Πέμπτη 21 Ἰουλίου 2011 Α´ Κορ. στ´ 20

ΚΕΙΜΕΝΟ 

Ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς· δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ”

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

“Ναι· δέν ὁρίζετε τόν ἑαυτόν σας. Διότι ἐξαγορασθήκατε μέ τίμημα βαρύ, μέ τό ἀτίμητο αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀποφεύγετε λοιπόν κάθε αἰσχράν πρᾶξιν, πού γίνεται μέ τό σῶμα· καί ἀποδιώκετε κάθε πονηράν σκέψιν καί ἐπιθυμίαν ἀπό τό πνεῦμα σας. Καί ἔτσι δοξάσατε τόν Θεόν μέ τό σῶμα σας καί μέ τό πνεῦμα σας, τά ὁποῖα ἀνήκουν εἰς τόν Θεόν.” (Ἀπό τήν “ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας” τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση “Ο ΣΩΤΗΡ”).

ΣΧΟΛΙΟ Β΄ (συνέχεια ἀπό τό προηγούμενο)

  ῍Ας δοῦμε σήμερα τί ἀκριβῶς σημαίνει νὰ δοξάζουμε τὸν Θεὸ μὲ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή μας. Γιατί ὁ ᾿Απόστολος ἀναφέρει καὶ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή;  ῾Ο πρῶτος τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο δοξάζουμε οἱ ἄνθρωποι τὸν Θεὸ εἶναι ἡ ἀποφυγὴ τῆς ἁμαρτίας. Τὸ θέμα αὐτὸ ἀναπτύχθηκε στὸ προηγούμενο ἄρθρο τοῦ Περιοδικοῦ, ποὺ δὲν τὸ διαβάσαμε σήμερα. ᾿Αλλὰ τὸ πρᾶγμα εἶναι ὁλοφάνερο. ῞Οταν οἱ πιστοὶ ἄνθρωποι ὑποδουλωνώμαστε στὴν ἁμαρτία, ἀσφαλῶς ὄχι μόνο δὲν δοξάζουμε τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ τὸν δυσφημοῦμε. Γινόμαστε ἀφορμὴ ὥστε οἱ ἄπιστοι νὰ βλασφημοῦν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. «Τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ δι᾿ ὑμᾶς βλασφημεῖται ἐν τοῖς ἔθνεσι» (Ρωμ. β´ 24)· ἐξ αἰτίας σας οἱ εἰδωλολάτρες βλασφημοῦν τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Κάθε ἁμάρτημα ποὺ διαπράττουμε εἶναι καὶ μία ὕβρις πρὸς τὸν Θεό. Εἶναι ἀχαριστία πρὸς τὸν Δημιουργό μας καὶ τὸν Λυτρωτή μας. ῾Επομένως, ὅταν ἀγωνιζώμαστε νὰ ἀποφεύγουμε τὴν ἁμαρτία, αὐτὸ ἀποτελεῖ δόξα γιὰ τὸν Θεό. ᾿Αποτελεῖ ἔμπρακτη ἀναγνώρισι ὅτι ἀνήκουμε σ᾿ Αὐτόν. Τοῦ ἀνήκει καὶ τὸ σῶμα μας καὶ ἡ ψυχή μας. Αὐτὸ θὰ τὸ δοῦμε καλύτερα στὸ ἄλλο σημεῖο. Στὸ ὅτι δηλαδὴ

β) Δοξάζουμε οἱ ἄνθρωποι τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἐργασία τῆς ἀρετῆς. ῾Ο Κύριος τὸ εἶπε αὐτὸ μὲ ἕνα πολὺ χαρακτηριστικὸ παράδειγμα. ῾Η ζωή σας, εἶπε, πρέπει νὰ εἶναι τέτοια ποὺ νὰ λάμπῃ σὰν φῶς στὸ περιβάλλον σας. Νὰ λάμπῃ ἀπὸ τὰ καλά σας ἔργα, ἀπὸ τὴν ἁγία ἀναστροφή σας, ὥστε οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι βλέποντας τα νὰ δοξάζουν τὸν Οὐράνιο Πατέρα σας· «Οὕτω λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τὰ καλὰ ἔργα καὶ δοξάσωσι τὸν πατέρα ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς» (Ματθ. ε´ 16). Νὰ λοιπὸν ποὺ φθάσαμε στὸ κύριο σημεῖο τοῦ θέματός μας. Στὸ ὅτι δηλαδὴ μὲ τὴν ἁγία ἀναστροφή μας ὀφείλουμε νὰ δοξάζουμε τὸν Θεό. ῾Ο ᾿Απόστολος τὸ ὑπογράμμισε αὐτὸ λέγοντας, ὅτι πρέπει νὰ Τὸν δοξάζουμε «ἐν τῷ σώματι» καὶ «ἐν τῷ πνεύματι» ἡμῶν, μὲ τὸ σῶμα μας καὶ μὲ τὴν ψυχή μας. Γιατί ὅμως λέγει καὶ μὲ τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή μας; Διότι οἱ ἄνθρωποι ἀποτελούμαστε καὶ ἀπὸ τὰ δύο. ῾Επομένως καὶ μὲ τὰ δύο ὀφείλουμε νὰ δοξάζουμε τὸν Θεό, ἀσκῶντας τὴν ἀρετὴ καὶ ἐργαζόμενοι τὴν άγιότητα. Καὶ ἡ ψυχή μας πρέπει νὰ ἔχῃ ἅγιες ἐπιθυμίες καὶ ἁγίους λογισμούς, ἀλλὰ καὶ οἱ αἰσθήσεις μας νὰ ἐνεργοῦν μὲ ἄγιο τρόπο. Τὰ μάτια νὰ βλέπουν μὲ καθαρότητα καὶ ἁγνότητα. Τὰ αὐτιὰ νὰ ἀκοῦν ἐπίσης ἅγια. ῾Η γλῶσσα νὰ εἶναι καθαρὴ ἀπὸ ἄπρεπα λόγια. Τὰ χείλη ἁγνὰ νὰ ὑμνοῦν τὸν Θεό. Τὰ χέρια πρόθυμα στὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς. ῞Ολα αὐτὰ τὰ λέγει πολὺ ἐπιτυχημένα ἡ πρώτη εὐχὴ τῶν πιστῶν τῆς θείας Λειτουργίας τῶν Προηγιασμένων· «᾿Οφθαλμὸς μὲν ἀπέστω παντὸς πονηροῦ βλέμματος, ἀκοὴ δὲ λόγοις ἀργοῖς ἀνεπίβατος, ἡ δὲ γλῶσσα καθαρευέτω ρημάτων ἀπρεπῶν. ῞Αγνισον ἡμῶν τὰ χείλη, τὰ αἰνοῦντα σε, Κύριε· τὰς χεῖρας ἡμῶν ποίησον τῶν μὲν φαύλων ἀπέχεσθαι πράξεων, ἐνεργεῖν δὲ μόνα τὰ σοὶ εὐάρεστα».

Στὴν ἀγιότητα μετέχει ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος καὶ μὲ τὴν ψυχὴ καὶ μὲ τὸ σῶμα του. Νά σὲ λίγο πλησιάζει ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Πῶς θὰ τὴν περάσουμε; Καὶ ἡ ψυχή μας βεβαίως θὰ πρέπει νὰ στραφῇ πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ καὶ τὸ σῶμα νὰ νηστεύσῃ. ῾Η ἀρετὴ δὲν εἶναι ὑπόθεσι μόνο τῆς ψυχῆς. ᾿Ακόμη καλύτερα θὰ τὸ καταλάβουμε αὐτό, ἂν φέρουμε στὸ νοῦ μας τὸ παράδειγμα τῶν μαρτύρων τῆς πίστεώς μας. Τοὺς ἔλεγαν οἱ εἰδωλολάτρες· Μὴν ἀρνεῖσθε τὴν πίστι σας. Κρατῆστε την μέσα στὴν ψυχή σας καὶ μόνο ἐξωτερικὰ νὰ προσφέρετε μὲ τὸ χέρι σας θυμίαμα στοὺς θεούς. «῎Οχι», ἀπαντοῦσαν οἱ ἥρωες! «Καὶ ἡ ψυχή μας καὶ τὸ σῶμα μας ἀνήκουν στὸν Χριστό. Πιστεύουμε σ᾿ Αὐτὸν καὶ μὲ τὰ δύο. Εἶναι ἀδύνατον λοιπὸν τὰ χέρια μας νὰ Τὸν ἀρνηθοῦν. ῍Ας κοποῦν καλύτερα, παρὰ νὰ προσφέρουν μιὰ τέτοια βέβηλη καὶ ἀκάθαρτη λατρεία».

Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ ὅτι στὸ Εὐαγγέλιο ποὺ ἀκοῦμε τὴν Κυριακὴ τῆς Κρίσεως στοὺς Ναούς μας ὁ Κύριος περιγράφει ἔργα ἀρετῆς ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἐργάστηκαν μὲ τὸ σῶμα τους, ὡς ξεχείλισμα ὅμως τῆς διαθέσεως τῆς ψυχῆς τους. Σ᾿ αὐτὸ τὸ Δικαστήριο θὰ βρεθοῦμε ἐκείνη τὴν ἡμέρα καὶ ὅλοι μας. ῍Ας ἐπιμεληθοῦμε λοιπόν, ὅσο ἔχουμε καιρό, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἁγιότητα σωματικῶς καὶ πνευματικῶς εἰς δόξαν Θεοῦ. Γιὰ νὰ ἀξιωθοῦμε νὰ κληρονομήσουμε καὶ ἐμεῖς τὴν Βασιλεία του.