Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός.
Κεφάλαιο 18ο
Γιὰ τὸ Διάβολο καὶ τοὺς δαίμονες.
Ἀπ’ αὐτὲς τὶς ἀγγελικὲς δυνάμεις ἀρχηγὸς τῆς τάξεως γύρω καὶ πάνω στὴ γῆ, ποὺ ὁ Θεὸς τοῦ ἀνάθεσε τὴ φύλαξή της, (ἦταν ὁ Διάβολος)· δὲν ἦταν πονηρὸς ἀπὸ τὴ φύση του, ἀλλὰ ἀγαθὸς καὶ μὲ προορισμὸ τὸ ἀγαθό, χωρὶς νὰ ἔχει μέσα τοῦ κανένα ἴχνος κακίας γιὰ τὸ Δημιουργό. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν δέχθηκε τὸ φωτισμὸ καὶ τὴν τιμὴ ποὺ τοῦ δώρησε ὁ Δημιουργός, μὲ τὴ δική του ἐλεύθερη ἐπιλογὴ ξέφυγε ἀπὸ τὴ φυσικὴ κατάσταση στὴν παρὰ φύση. Ὑπερηφανεύθηκε ἀπέναντι στὸ δημιουργό του Θεὸ καὶ θέλησε νὰ ἐπαναστατήσει ἐναντίον τοῦ· ἀφοῦ πρῶτα ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὸ ἀγαθό, κατάληξε στὸ κακό. Διότι τὸ κακὸ δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ στέρησή του ἀγαθοῦ· ὅπως καὶ τὸ σκοτάδι εἶναι ἔλλειψη τοῦ φωτός. Τὸ ἀγαθὸ εἶναι πνευματικὸ φῶς· παρόμοια καὶ τὸ κακὸ εἶναι πνευματικὸ σκοτάδι. Παρόλο, λοιπόν, ποὺ ὁ Δημιουργὸς τὸν ἔπλασε ἀγαθὸ –σύμφωνα μὲ τό: «Εἶδε ὁ Θεὸς τὰ δημιουργήματα ποὺ ἔπλασε καὶ ἦταν ὅλα πολὺ καλά»– ἐκεῖνος ὅμως, μὲ τὴν ἐλεύθερη θέλησή του, ἔγινε σκοτεινός. Καὶ ἄπειρο πλῆθος ἀγγέλων, ποὺ εἶχε στὶς διαταγές του, ἐπαναστάτησε μαζί του καὶ τὸν ἀκολούθησε στὴν πτώση του. Καὶ παρότι ἔχουν τὴν ἴδια φύση μὲ τοὺς ἀγγέλους, ἔχουν γίνει κακοί, ἐπειδὴ ἔστρεψαν μὲ τὴ θέλησή τους τὴν προτίμηση ἀπὸ τὸ ἀγαθὸ πρὸς τὸ κακό. Δὲν ἔχουν βέβαια οὔτε ἐξουσία οὔτε δύναμη ἐναντίον κάποιου, παρὰ μόνον ὅταν τοὺς ἐπιτρέψει ὁ Θεὸς σύμφωνα μὲ τὸ σχέδιο τῆς οἰκονομίας του, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Ἰὼβ καὶ ὅπως ἔχει γραφεῖ στὸ Εὐαγγέλιο γιὰ τοὺς χοίρους. Ὅταν ὅμως τὸ ἐπιτρέψει ὁ Θεός, καὶ δύναμη ἔχουν καὶ ἀλλάζουν καὶ μεταμορφώνονται φανταστικὰ σὲ ὅποια μορφὴ θέλουν. Τὸ μέλλον δὲν τὸ γνωρίζουν οὔτε οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ οὔτε οἱ δαίμονες· κάνουν ὅμως προβλέψεις. Οἱ ἄγγελοι προβλέπουν, ἐπειδὴ τοὺς τὰ ἀποκαλύπτει ὁ Θεὸς καὶ προστάζει νὰ τὰ προλέγουν. Γι’ αὐτό, ὅσα λένε, ἐκπληρώνονται. Καὶ οἱ δαίμονες ὅμως προλέγουν, ἄλλοτε ἐπειδὴ βλέπουν αὐτὰ ποὺ γίνονται στὸ μακρινὸ μέλλον καὶ ἄλλοτε ἐπειδὴ τὰ φαντάζονται· γι’ αὐτὸ καὶ λένε πολλὰ ψέμματα. Κανεὶς δὲν πρέπει νὰ τοὺς πιστεύει, ἀκόμη κι ἂν λένε τὴν ἀλήθεια ὁρισμένες φορές, μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἔχουμε πεῖ. Διότι γνωρίζουν καλὰ καὶ τὶς Γραφές. Κάθε κακία καὶ τὰ ἀκάθαρτα πάθη εἶναι δική τους ἐφεύρεση. Τοὺς ἐπιτρέπεται βέβαια νὰ πειράζουν τὸν ἄνθρωπο, χωρὶς ὅμως νὰ ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ τὸν ἐκβιάζουν· ἀπό μας ἐξαρτᾶται νὰ συγκατατεθοῦμε στὴν προσβολὴ ἢ ὄχι. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔχει ἑτοιμασθεῖ ἡ ἀκοίμητη φωτιὰ καὶ ἡ αἰώνια κόλαση γιὰ τὸ Διάβολο καὶ τοὺς δαίμονές του, ποὺ τὸν ἀκολουθοῦν. Πρέπει νὰ γνωρίζουμε ἐπίσης ὅτι αὐτὸ ποὺ εἶναι ὁ θάνατος γιὰ τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἡ πτώση γιὰ τοὺς ἀγγέλους. Διότι μετὰ τὴν πτώση δὲν ὑπάρχει γι’ αὐτοὺς μετάνοια, ὅπως καὶ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους μετὰ τὸ θάνατό τους.»