Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2011 Φιλιπ. β´3-4

ag_stavros

ΚΕΙΜΕΝΟ

 

«Μηδν κατ ριθείαν κε­νοδοξίαν, λλ τ ταπει­νο­­φροσύν λλήλους γού­μενοι περέχοντας αυ­­τν. μ τ αυτν καστος σκοπετε, λλ κα τ τέ­ρων καστος.»

 

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

 

«Χωρίς νά φρονετε νά κάνετε τίποτε πό φατριασμό, ντιζηλία κενοδοξία. λλά μέ τήν ταπεινοφροσύνη νά θεωρε καθένας σας λους τούς λλους νώτερους π’ τόν αυτό του, κι τσι νά τούς σέβεται καί νά τούς τιμ.  Μήν πιδιώκετε καθένας τά συμφέροντά του κενα πού ρέσουν στόν αυτό του, λλά ς πιζητε καθένας καί τά συμφέροντα τν τῶν

ἄλλων» (Ἀπό τήν «ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΕ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»)

 

ΣΧΟΛΙΟ Γ´

 Ἂς ἐξετάσουμε τώρα ἕνα ἄλλο ζήτημα: Σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις ὀφείλει νὰ ὑποχωρεῖ κανεὶς ἢ ὑπάρχουν καὶ περιστάσεις, ὅπου ὀφείλει νὰ μένει ἀνυποχώρητος; Καὶ πῶς θὰ τὶς διακρίνει αὐτές;

α) Ἀσφαλῶς ὑπάρχουν περιστάσεις στὶς ὁποῖες ὀφείλουμε νὰ μὴν ὑποχωροῦμε. Στὰ θέματα τῆς Πίστεως ἢ ἐκεῖ ὅπου πρόκειται νὰ γίνει παράβαση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ ὁ πιστὸς δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ ὑποχωρεῖ. Ὀφείλει νὰ μένει σταθερὸς καὶ ἀταλάντευτος, ἀνεξαρτήτως τῶν συνεπειῶν ποὺ μπορεῖ νὰ ὑποστεῖ. Ἄλλωστε ὅλη ἡ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡρωικὴ ἱστορία ἀταλάντευτου θάρρους τῶν μαρτύρων της καὶ τῶν ὁμολογητῶν τῆς Πίστεώς της.

Ἀκόμη καὶ στὰ καθημερινὰ πράγματα ὑπάρχουν περιπτώσεις ὅπου εἶναι ἀπαραίτητο νὰ μὴν ὑποχωρεῖ κανείς. Κυρίως μέσα στὴν οἰκογενειακὴ ζωὴ ἀλλὰ καὶ πέρα ἀπὸ αὐτήν. Σ᾿ ὅλες αὐτὲς τὶς περιστάσεις ὁ πιστὸς ὀφείλει νὰ στέκεται ἀκλόνητος. «Ἵστασο. Πάντα Θεοῦ δεύτερα». Στάσου ὄρθιος! Ὅλα εἶναι δευτερεύοντα ἐν σχέσει μὲ τὸν Θεό, συμβουλεύει καὶ πάλι ὁ ἅγιος Γρηγόριος σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ ποιήματά του.

 β) Χρειάζεται βέβαια σοφία καὶ διάκριση. Δὲν εἶναι πάντα εὔκολο νὰ ξεχωρίσουμε πότε πρέπει νὰ ὑποχωρήσουμε καὶ πότε νὰ μείνουμε σταθεροί. Συχνὰ εὔκολα μποροῦμε νὰ θεωρήσουμε ὅτι ἀγωνιζόμαστε νὰ μείνουμε πιστοὶ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα κάνουμε τὸ δικό μας θέλημα καὶ ὑπηρετοῦμε τὸν ἐγωισμὸ καὶ τὴν ματαιοδοξία μας. Πάρα πολλοὶ ἄνθρωποι ἔπεσαν καὶ πέφτουν σ᾿ αὐτὴν τὴν παγίδα. Αὐτοανακηρύσσονται ὑπερασπιστὲς τῆς Πίστεως, ἐνῶ στὴν πραγματικότητα ὑπηρετοῦν μόνο τὸ δικό τους πεῖσμα καὶ τὸν ἐγωισμό τους. Ὁ καλοδιάθετος ἄνθρωπος, προσευχόμενος μὲ θερμότητα καὶ ζητώντας μὲ πολλὴ ταπείνωση τὶς συμβουλὲς τοῦ πνευματικοῦ καὶ ἄλλων ἀνθρώπων φρόνιμων καὶ γνωστικῶν, θὰ ξεχωρίσει τὶς περιστάσεις καὶ ἀνάλογα θὰ φερθεῖ.