰς τοὺς θείους λόγους τοῦ Διδασκάλου.
Ἐντολήν καινὴν δίδωμι ὑμῖν". "καινήν", δηλαδὴ καινούργιαν, νέαν, ἄγνωστον μέχρι τώρα ἐντολήν σᾶς δίδω. Καὶ ἡ ἐντολὴ αὐτὴ εἶναι νὰ ἀγαπᾶτε ἀλλήλους. Διατὶ ὅμως τὴν ἐντολήν τῆς ἀγάπης τὴν ὀνομάζει νέαν ἐντολήν; Δὲν εἶναι καὶ παλαιά; Δὲν εἶχεν ἀπὸ τὴν Πάλαιαν Διαθήκην διατυπωθῆ; "Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν", εἶχε νομοθητήσει ὁ Θεός εἰς τὸ Λευιτικὸν (ιθ’ 18). Πῶς λοιπὸν εἶναι καινούργια καὶ πρωτάκουστος ἡ ἐντολή;
Ἦτο ἀναμφιβόλως καὶ παλαιὰ ἐντολὴ ἡ ἀγάπη. Ὁ Χριστὸς ὅμως εἰς τὴν Καινὴν Διαθήκην τὴν ἐμφανίζει ὑπὸ ἐντελῶς νέαν μορφὴν τόσον ἀπὸ ἀπόψεως βάθους, ὅσον καὶ ἀπὸ ἀπόψεως ἐκτάσεως. Καὶ ὅσον μὲν ἀφορᾶ τὸ βάθος, ὁ παλαιὸς νόμος ἔθετε μέτρον τῆς ἀγάπης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν συνάνθρωπόν του τὸν ἑαυτόν του. Μὲ τὸν βαθμὸν τῆς ἀγάπης ποὺ ἀγαποῦσε τὸν ἑαυτὸν του ἔπρεπε νὰ ἀγαπᾶ καὶ τὸν ἄλλον. Ὁ Κύριος ὅμως μέτρον τῆς ἀγάπης θέτει ὄχι τὸν ἑαυτόν μας, ἀλλά τὴν ἀγάπην, τὴν ὁποίαν Ἐκεῖνος μᾶς ἔδειξε. Καὶ ἡ ἀγάπη αὐτή εἶναι ὁμολογουμένως ἐκπληκτικὴ καὶ πρωτοφανής. Διότι ἔφθασε μέχρι τοῦ σημείου νὰ παραδώση τὸν ἑαυτὸν του εἰς θάνατον χάριν ἡμῶν. Νὰ θυσιάση τὴν ζωὴν του διὰ τὴν ἰδικήν μας σωτηρίαν. Ὁ Ἴδιος τὸ εἶπε "μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδεὶς ἔχει, ἵνά τις τὴν ψυχὴν αὐτοῦ θῇ ὑπὲρ τῶν φίλων αὐτοῦ". (Ἰωάν. ιε΄ 13). Καὶ ὁ θεῖος Παῦλος πάλιν βεβαιώνει, ὅτι "συνίστησι τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε" (Ρωμ. ε΄ 8). Αὐτὴν λοιπὸν τὴν ἀγάπην, τὴν ὁποίαν ὁ ἴδιος ἔδειξε πρὸς ἡ μᾶς, ζητεῖ νὰ ἀποκτήσουν οἱ Ἀπόστολοι μεταξὺ των, ἀλλά καὶ οἱ πιστοὶ ὅλων τῶν αἰώνων. Δὲν εἶναι λοιπὸν νέα, καινούργια, πρωτοφανὴς ἡ ἀγάπη αὐτή; Καὶ δὲν εἶχε δίκαιον ὁ Κύριος νὰ τὴν ὀνομάζη "καινήν";"(Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχιμ.Γεωργίου Δημοπούλου "Πρό τῆς Θυσίας", ἔκδοση "Ο ΣΩΤΗΡ").