ΚΕΙΜΕΝΟ
«Καὶ ἰδοὺ ἦν ἄνθρωπος ἐν Ἱεροσολύμοις ᾧ ὄνομα Συμεών, καὶ ὁ ἄνθρωπος οὗτος δίκαιος καὶ εὐλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν τοῦ Ἰσραήλ, καὶ Πνεῦμα ἦν Ἃγιον ἐπ᾿ αὐτόν· καὶ ἦν αὐτῷ κεχρηματισμένον ὑπὸ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου μὴ ἰδεῖν θάνατον πρὶν ἢ ἴδῃ τὸν Χριστὸν Κυρίου.»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Καί ἰδού ἦτο εἰς τήν Ἱερουσαλήμ ἕνας ἄνθρωπος, πού ὠνομάζετο Συμεών. Καί ὁ ἄνθρωπος οὗτος ἦτο δίκαιος φυλάττων τάς ἐντολάς τοῦ νόμου καί εὐλαβής, φοβούμενος τόν Θεόν. Αὐτός εἶχε φωτισθῆ ἀπό τήν ἀνάγνωσιν τῶν προφητικῶν βιβλίων καί μέ πόθον ζωηρόν ἐπερίμεν νά ἔλθῃ εἰς τόν Ἰσραηλιτικόν λαόν διά τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσίου παρηγορία ἀπό τά κακά καί τάς θλίψεις, πού ὑπέφερεν ἕνεκα τῆς ἁμαρτίας. Καί πνεῦμα προφητικόν Ἅγιον ἦτο ἐπάνω του» (Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα)
ΣΧΟΛΙΟ
Κάθε χρόνο ἀπὸ τὶς 15 Ἰανουαρίου ἀρχίζουν νὰ ψάλλωνται στὴν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου στοὺς ναοὺς μας οἱ πολὺ ὡραῖες Καταβασίες «Χέρσον ἀβυσσοτόκον». Ἡ Ἐκκλησία μας θέλει μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ νὰ μᾶς ἑτοιμάσῃ γιὰ τὸν ἑορτασμὸ τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, τὴν ὁποία πανηγυρίζουμε κάθε χρόνο στὶς 2 Φεβρουαρίου. Ἡ ἑορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς, παρ’ ὅλο ποὺ φαίνεται καὶ εἶναι Δεσποτικὴ ἑορτὴ (ἑορτὴ δηλαδὴ ποὺ ἀναφέρεται στὸν Κύριο), στὴν πραγματικότητα ἔχει καθιερωθῆ καὶ ὡς Θεομητορική, ἐπειδὴ πάρα πολὺ ἀπὸ τὸ περιεχόμενό της ἔχει σχέσι μὲ τὴν Παναγία μας. Στό σημερινό μας ἀνάγνωσμα θά ἀναφερθοῦμε σέ ἕνα ἀπό τά περιστατικά τῆς ἑορτῆς, ὅπως περιγράφεται στὸ β΄ κεφάλαιο τοῦ κατὰ Λουκᾶν Εύαγγελίου.
Συγκινητικὴ πραγματικὰ ἡ συνάντησι τοῦ γέροντος Συμεὼν μὲ τὸν Κύριο. Καὶ ἀκόμη πιὸ συγκινητικὴ ἡ ὑποδοχὴ ποὺ Τοῦ ἔκανε. Τὸν ἐδέχθηκε εὐλαβικὰ στὴν ἀγκάλη του. Ἐξ ἴσου ὅμως συγκινητικὴ ἡ πολυχρόνια προσμονή του, ἡ μεγάλη του ἐπιθυμία νὰ ἔλθῃ ὁ Μεσσίας καὶ νὰ φέρῃ «παράκλησιν» στὸν Ἰσραήλ, παρηγορία δηλαδὴ καὶ ἀνακούφισι ἀπὸ τὰ δεινὰ στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι λοιπόν δυνατὸ νὰ ὑποδεχτοῦμε καὶ ἐμεῖς σήμερα τὸν Κύριο, ἀλλὰ μὲ διαφορετικὸ τρόπο. Χωρὶς ἀμφιβολία καὶ καθένας ἀπὸ μᾶς θὰ ἐπιθυμοῦσε νὰ βρισκόταν ἐκείνη τὴν ὥρα στὸν ναό, καὶ νὰ δεχτῇ στὴν ἀγκαλιά του τὸν Κύριο. Ἀλλὰ δὲν ἤμαστε. Οὔτε εἶναι πλέον δυνατὸν κάτι τέτοιο νὰ ἐπαναληφθῇ. Ἡ συνάντησι τοῦ Συμεὼν ἦταν μοναδική. Ἔγινε μία φορά, τότε, πρὶν δύο χιλιετίες. Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι σήμερα εἶναι ἀδύνατον νὰ συναντήσουμε τὸν Κύριο. Τὸ ἀντίθετο μάλιστα. Σήμερα μποροῦμε πολὺ εὐκολώτερα καὶ οὐσιαστικώτερα νὰ Τὸν συναντήσουμε. Διότι ἡ προσευχή μας τί εἶναι; Δὲν εἶναι συνάντησι καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Κύριο; Καὶ ὅταν μελετοῦμε τὸν λόγο Του, δὲν ἀκοῦμε τὸν ἴδιο τὸν Θεὸ νὰ μᾶς μιλάῃ; Καὶ σὲ κάθε ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας ὅταν μετέχουμε, τὸν Κύριο δὲν συναντοῦμε; Πολὺ περισσότερο, ὅταν μετέχουμε στὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας καὶ κοινωνοῦμε, τότε δὲν ἔχουμε ἁπλῶς μιὰ στιμιαία συνάντησι μὲ τὸν Κύριο, ὅπως αὐτὴ ποὺ εἶχε ὁ ἅγιος Συμεών, ἀλλὰ μιὰ πραγματικὴ ἕνωσι μαζί Του. Τότε ὁ Κύριος καὶ Θεός μας ἔρχεται καὶ μένει μέσα μας, κάνει τὴν καρδιά μας κατοικητήριό Του. Καὶ τότε ἔχουμε μιὰ ἀληθινὴ ὑπαπαντή, μιὰ ὑποδοχὴ τοῦ Θεοῦ μέσα στὸν ναὸ τῆς ψυχῆς μας.