Ἐφ᾽ ὅσον ὁ βασιλιάς τῶν Ἰουδαίων Μανασσῆς μέ τή μετάνοια, πού ἔδειξε, σώθηκε, ποιός ἄνθρωπος, πού μετανοεῖ ὁλόψυχα, εἶναι δυνατό νά ἀμφιβάλλει γιά τή δική του σωτηρία; Τί μοῦ λές ἐπόρνευσα, ἐμοίχευσα, ἐφόνευσα, ἐγήρασα μέσα στήν ἁμαρτία καί δέν εἶναι δυνατό νά σωθῶ; Ἐφ᾽ ὅσον τόν Μανασσῆ, τόσο ἀσεβῆ ἄνθρωπο, ὁ Θεός τόν δέχτηκε ὅταν μετανόησε εἰλικρινά, ποιόν ἄνθρωπο, πού μετανοεῖ μέ ὅλη του τήν ψυχή, δέν θά τόν δεχτεῖ μέ ἀνοιχτές ἀγκάλες; Θά τολμήσω μάλιστα νά εἰπῶ, ὅτι καί αὐτό τόν διάβολο θά δεχόταν ὁ Θεός, ἐάν ἐκεῖνος ἔδειχνε μετάνοια. Ποιός ἁμάρτησε τόσο πολύ ὅσο ὁ Μανασσῆς, ὁ ὁποῖος ἐπί πεντῆντα δύο χρόνια ὁδηγοῦσε τόν ἰσραηλιτικό λαό νά προσκυνεῖ καί νά λατρεύει τά εἴδωλα; Πόσες μυριάδες Ἰσραηλιτῶν ἐκεῖνα τά χρόνια πέθαναν, τῶν ὁποίων τό ἁμάρτημα τῆς ἀποστασίας εἶχε ὡς συνέπεια τήν ψυχική ἀπώλεια; Καί γιά τό ἁμάρτημα αὐτό τῆς ἀποστασίας τοῦ λαοῦ καί τῆς ἀπώλειας πλείστων ὅσων ψυχῶν ὑπεύθυνος καί ὀφειλέτης ἦταν ὁ Μανασσῆς καί παρά ταῦτα συγχωρήθηκε. Καί τό μεγάλο πλῆθος τῆς πονηρίας του δέν ἐνίκησε τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά ἐνῶ ὁδηγήθηκε ἀπό τούς Χαλδαίους αἰχμάλωτος στή Βαβυλώνα καί κατά κάποιο τρόπο καταδικάστηκε νά πληρώσει ὅσα ἀσεβῆ καί βλάσφημα ἔκαμε κατά τοῦ Θεοῦ, ὅμως μόνο μέ δάκρυα μετανοίας προσευχήθηκε στό δεσμωτήριο, ὅπου ἦταν δεμένος μέ χαλκᾶ δεσμά, καί μέ προσταγή τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος δέχτηκε τή μετάνοιά του, τά χάλκινα δεσμά ἔσπασαν καί αὐτός, χωρίς νά πάθει τίποτε ἀπολύτως, βγῆκε σῶος. Καί διασώθηκε στήν Ἱερουσαλήμ, ὅπου καί πέθανε, ἀφοῦ πέρασε τήν ὑπόλοιπη ζωή του μέ μετάνοια (Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης)