ΚΕΙΜΕΝΟ
“Οὕτως οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς· Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς· ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου· ἐλθέτω ἡ βασιλεία σου· γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς· τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον· καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν, ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν· καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλὰ ρῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ. ὅτι σοῦ ἐστιν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν”
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
“Σεῖς λοιπόν κατ’ἀντίθεσιν πρός τούς ἐθνικούς πρέπει νά προσεύχεσθε κατά τόν ἀκόλουθον τρόπον· Πατέρα μας, πού εἶσαι πανταχοῦ παρών, ἀλλ’ ἐξαιρετικά εἰς τούς οὐρανούς δεικνύεις τήν παρουσίαν σου, ἄς ἀναγνωρισθῇ ἡ ἁγιότης σου, ὥστε νά δοξασθῇ καί νά λατρευθῇ ἀξίως τό Ὄνομά σου. Εἴθε νά ἔλθῃ ἡ βασιλεία σου διά τῆς ἐλευθέρας καί προθύμου ὑποταγῆς πάντων τῶν ἀνθρώπων εἰς σέ, ὥστε διά τῆς ὑπακοῆς των εἰς τά προστάγματά σου νά γίνουν οὗτοι πραγματικοί καί ἐξ ὁλοκλήρου ἀφωσιωμένοι ὑπήκοοί σου. Εἴθε νά γίνῃ τό θέλημά σου καί ἐπί τῆς γῆς ἀπό τούς ἀνθρώπους,ὅπως γίνεται τοῦτο εἰς τόν οὐρανόν ἀπό τούς ἀγγέλους καί ἁγίους. Τόν ἄρτον μας, τόν καθημερινόν καί ἀναγκαῖον διά τήν συντήρησιν τῆς οὐσίας καί ὑπάρξεώς μας, δός μας τον σήμερα. Καί συγχώρησέ μας ὅσα σοῦ χρεωστοῦμεν λόγῳ τῶν ἀναριθμήτων ἁμαρτιῶν μας, καθώς καί ἡμεῖς συγχωροῦμεν ἐκείνους, πού μᾶς εἶναι χρεῶσται λόγῳ ἀδικημάτων πού μᾶς ἔκαμαν. Καί μή ἐπιτρέψῃς νά πέσωμεν εἰς πειρασμόν, ἀλλά γλύτωσέ μας ἀπό τόν πονηρόν, πού μᾶς πολεμεῖ. Ζητοῦμεν δέ αὐτά ἀπό Σέ, διότι ἰδική σου εἶναι εἶναι ἡ βασιλεία καί ἡ δύναμις καί ἡ δόξα εἰς τούς ἀτελευτήτους αἰῶνας. Ἀμήν” (Ἀπό τήν “ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας” τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση “Ο ΣΩΤΗΡ”).
ΣΧΟΛΙΟ
Ἀπὸ τὰ παιδικά μας χρόνια οἱ περισσότεροι ἀπὸ μᾶς ἔχουμε μάθει καὶ ἔχουμε ἀπαγγείλει καὶ συνεχίζουμε νὰ ἀπαγγέλλουμε ἀναρίθμητες σχεδὸν φορὲς τὴν Κυριακὴ προσευχή, ὅπως ὀνομάζεται· δηλαδὴ τὸ γνωστό μας «Πάτερ ἡμῶν». Καὶ βέβαια, κάθε φορὰ ποὺ τὸ ἀπαγγέλλουμε, ἐπαναλαμβάνουμε καὶ τὴν παράκλησι αὐτή· «γενηθήτω τὸ θέλημά σου». Τὸ θέμα τώρα εἶναι ἂν καὶ πόσο καταλαβαίνουμε τί ζητοῦμε κι ἂν πραγματικὰ θέλουμε αὐτὸ ποὺ ἐπὶ τόσα χρόνια παρακαλοῦμε.
Ἄς δοῦμε λοιπόν Γιατί ὁ Κύριος μᾶς παρακινεῖ νὰ ζητοῦμε νὰ γίνεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ στὴ γῆ, ὅπως γίνεται στὸν οὐρανό; Γιατί δηλαδὴ εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ζητοῦμε τὴν πραγματοποίησι τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας;
α) Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ζητοῦμε τὴν πραγματοποίησι τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ στὴ ζωή μας, διότι ἐμεῖς δὲν γνωρίζουμε ποιὸ εἶναι τὸ καλύτερο καὶ συμφερώτερο γιὰ μᾶς. Εἴμαστε ἄνθρωποι φτωχοὶ καὶ ἀδύναμοι. Γνωρίζουμε ἐλάχιστα πράγματα καὶ ἀγνοοῦμε ἀναρίθμητα. Τὴν ἴδια τὴ ζωή μας δὲν τὴν ἔχουμε στὰ χέρια μας. Δὲν ξέρουμε πόσο θὰ ζήσουμε, οὔτε κἂν ἂν θὰ ζοῦμε αὔριο ἢ καὶ τὴν ἑπόμενη στιγμή. Ἀλλὰ καὶ τὴν γενικώτερη κατάστασι τοῦ κόσμου εἶναι ἀδύνατο νὰ τὴν γνωρίζουμε μὲ ἀκρίβεια, πολὺ περισσότερο εἶναι ἀδύνατο νὰ τὴν προκαθορίσουμε καὶ νὰ τὴν κατευθύνουμε. Πλῆθος ἀπρόβλεπτα γεγονότα συμβαίνουν συχνά, ποὺ ἀλλάζουν ἐντελῶς τὴν πορεία τῶν πραγμάτων καὶ τὴν ἴδια τὴ ζωή μας. Ἡ ἁπλῆ λογικὴ λοιπὸν μᾶς λέει ὅτι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δὲν εἴμαστε σὲ θέσι νὰ κατευθύνουμε σωστὰ τὴ ζωή μας. Διότι αὐτὰ ποὺ θέλουμε καὶ ἐπιθυμοῦμε δὲν γνωρίζουμε ἂν εἶναι πραγματικὰ καλά, σωστὰ καὶ ἐφαρμόσιμα. Ὁ κίνδυνος μάλιστα αὐξάνεται ἀπὸ τὸ ὅτι αὐτὸ ποὺ θεωροῦμε θέλημά μας, ἔστω κι ἂν φαίνεται καλὸ καὶ θεάρεστο, συχνὰ μπορεῖ νὰ εἶναι σκέψι ποὺ μᾶς τὴν ἔχει βάλει ὁ διάβολος στήνοντάς μας κάποια παγίδα. Τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι τὸ δικό μας θέλημα, ἀκόμη κι ὅταν φαίνεται καλό, μπορεῖ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ σὲ κίνδυνο ἢ καὶ καταστροφή, νὰ μᾶς χωρίσῃ δηλαδὴ ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔλεγε ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν ὁ μέγας ὅτι «τὸ θέλημα τοῦ ἀνθρώπου τεῖχός ἐστι χαλκοῦν ἀναμέσον αὐτοῦ καὶ τοῦ Θεοῦ», εἶναι χάλκινο τεῖχος ποὺ χωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τὸν Θεό. Τεῖχος τὸ ὁποῖο δὲν ἐπιτρέπει στὸν Θεὸ νὰ ἐπέμβῃ στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ νὰ τὸν καθοδηγήσῃ μὲ ἀσφάλεια στὴ σωτηρία, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μένῃ ἐκτεθειμένος στὴ δαιμονικὴ πλάνη. Γι’ αὐτὸ καὶ λέγει ὁ ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης ὅτι προσευχόμαστε στὸν Θεὸ μὲ τὰ λόγια «γενηθήτω τὸ θέλημά σου, ἵνα σβεσθῇ τοῦ διαβόλου τὸ θέλημα», γιὰ νὰ ἐξαφανισθῇ τὸ θέλημα τοῦ διαβόλου. (Ἁγ. Γρηγορίου Νύσσης, Εἰς τὴν Κυριακὴν προσευχὴν λόγος δ΄).
β) Εἶναι ἀκόμη ἀπαραίτητο νὰ τὸ ζητοῦμε, διότι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐκδήλωσι τῆς ἀγάπης του καὶ εἶναι σωτήριο γιὰ μᾶς. Ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, «θέλημα Θεοῦ ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων ἐστί». Αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Θεὸς εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Τὸ θέλημά του δὲν εἶναι μιὰ ἐγωιστικὴ ἀπαίτησι νὰ γίνῃ τὸ δικό του, γιὰ νὰ βεβαιώσῃ κατὰ κάποιον τρόπο τὴν ἐξουσία του, ἀλλὰ εἶναι ξεχείλισμα τῆς ἄπειρης γιὰ μᾶς ἀγάπης του. Ὁ Θεὸς ὡς πανάγαθος μᾶς ἀγαπάει ἀληθινὰ καὶ γνήσια. Ὡς πάνσοφος καὶ παντογνώστης γνωρίζει ποιὸ εἶναι σὲ κάθε περίστασι τὸ καλύτερο καὶ συμφερώτερο γιὰ μᾶς. Ὡς παντοδύναμος δὲ αὐτὸ τὸ καλύτερο καὶ συμφερώτερο μπορεῖ νὰ τὸ πραγματοποιήσῃ. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο μᾶς φανερώνει τὸ θέλημά του, ὅταν Τοῦ τὸ ζητοῦμε, καὶ μᾶς ὑποδεικνύει νὰ τὸ δεχθοῦμε γιὰ νὰ σωθοῦμε. Στὸ ἴδιο πάλι σημεῖο ὁ ἅγιος Γρηγόριος λέγει ὅτι ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ εἶναι ὑγεία τῆς ψυχῆς καὶ ὅτι τὸ ἀντίθετο, ἡ παράβασι δηλαδὴ τοῦ θελήματός του εἶναι ἀσθένεια τῆς ψυχῆς ποὺ καταλήγει σὲ πνευματικὸ θάνατο· «ὑγεία τῆς ψυχῆς ἡ τοῦ θείου θελήματος εὐοδία, ὥσπερ δὴ πάλιν τὸ ἐκπεσεῖν τοῦ ἀγαθοῦ θελήματος νόσος ἐστὶ ψυχῆς τελευτῶσα εἰς θάνατον».