Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011 Ψαλμ. ρθ´(109) 4-7

ag_prodromos

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

«Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου· κάθου ἐκ δεξιῶν μου, ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου.  ράβδον δυνάμεως ἐξαποστελεῖ σοι Κύριος ἐκ Σιών, καὶ κατακυρίευε ἐν μέσῳ τῶν ἐχθρῶν σου.  μετὰ σοῦ ἡ ἀρχὴ ἐν ἡμέρᾳ τῆς δυνάμεώς σου ἐν ταῖς λαμπρότησι τῶν ἁγίων σου· ἐκ γαστρὸς πρὸ ἑωσφόρου ἐγέννησά σε. ὤμοσε Κύριος καὶ οὐ μεταμεληθήσεται· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.  Κύριος ἐκ δεξιῶν σου συνέθλασεν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς αὐτοῦ βασιλεῖς·  κρινεῖ ἐν τοῖς ἔθνεσι, πληρώσει πτώματα, συνθλάσει κεφαλὰς ἐπὶ γῆς πολλῶν.  ἐκ χειμάρρου ἐν ὁδῷ πίεται· διὰ τοῦτο ὑψώσει κεφαλήν.

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

 

          «Ὡρκίσθη ὁ Κύριος καί δέν θά μεταμεληθῇ, ὥστε νά μεταβάλῃ ἀπόφασιν. Καί εἶπεν ἐν τῇ ἐνόρκῳ ὑποσχέσει του. Σύ εἶσαι ἱερεύς αἰώνιος σάν τόν Μελχισεδέκ, τοῦ ὁποίου παρασιωπᾶται ἐξεπίτηδες εἰς τήν Γραφήν ἠ γενεαλογία καί ὁ θάνατος, διά νά εἶναι σύμβολον καί προτύπωσις τῆς παντοτεινῆς ἱερωσύνης σου καί τῆς αἰωνίας βασιλείας σου, ἀφοῦ ὁ Μελχισεδέκ ἦτο συγχρόνως καί ἰερεύς καί βασιλεύς. Ὁ Κύριος παριστάμενος εἰς τά δεξιά σου συνέτριψε βασιλεῖς κατά τήν ἡμέραν, κατά τήν ὁποίαν θά ἐκδηλωθῇ καί θά ἐκσπάσῃ ἡ ὀργή του. Καί θά κρίνῃ ἐν μέσῳ τῶν ἐθνῶν, θά γεμίσῃ τόν κόσμον ἀπό πτώματα, θά καταθραύσῃ καί θά συντρίψῃ κεφαλάς πολλῶν ἐπί τῆς γῆς. Καί θά συμβαίνουν ταῦτα διά μέσου τῶν γενεῶν εἰς μερικάς κρίσεις τοῦ Θεοῦ πατάσσοντος ἀπό καιροῦ εἰς καιρόν, θά συντελεσθοῦν δέ πλήρως καί ὁλοσχερῶς κατά τήν Δευτέραν Παρουσίαν. Ἀγωνιζόμενος δέ καί κακοπαθῶν μετά τοῦ λαοῦ του ὁ Μεσσίας, θά διέλθῃ βίον λιτόν καί ἀπέριττον καί δέν θά θεωρήσῃ ἐξευτελιστικόν πρός κατάσβεσιν τῆς δίψης του νά πίῃ ὕδωρ ἐκ χειμάρρου, τόν ὁποῖον θά συναντήσῃ καθ᾽ ὁδόν. Ἀλλ᾽ ἀκριβῶς διά τήν ταπείνωσίν του αὐτήν θά ὑψώσῃ κεφαλήν καί θά δοξασθῇ»  ( Ἀπό τήν «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ μετά συντόμου ἑρμηνείας», τ.10ος, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)

ΣΧΟΛΙΟ Γ´

 

Ἀπὸ τὰ ὅσα εἴπαμε στά προηγούμενα ἀναγνώσματα ἔγινε ἀρκετὰ φανερὸ καὶ τὸ ἔργο καὶ ἡ ἀποστολὴ τοῦ Μεσσία, ὅπως μάλιστα τὰ φανερώνει ὁ ψαλμωδὸς στὸ κείμενό μας.

Ἂς δοῦμε λοιπὸν λεπτομερέστερα ποιὸ εἶναι αὐτὸ τὸ ἔργο καὶ ἡ ἀποστολὴ τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Βρέφους τῆς φάτνης τῆς Βηθλεέμ;

α) Πρωτίστως εἶναι ἔργο Ἀρχιερατικό. Ὡς Ἀρχιερεὺς «κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδὲκ» ὁ Μεσσίας θὰ προσφέρῃ ὄχι θυσίες ζώων σὰν τοὺς ἄλλους ἀρχιερεῖς τῶν Ἑβραίων, ἀλλὰ τὴν ὑπέρτατη θυσία, τὸν Ἑαυτό του, γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Καὶ αὐτὸ ἔκανε, ὅπως γνωρίζουμε. Ὁ Κύριος γι’ αὐτὸ ἦρθε στὸν κόσμο. Γι’ αὐτὸ γεννήθηκε καὶ μάλιστα τόσο φτωχικὰ στὴ φάτνη τῶν ζώων. Γιὰ νὰ γίνῃ Ἀρχιερεὺς συμπαθὴς πρὸς ἐμᾶς καὶ ὁμοιοπαθὴς μὲ μᾶς. Γιὰ νὰ προσφέρῃ τὴ θυσία στὸν Γολγοθᾶ. Γιὰ νὰ θανατωθῇ πρὸς χάριν μας καὶ ἀντὶ γιὰ μᾶς. Ἤδη ἀπὸ τὴ στιγμὴ τῆς γεννήσεώς του εἶναι ὁ θυσιασμένος «ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. α΄ 29). Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ἁγιογράφοι τὴν φάτνη τὴν παριστάνουν ὡς μνημεῖο. Διότι ἐκεῖ στὸ τέλος θὰ φθάσῃ ὁ Κύριος, γιὰ τὸν τάφο εἶναι προωρισμένος. Τὸν τάφο, ποὺ ὅμως θὰ γίνῃ ζωὴ καὶ ἀνάστασις γιὰ τὸ ἀνθρώπινο γένος.

β) Ταυτόχρονα τὸ ἔργο τοῦ Μεσσία εἶναι καὶ ἔργο βασιλικό. Ὁ Ψαλμὸς τὸ περιγράφει αὐτὸ μὲ εἰκόνες πολεμικές, μὲ αἵματα καὶ σφαγὲς τῶν ἐχθρῶν. Καὶ ποιοὶ εἶναι οἱ ἐχθροί; Δὲν εἶναι βέβαια ἄνθρωποι, ὅπως συμβολικὰ φαίνονται στὶς περιγραφὲς τοῦ κειμένου μας. Εἶναι οἱ δαίμονες, τὸ βασίλειο τοῦ σατανᾶ, τοῦ τυράννου αὐτοῦ, ὁ ὁποῖος ὑποδούλωσε τὸν ἄνθρωπο καὶ ἐπὶ χιλιάδες χρόνια τὸν εἶχε φυλακισμένο στὶς σκοτεινὲς φυλακὲς τοῦ ἅδη. Αὐτὸ τὸ σατανικὸ βασίλειο ἦρθε νὰ καταστρέψῃ ὁ ἐνανθρωπήσας Υ‘ἱὸς τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ βρίσκεται στὴ φάτνη. Ἀδύναμο Βρέφος ἀλλὰ καὶ ἐξουσιαστὴς τῶν πάντων. Ὅπως χαρακτηριστικώτατα περιγράφεται σὲ ἕναν λόγο ἀποδιδόμενο στὸν ἱερὸ Χρυσόστομο: «ἐν φάτνῃ κεῖται καὶ τὴν οἰκουμένην σαλεύει· ἐν σπαργάνοις ἐμπλέκεται, καὶ τὰ τῆς ἁμαρτίας διαρρήσσει δεσμά»· βρίσκεται στὴ φάτνη καὶ ταυτόχρονα συγκλονίζει τὴν οἰκουμένη· εἶναι τυλιγμένος στὰ σπάργανα καὶ ὅμως σπάζει τὰ δεσμὰ τῆς ἁμαρτίας (P.G. 56, 392). Ἦρθε νὰ ξεθεμελιώσῃ τὸ βασίλειο τοῦ σκότους, νὰ λυτρώσῃ τὸν λαό του, νὰ ὁδηγήσῃ τὰ πλάσματά του στὴν αἰώνια βασιλεία τῆς χαρᾶς καὶ τῆς μακαριότητος. Κατέβηκε στὴ γῆ γιὰ νὰ ἀνεβάσῃ ἐμᾶς στὸν οὐρανό. Ὅταν λοιπὸν Τὸν ἀντικρύζουμε στὴ φάτνη, μὴ μένουμε μὲ τὴν ἐξωτερικὴ ἐντύπωσι ἑνὸς ἀδύναμου βρέφους, ἀλλὰ νὰ βλέπουμε καὶ τὴν θεϊκή του ἐξουσία καὶ τὴν αἰώνια βασιλεία του.

 

*********

Σ’ αὐτὴ τὴ βασιλεία ἔχουμε κληθῆ νὰ μετάσχουμε καὶ ἐμεῖς. Καὶ θὰ μετάσχουμε ἀσφαλῶς. Διότι Ἐκεῖνος, ὁ Λυτρωτής μας, μέσα στὴν ἄπειρη ἀγάπη του μᾶς τὴν χαρίζει. Ἀρκεῖ βεβαίως σ’ αὐτὴ τὴν ἀνέκφραστη δική του ἀγάπη νὰ ἀνταποκριθοῦμε, ἔστω καὶ στοιχειωδῶς. Δηλαδὴ νὰ δεχθοῦμε ἐμπράκτως διὰ τῆς μετανοίας τὴν λύτρωσι ποὺ μᾶς χαρίζει καὶ νὰ Τοῦ ἐπιτρέψουμε νὰ γίνῃ βασιλιᾶς καὶ τῆς δικῆς μας καρδιᾶς, γιὰ νὰ τὴν ξεκολλήσῃ ἀπὸ τὶς πρόσκαιρες ἀπολαύσεις αὐτοῦ τοῦ διεφθαρμένου κόσμου καὶ νὰ τὴν στρέψῃ πρὸς τὴν αἰωνιότητα.