Δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ ἀξιομακάριστο ἀπὸ ἐκείνη τὴν ψυχή (τὸν ἀπόστολο Παῦλο). Γιὰ ποιὰ πράγματα καυχιέται; Γιὰ τὰ δεσμά, γιὰ τὶς θλίψεις, γιὰ τὶς ἁλυσίδες… Διότι ὅπου ὑπάρχουν δεσμά, πρέπει καὶ κάτι μεγάλο νὰ γίνει ἐκεῖ… Ἐκεῖ μεγάλα κα-τορθώματα. Διότι ὁ διάβολος, ὅταν κλωτσήσει τοὺς ἄλλους, τότε πληγώνεται ὁ ἴδιος, ὅταν δέσει τοὺς δούλους τοῦ Θεοῦ, τότε ὁ θεῖος λόγος καρποφορεῖ περισσότερο. Καὶ πρόσεχε ὅτι παντοῦ αὐτὸ γίνεται. φυλακίστηκε ὁ Παῦλος, καὶ στὴ φυλακὴ ἐργάστη-κε αὐτὰ τὰ μεγάλα καὶ θαυμαστά. «Σ᾽ αὐτά, λέει, τὰ δεσμά μου». Φυλακίστηκε στὴ Ρώμη, καὶ εἵλκυσε πάρα πολλοὺς στὴ χριστιανικὴ πίστη. Κι ὄχι μόνος αὐτὸς εἶχε θάρρος, ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἄλλοι ἀπὸ αὐτὸν ἔπαιρναν θάρρος. Φυλακίστηκε στὰ Ἱεροσόλυμα, καὶ κηρύττοντας τὸν θεῖο λόγο μὲ ἁλυσοδεμένα τὰ χέρια κατέπληξε τὸν βασιλιά, καὶ τὸν ἄρχοντα τὸν ἔκανε νὰ φοβηθεῖ. Τὸν ἀπέλυσε, γράφουν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (κδ΄ 25), ἐπειδὴ φοβήθηκε. Καὶ δὲν ντρεπόταν αὐτὸς ποὺ τὸν φυλάκισε, νὰ μαθαίνει ἀπὸ ἕναν φυλακισμένο γιὰ ὅσα ἐπρόκειτο νὰ γίνουν στὸ μέλλον. Δεμένος ταξίδευε πρὸς τὴ Ρώμη, καὶ ξεπέρασε τὸ ναυάγιο καὶ ἔδεσε τὴν κακοκαιρία μὲ τὶς προσευχές του. Στὴ Μάλτα, ἐνῶ ἦταν δεμένος μὲ χειροπέδες, τὸν τσίμπησε ἐκεῖνο τὸ δηλητηριῶδες φίδι καὶ σὲ τίποτε δὲν τὸν ἔβλαψε. Ὁ Ἀπόστολος τίναξε τὸ χέρι του, καὶ τὸ φίδι ἔπεσε μέσα στὴ φωτιὰ καὶ κάηκε. Φυλακίστηκε στὴ Ρώμη, καὶ κηρύττοντας φυλακισμένος τὸν θεῖο λόγο χιλιάδες ἀνθρώπους προσείλκυσε στὴν πίστη, προβάλλοντας ὡς ἐπιχείρημα ἀντὶ ὅλων τῶν ἄλλων τὴν ἁλυσίδα μὲ τὴν ὁποία ἦταν δεμένος. (Ἰω.Χρυσοστόμου, Εἰς τήν πρός Ἐφεσίους ἐπιστολήν Ὁμιλία 8η, PG 62,65)