Ὁ ἄνθρωπος, λέγει ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι κάτι πολύ σπουδαῖο, ἐκεῖνος ὅμως πού κάμνει ἐλεημοσύνη εἶναι κάτι τό πολύτιμο. Ἡ χάρη τῆς ἐλεημοσύνης εἶναι πιό μεγάλη ἀπό τή χάρη τῶν νεκραναστάσεων. Διότι εἶναι πολύ μεγαλύτερο τό νά τρέφεις τό Χριστό στό πρόσωπο τοῦ κάθε πεινασμένου ἀπό τοῦ νά ἀνασταίνεις τούς νεκρούς μέ τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ. Στήν ἐλεημοσύνη εὐεργετεῖς ἐσύ τό Χριστό, ἐνῶ στή νεκρανάσταση σέ εὐεργετεῖ Ἐκεῖνος. Ὁ δέ μισθός τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἐπιφυλάσσεται γι᾽ αὐτόν πού εὐεργετεῖ καί ὄχι γι᾽ αὐτόν πού εὐεργετεῖται. Στά θαύματα ἐπίσης τῶν νεκραναστάσεων ἐσύ γίνεσαι ὀφειλέτης στόν Θεό, πού εἶναι ἡ αἰτία τῶν θαυμάτων. Στήν ἐλεημοσύνη ὅμως ἔχεις ὀφειλέτη σου τό Θεό. Τότε μάλιστα εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη πραγματική, ὅταν προσφέρεις μέ ἁπλοχεριά, ὅταν δέν νομίζεις ὅτι δίνεις ἀλλά ὅτι παίρνεις ἐσύ ὁ ἴδιος, ὅταν νοιώθεις ὅτι εὐεργετεῖσαι, ὅταν αἰσθάνεσαι ὅτι κερδίζεις καί δέν χάνεις. Διαφορετικά δέν ἔχει χάρη καί ἀξία ἡ ἐλεημοσύνη σου. Διότι ὅταν ἐλεεῖς τόν ἄλλον, πρέπει νά χαίρεσαι καί ὄχι νά δυσανασχετεῖς (Ἰω.Χρυσοστόμου, ΙΣΤ´ὁμιλία στήν Β´Κορινθίους PG 61, 516).