ΚΕΙΜΕΝΟ
«Κεφάλαιον δὲ ἐπὶ τοῖς λεγομένοις, τοιοῦτον ἔχομεν ἀρχιερέα, ὃς ἐκάθισεν ἐν δεξιᾷ τοῦ θρόνου τῆς μεγαλωσύνης ἐν τοῖς οὐρανοῖς, τῶν Ἁγίων λειτουργὸς καὶ τῆς σκηνῆς τῆς ἀληθινῆς, ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος.»
ΕΡΜΗΝΕΙΑ
«Τό σπουδαιότερο λοιπόν ἀπ’ ὅσα εἴπαμε εἶναι αὐτό: ὅτι ἔχουμε τέτοιον ἀρχιερέα, ὁ ὁποῖος κάθισε στά δεξιά τοῦ θρόνου τῆς μεγαλειότητος τοῦ Θεοῦ στούς οὐρανούς καί ἔγινε λειτουργός τῶν Ἁγίων πού βρίσκονται στούς οὐρανούς, καί τῆς ἀληθινῆς σκηνῆς, πού δέν τήν κατασκεύασε κάποιος ἄνθρωπος, ἀλλά ὁ ἴδιος ὁ Κύριος» (Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)
ΣΧΟΛΙΟ Γ’
α) Μὲ πίστη καὶ τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Κύριος εἶναι ὁ πραγματικὸς Λειτουργὸς τοῦ μυστηρίου. Αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικό. Νὰ βλέπουμε δηλαδὴ τὴν ἀλήθεια, τὴν πραγματικότητα. Μὴ ξεγελιόμαστε ἀπὸ τὰ μάτια καὶ τὶς ἄλλες αἰσθήσεις τοῦ σώματος. Στὴ θέση τοῦ ὁποιουδήποτε λειτουργοῦ, ἱερέως ἢ ἀρχιερέως, ὀφείλουμε νὰ βλέπουμε τὸν πραγματικὸ Λειτουργό, τὸν μέγα Ἀρχιερέα Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ φωνὴ ποὺ ἀκοῦμε καὶ τὸ χέρι ποὺ εὐλογεῖ εἶναι φωνὴ καὶ χέρι ἀνθρώπου, ὅμως δὲν εἶναι ἄνθρωπος αὐτὸς ποὺ τελεῖ τὸ Μυστήριο. «Οὐκ ἔστιν ἀνθρωπίνης δυνάμεως ἔργα τὰ προκείμενα. Ὁ τότε ταῦτα ποιήσας ἐν ἐκείνῳ τῷ δείπνῳ, οὗτος καὶ νῦν αὐτὰ ἐργάζεται. Ἡμεῖς ὑπηρετῶν τάξιν ἐπέχομεν· ὁ δὲ ἁγιάζων αὐτὰ καὶ μετασκευάζων αὐτός… Αὕτη ἐκείνη ἐστὶν ἡ τράπεζα, καὶ οὐδὲν ἔλαττον ἔχει. Οὐ γὰρ ἐκείνην μὲν ὁ Χριστός, ταύτην δὲ ἄνθρωπος δημιουργεῖ· ἀλλὰ καὶ ταύτην αὐτός. Τοῦτο ἐκεῖνο τὸ ἀνώγεων, ἔνθα τότε ἦσαν· ἐντεῦθεν εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν ἐξῆλθον» (P.G. 58,744)· Δὲν εἶναι ἔργα ἀνθρωπίνης δυνάμεως αὐτὰ ποὺ γίνονται στὴ θεία Λειτουργία, τονίζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Αὐτὸς ποὺ τὰ δημιούργησε σὲ κεῖνο τὸ Δεῖπνο τὸ Μυστικό, Αὐτὸς καὶ τώρα τὰ ἐπιτελεῖ. Ἐμεῖς οἱ ἱερεῖς καὶ ἀρχιερεῖς) ἔχουμε τὴ θέση τῶν ὑπηρετῶν· Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ ἁγιάζει τὰ δῶρα καὶ τὰ μεταβάλλει εἶναι Αὐτὸς ὁ Κύριος… Αὐτὸ ἐδῶ τὸ τραπέζι εἶναι ἐκεῖνο τὸ ἴδιο τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου καὶ δὲν ἔχει τίποτε λιγότερο ἀπὸ ἐκεῖνο. Διότι δὲν δημιούργησε ἐκεῖνο τὸ τραπέζι ὁ Χριστός, ἐτοῦτο δὲ κάποιος ἄνθρωπος· ἀλλὰ καὶ ἐτοῦτο Αὐτός, ὁ Χριστός. Τὸ ἀνώγειο, στὸ ὁποῖο τότε ἦσαν, εἶναι αὐτὸ ἐδῶ· ἀπὸ ἐδῶ βγῆκαν καὶ πῆγαν πρὸς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Συγκλονιστικὰ πραγματικὰ τὰ λόγια τοῦ ἱεροῦ Πατρός.
β) Μὲ συναίσθηση καὶ συγκλονισμὸ ψυχῆς. Ἐφ᾿ ὅσον ὅλα αὐτὰ ποὺ εἴπαμε εἶναι ἀλήθεια, εἶναι φανερὸ ὅτι θὰ πρέπει νὰ μετέχουμε στὴ θεία Λειτουργία μὲ συγκλονισμὸ ψυχῆς, μὲ ἀφοσίωση, μὲ θερμότητα, μὲ βαθειὰ συναίσθηση ὅτι βρισκόμαστε ἐνώπιον τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Θὰ πρέπει νὰ λατρεύουμε τὸν Θεὸ μὲ φόβο καὶ ἀγάπη, ὅπως ἱκετεύει γιὰ μᾶς ὁ λειτουργὸς στὴ δεύτερη εὐχὴ τῶν πιστῶν: «Δὸς αὐτοῖς πάντοτε μετὰ φόβου καὶ ἀγάπης λατρεύειν σοι». Μὲ φόβο καὶ ἀγάπη! Νὰ μὴ μᾶς ἐνοχλοῦν οἱ ἄλλοι, οὔτε νὰ δίνουμε σημασία στὶς τυχὸν ἀταξίες ἢ τὰ ἀναπόφευκτα κάποτε ἀνθρώπινα λάθη τοῦ λειτουργοῦ καὶ τῶν ἱεροψαλτῶν. Νὰ μὴν ἐπιτρέπουμε νὰ διασπᾶται ἡ προσοχή μας ἀπὸ αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν γύρω μας. Οὔτε ἡ καλὴ ψαλμωδία ἔχει μεγάλη σημασία οὔτε ἡ καλλιφωνία τῶν λειτουργῶν οὔτε ἡ εὐγλωττία τῶν ἱεροκηρύκων. Ὀφείλουμε ὑπὸ ὁποιεσδήποτε συνθῆκες νὰ εἴμαστε ἀφοσιωμένοι στὸ Μυστήριο, ἡ ὕπαρξή μας νὰ εἶναι στραμμένη πρὸς τὸν Κύριο καὶ Θεό μας. Νὰ Τὸν λατρεύουμε ὁλόψυχα «μετὰ φόβου καὶ ἀγάπης»!