11 Μαῒου
Ἑορταζόμενοι ἅγιοι
● Ὁ Ἅγιος Μώκιος ἱεροµάρτυρας
● Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος Φωτισταὶ τῶν Σλάβων
● Ἐγκαίνια τῆς Κωνσταντινουπόλεως
● Ὁ Ἅγιος Διόσκορος ἢ Διοσκορίδης, ὁ Νέος
● Ὁ Ἅγιος Ἀργυρὴς ἢ Ἀργυρός
● Ὁ Ἅγιος Ἀρµόδιος
● Ἡ Ὁσία Ὀλυµπία καὶ ἡ Ὁσία Εὐφροσύνη
● Ὁ Ὅσιος Ἀγγελάριος Ἀρχιεπίσκοπος καὶ φωτιστὴς Βοηµίας
● Ὁ Ἅγιος Βάσσος, ὁ ἐν Ἡράκλειᾳ Θρᾴκης, Μάρτυρας
● Οἱ Ἅγιοι Βάσσος, Μάξιµος καὶ Φάβιος, Μάρτυρες
● Ὁ Ὅσιος Νικόδηµος Ἀρχιεπίσκοπος Σέρβων (+ 1325)
● Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ Ἔγκλειστος, Ῥῶσος
Περισσότερα στοιχεῖα
Ὁ Ἅγιος Μώκιος ἱεροµάρτυρας
Φῶς, µέσα στὸ εἰδωλολατρικὸ σκοτάδι τῆς Ῥώµης, ἦταν ὁ Εὐφράτιος καὶ ἡ Εὐσταθία (ἐπὶ Διοκλητιανοῦ 284-304). Οἱ εὐσεβεῖς αὐτοὶ γονεῖς µεταλαµπάδευσαν τὸ φῶς αὐτὸ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ στὸ γιό τους Μώκιο. Γι᾿ αὐτὸ ἀπὸ µικρὴ ἀκόµα ἡλικία, ὁ Μώκιος εἶχε µεγάλο πόθο νὰ ὑπηρετήσει τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ ἐκπληρώσει τὸν ἱερὸ αὐτὸ πόθο του. Ἀφοῦ σπούδασε µὲ ἰδιαίτερη ἐπιµέλεια τὰ ἱερὰ γράµµατα καὶ καταρτίσθηκε ὅπως ἔπρεπε στὴ γνώση καὶ µετάδοση τῶν θρησκευτικῶν ἀληθειῶν, σὲ κατάλληλη ἡλικία ἔγινε κληρικός. Ἀργότερα, οἱ ἄριστες ὑπηρεσίες του στὴν Ἐκκλησία τὸν ἀνέβασαν στὸ ἀξίωµα τοῦ ἐπισκόπου Ἀµφιπόλεως (Θρᾴκης). Ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, ὁ Μώκιος ἐξαπέλυσε καυστικοὺς ἐλέγχους ἐνάντια στὸ ψέµα τῆς εἰδωλολατρίας. Ἐπίσης, ἀγωνίστηκε πυρετωδῶς νὰ ἐνισχύσει τὴν πίστη καὶ τὴν ὑποµονὴ τῶν πιστῶν τῆς ἐπισκοπῆς του. Πάντα, βέβαια, µὲ σκοπὸ «τὸν καταρτισµὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας, εἰς οἰκοδοµὴν τοῦ σώµατος τοῦ Χριστοῦ». Δηλαδή, µὲ σκοπὸ νὰ καταρτίζονται οἱ χριστιανοὶ καὶ νὰ ἐπιτελεῖται τὸ ἔργο τῆς διακονίας, µὲ τὸ ὁποῖο οἰκοδοµεῖται τὸ σῶµα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἔντονη, ὅµως, διακονικὴ δράση τοῦ Μωκίου, προκάλεσε τὴν ὀργὴ τοῦ εἰδωλολάτρη ἐπάρχου Λαοδικίου, ποὺ τὸν βασάνισε µὲ ποικίλους τρόπους. Ἀργότερα, ἄλλος ἔπαρχος, ὁ Μάξιµος, τοῦ ἔσχισε τὶς σάρκες καὶ τὸν ἔριξε τροφὴ στὰ θηρία. Ἔβλεπε, ὅµως, ὅτι πάντα ὁ Μώκιος ἔβγαινε ζωντανός. Τότε τὸν ἔστειλε δέσµιο στὸ Βυζάντιο, ὅπου τὸν ἀποκεφάλισαν, καὶ ἔτσι πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.
Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος, Φωτισταὶ τῶν Σλάβων
Δυὸ ἀπὸ τὶς σπουδαιότερες προσωπικότητες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας γενικότερα κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἀπὸ εὐγενικὴ οἰκογένεια.
Ὁ πατέρας τους ἦταν ἀξιωµατοῦχος τοῦ Βυζαντίου στὴ Θεσσαλονίκη.
Ὁ µικρότερος Κωνσταντῖνος (Κύριλλος) γεννήθηκε περὶ τὸ 827, ἐνῷ ὁ µεγαλύτερος ἀδελφός του Μεθόδιος τὸ 815. Ἔχασαν τὸν πατέρα τους σὲ µικρὴ ἡλικία, ἀλλὰ ὁ λογοθέτης Θεόκτιστος ἀνέλαβε ὑπὸ τὴν κηδεµονία του τὸν Κωνσταντῖνο καὶ φρόντισε νὰ σπουδάσει στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀντίθετα ὁ Μεθόδιος προτίµησε τὸν διοικητικὸ κλάδο καὶ διορίστηκε «διοικητὴς σλαβικῆς τινὸς ἡγεµονίας». Στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ Κωνσταντῖνος προφανῶς µαθήτευσε κοντὰ στὸν Φώτιο καὶ πιθανότατα τὸν διαδέχτηκε ὅταν ὁ Φώτιος διορίστηκε πρωτοσπαθάριος.
Ὁρισµένες ὅµως δυσάρεστες καταστάσεις ἀνάγκασαν τὸν Κωνσταντῖνο νὰ καταφύγει στὴ Μονὴ τοῦ Ὀλύµπου Βιθυνίας, ὅπου προηγουµένως, οἰκειοθελῶς εἶχε καταφύγει καὶ ὁ ἀδελφός του Μεθόδιος.
Ὁ Φώτιος, ὅταν ἔγινε Πατριάρχης, ἀνέθεσε στοὺς δυὸ ἀδελφοὺς ἀποστολὴ στοὺς Χαζάρους πρὸς ὑποστήριξιν τῆς χριστιανικῆς πίστεως ἐνάντια στὸν Ἰουδαϊσµὸ καὶ Μωαµεθανισµό. Ἡ ἀποστολὴ αὐτὴ εἶχε µέτρια ἐπιτυχία ἀλλὰ εὐρύτερες καὶ ἀξιόλογες συνέπειες ὡς πρὸς τὴν γνώση τῆς πραγµατικῆς κατάστασης τῶν χριστιανῶν τῆς Κριµαίας. Ὅταν ἐπέστρεψαν ἀπ᾿ αὐτὴν τὴν ἀποστολή τους ὁ µὲν Μεθόδιος ἔγινε ἡγούµενος τῆς Μονῆς Πολυχρονίου, ὁ δὲ Κωνσταντῖνος διορίστηκε καθηγητὴς τῆς φιλοσοφίας στὴν πατριαρχικὴ σχολὴ τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων. Περὶ τὸ 862 κατέφθασε στὴν Κωνσταντινούπολη πρεσβεία ἀπὸ τὸ κράτος τῆς Μοραβίας, σταλµένη ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Ῥαστισλάβο, ποὺ ζητοῦσε ἱεραποστόλους, γνῶστες τῆς σλαβικῆς, ποὺ θὰ κήρυτταν τὸν χριστιανισµὸ στοὺς Μοραβοὺς (οἱ λόγοι ὅµως ἦταν περισσότερο πολιτικοὶ παρὰ θρησκευτικοί). Τὸ ἱεραποστολικὸ αὐτὸ ἔργο ἀνατέθηκε στοὺς δυὸ ἀδελφούς, ποὺ ἦταν καὶ καλοὶ γνῶστες τῆς σλαβικῆς γλώσσας.
Ὁ Κωνσταντῖνος ἐµπνεύστηκε ἀλφάβητο γνωστὸ ὡς γλαγολιτική, στὴν ὁποία µὲ τὴν βοήθεια τοῦ ἀδελφοῦ του Μεθοδίου καὶ τῶν µαθητῶν του µετέφρασε τὶς Ἅγιες Γραφὲς καὶ τὰ λειτουργικὰ βιβλία. Οἱ Βυζαντινοὶ ἱεραπόστολοι ἔγιναν δεκτοὶ µὲ ἐνθουσιασµὸ στὴ Μοραβία. Μάλιστα λίγο πιὸ πέρα, ἀναγκάστηκε νὰ βαπτιστεῖ χριστιανὸς καὶ ὁ Βόρις τῶν Βουλγάρων. Παρὰ τὶς δυσχέρειες ποὺ παρενέβαλλαν οἱ Φράγκοι ἐπίσκοποι REGENSBURG καὶ PASSAU, τὸ ἔργο τῶν Βυζαντινῶν ἱεραποστόλων εὐωδοῦτο. Δυστυχῶς ὅµως, ὁ Κωνσταντῖνος πέθανε τὴν 14η Φεβρουαρίου 869 στὴ Ῥώµη, ὅπου εἶχαν πάει µετὰ ἀπὸ πρόσκληση τοῦ Πάπα Νικολάου Α´, ἀφοῦ προηγουµένως εἶχε γίνει µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Κύριλλος. Τάφηκε στὴ Βασιλικὴ τοῦ Ἁγίου Κλήµεντος. Ὅλο τὸ ἔργο τότε ἔπεσε στὶς πλάτες τοῦ Μεθοδίου. Δυστυχῶς ὅµως γιὰ τὸν Μεθόδιο ἡ πολιτικὴ κατάσταση εἶχε ἀλλάξει ῥιζικὰ στὴ Μοραβία καὶ εἰς βάρος τοῦ ἱεραποστολικοῦ ἔργου. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα νὰ συλληφθεῖ ὁ Μεθόδιος καὶ νὰ φυλακιστεῖ σ᾿ ἕνα µοναστήρι τῆς Βαυαρίας στὸν Μέλανα Δρυµὸ γιὰ τρία χρόνια. Ἀπελευθερώθηκε χάρη στὴν ἐπέµβαση τοῦ Πάπα Ἰωάννη Η´. Κατόπιν πάλι συνάντησε δυσκολίες ἀπὸ τὸν φράγκικο κλῆρο καὶ ἰδίως στὴ χρήση τῆς σλαβικῆς γλώσσας στὴ Θεία Λειτουργία, γιὰ τὴν ὁποία τελικὰ ἔλαβε τὴν ἐπικύρωση τοῦ πάπα. Μετὰ ἀπὸ πρόσκληση τοῦ αὐτοκράτορα Βασιλείου Α´, ὁ Μεθόδιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη (882), ὅπου ἔγινε δεκτός µε ἐγκαρδιότητα. Ἔπειτα ἀπὸ δυὸ χρόνια, στὶς 6 Ἀπριλίου 884, ὁ Μεθόδιος πέθανε, ἀφήνοντας διάδοχό του τὸν Μοραβὸ µαθητή του Γοράζδο. Παρ᾿ ὅλο ποὺ ὁ φράγκικος κλῆρος ὑπονόµευσε σὲ µεγάλο βαθµὸ τὸ ἔργο τῶν δυὸ ἀδελφῶν, ἡ χρυσὴ ἐποχὴ τῆς Βυζαντινῆς ἱεραποστολῆς (9ος καὶ 10ος αἰών) δηµιουργήθηκε χάρη στὴ γονιµοποιὸ αὐτὴ ἀναγέννηση, ποὺ ἀποδίδεται στὶς τρεῖς λαµπρὲς προσωπικότητες τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τὸν πατριάρχη Φώτιο καὶ τοὺς δυὸ ἀποστόλους τῶν Σλάβων Κύριλλο καὶ Μεθόδιο.
Ἐγκαίνια τῆς Κωνσταντινουπόλεως
Ὅταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος κατέλαβε τὴν πόλη τοῦ Βυζαντίου, τὴν ἔκτισε µεγαλύτερη καὶ τὴν ὀνόµασε Κωνσταντινούπολη. Ἀφοῦ τελείωσε ὅλο τὸ τειχόκαστρο, τὰ σπίτια καὶ τὶς ἱερὲς ἐκκλησίες, ἀφιέρωσε αὐτὴ στὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Κατόπιν γιὰ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Θεό, γιὰ τὸ µεγαλοπρεπὲς αὐτὸ ἔργο, ἔκανε λιτανεία µὲ τὸν τότε Πατριάρχη, ὅλο τὸν κλῆρο καὶ τὸν λαό. Ὅταν ἀνέβηκαν στὸν Φόρο, ἔστησαν ἐκεῖ οἱ πολῖτες δικό του ἀνδριάντα, ποὺ µέσα στὸ κεφάλι του ἔβαλαν τὰ καρφιὰ µὲ τὰ ὅποια κάρφωσαν τὸν Χριστό. Στὴ βάση τοῦ ἀνδριάντα τοποθέτησαν τὰ δώδεκα καλάθια, ποὺ µέσα εἶχαν µαζέψει τὰ περισσεύµατα τῶν πέντε ἄρτων, ποὺ εὐλόγησε ὁ Χριστὸς καὶ πολλαπλασιάστηκαν. Ἀπὸ τότε λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία, γιορτάζει κάθε χρόνο αὐτὴ τὴν γιορτὴ γιὰ ἀνάµνηση.
Ὁ Ἅγιος Διόσκορος ἢ Διοσκορίδης, ὁ Νέος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σµύρνη καὶ σ᾿ αὐτὴ µαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστό. Ἡ µανία τῶν εἰδωλολατρῶν κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ἄναβε περισσότερο τὸ ζῆλο του γιὰ τὴν ἁγία µας πίστη. Καταγγέλθηκε λοιπὸν σὰ χριστιανός.
Ὁµολόγησε ὅτι ἦταν καὶ θὰ µείνει ἀµετακίνητος στὴν ἱερὴ ὁµολογία του. Μὲ τὴν ἰδέα ὅτι οἱ βαρεῖες φυλακίσεις θὰ δάµαζαν τὸ φρόνηµά του, τὸν ἔριξαν στὴν πιὸ ἄθλια καὶ σκοτεινὴ φυλακή. Ἐπειδὴ ὅµως καὶ πάλι διακήρυττε, ὅτι µέχρι τὴν τελευταία του πνοὴ θὰ µείνει πιστὸς στὸν Ἰησοῦ του, τὸν θανάτωσαν µὲ ἀποκεφαλισµό.
Ὁ Ἅγιος Ἀργυρὴς ἢ Ἀργυρός
Γεννήθηκε στὴν Ἐπανωµὴ τῆς Θεσσαλονίκης τὸ 1788. Παιδὶ ἀκόµα πῆγε στὴ Θεσ/νίκη, ὅπου ἔπιασε δουλειὰ κοντὰ σ᾿ ἕναν ῥάφτη. Κάποτε µπῆκε σὲ κάποιο καφενεῖο καὶ µὲ θάῤῥος ἤλεγξε ἕναν ἀρνησίθρησκο. Τὸν προέτρεψε µάλιστα νὰ µετανοήσει καὶ νὰ ἐπανέλθει στὸν χριστιανισµό. Ἀπὸ τὴν τόλµη του αὐτή, πῆραν ἀφορµὴ οἱ γενίτσαροι, συνέλαβαν τὸν Ἀργυρή, τὸν βασάνισαν καὶ τὸν παρέδωσαν στὸν κριτή, ποὺ διέταξε τὴν ἄµεση φυλάκισή του. Σὲ κάθε προσπάθεια τοῦ κριτῆ, ὁ νεοµάρτυρας παρέµενε σταθερὸς στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ἔτσι θανατώθηκε µὲ ἀπαγχονισµὸ σὲ ἡλικία 18 χρονῶν, στὴν τοποθεσία Καµπάνι τὴν 11η Μαΐου 1806.
Ὁ Ἅγιος Ἀρµόδιος
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ µνήµη του σηµειώνεται στὸν Κώδικα Κρυπτοφέρης (11ου αἰῶνα), ὅπου καὶ ἡ Ἀκολουθία του ἀπὸ τὸν Ἀρσένιο.
Ἡ Ὁσία Ὀλυµπία καὶ ἡ Ὁσία Εὐφροσύνη
Ἡ Ὁσία Ὀλυµπία καὶ ἡ Ὁσία Εὐφροσύνη ἔζησαν τὸν ΙΓ´ αἰῶνα καὶ παρέδωσαν τὴν ψυχή τους µὲ µαρτυρικὸ θάνατο στὶς 11 Μαΐου τοῦ 1235. Ἡ Ὀλυµπία γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς ποὺ καταγότανε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη.
Ὁ πατέρας της ἦταν ἱερεὺς καὶ ἡ µητέρα της κόρη ἱερέως. Ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ λόγο, ἔφυγαν καὶ κατοίκησαν στὴν Πελοπόννησο. Σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν ἡ Ὀλυµπία ἔχασε τοὺς γονεῖς της καὶ οἱ συγγενεῖς της τὴν ἔστειλαν στὸ µοναστήρι τῶν Καρυῶν τῆς Θερµῆς, τὴν σηµερινὴ ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ῥαφαήλ, ὅπου ἡ τότε ἡγουµένη Δωροθέα ἦταν θεία τῆς Ὀλυµπίας. Σὲ ἡλικία 19 ἐτῶν ἔγινε ἡ Ὀλυµπία µοναχὴ καὶ σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν, ὅταν ἀπέθανε ἡ θεία της, ἔγινε ἡγουµένη. Ἔπειτα ἀπὸ δέκα χρόνια, στὶς 11 Μαΐου τοῦ 1235, πειρατὲς ἦλθαν στὴ Μυτιλήνη, πῆγαν στὸ µοναστήρι, διασκόρπισαν τὶς τριάντα µοναχὲς καὶ ὅσες δὲν πρόλαβαν νὰ φύγουν, τὶς κακοποίησαν. Τὴν ἡγουµένη καὶ µία γερόντισσα Εὐφροσύνη τὶς βασάνισαν φοβερά. Τὴν Εὐφροσύνη, ἀφοῦ τὴν κρέµασαν σὲ δένδρο, τὴν ἔκαψαν. Τὴν Ὀλυµπία τὴν ἔκαυσαν σ᾿ ὅλο τὸ σῶµα µὲ λαµπάδες καὶ ἔπειτα πέρασαν πυρωµένη σιδηρόβεργα στὰ αὐτιά της καὶ τέλος κάρφωσαν τὸ βασανισµένο σῶµα της µὲ εἴκοσι καρφιὰ σὲ µία σανίδα καὶ ἔτσι µὲ τὴν σανίδα τὸ ἐνταφίασαν µετὰ τὴν ἀναχώρηση τῶν πειρατῶν.
Ὁ βίος καὶ τὸ µαρτύριο τῶν δυὸ τούτων ἁγίων γυναικῶν ἔγιναν γνωστὰ κατὰ τὸ ἔτος 1959, ὅταν βρέθηκαν τὰ σεπτὰ λείψανα τῶν ἁγίων τῆς Θερµῆς καὶ ἔγινε γνωστὴ µὲ θεῖες ἀποκαλύψεις ἡ ἱστορία τους, ὅπως καὶ οἱ τάφοι µὲ τὰ σεπτὰ λείψανά τους. Στὸν τάφο τῆς ἁγίας Ὀλυµπίας βρέθηκαν καὶ τὰ εἴκοσι καρφιὰ µὲ τὰ ὅποια τὴν εἶχαν καρφώσει.
Ὁ Ὅσιος Ἀγγελάριος Ἀρχιεπίσκοπος καὶ φωτιστὴς Βοηµίας
(Βλέπε καὶ 17 Ἰουλίου).
Ὁ Ἅγιος Βάσσος, ὁ ἐν Ἡράκλειᾳ Θρᾴκης, Μάρτυρας Οἱ Ἅγιοι Βάσσος, Μάξιµος καὶ Φάβιος,
Μάρτυρες
Ὁ Ὅσιος Νικόδηµος Ἀρχιεπίσκοπος Σέρβων (+ 1325)
Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ Ἔγκλειστος, Ῥῶσος