Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός.
Κεφάλαιο 21ο Β΄
Γιὰ τὸ φῶς, τὴ φωτιά, τοὺς φωστῆρες, δηλαδὴ τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη καὶ τὰ ἄστρα.
«Πρώτη ἡ ἄνοιξη. Στὴ διάρκειά της ὁ Θεὸς ἔφτιαξε τὸ Σύμπαν· αὐτὸ τὸ ἀποδεικνύει τὸ γεγονὸς ὅτι μέχρι καὶ σήμερα ἀνθίζουν τὰ φυτὰ αὐτὴ τὴν ἐποχή, ἡ ὁποία καὶ λέγεται περίοδος τῆς ἰσημερίας· διότι κάνει νὰ διαρκεῖ καὶ ἡ ἡμέρα καὶ ἡ νύχτα δώδεκα ὦρες. Αὐτὴ σχηματίζεται ἐξαιτίας τῆς ἀνατολῆς τοῦ ἥλιου ἀπὸ τὸ μέσον του ὁρίζοντα, εἶναι εὔκρατη, αὐξάνει τὸ αἷμα, εἶναι θερμὴ καὶ ὑγρὴ καὶ εἶναι ἀνάμεσα στὸ χειμώνα καὶ τὸ καλοκαίρι· εἶναι πιὸ θερμὴ ἐποχὴ ἀπὸ τὸ χειμώνα, ἀλλὰ καὶ πιὸ ψυχρὴ καὶ ὑγρὴ ἀπὸ τὸ καλοκαίρι. Καὶ διαρκεῖ αὐτὴ ἡ ἐποχὴ ἀπὸ τὴν εἰκοστὴ πρώτη Μαρτίου μέχρι τὶς εἴκοσι τέσσερις Ἰουνίου. Ἔπειτα, καθὼς ἀνυψώνεται ἡ ἀνατολὴ τοῦ ἥλιου πρὸς τὰ βορειότερα μέρη, ἀκολουθεῖ ἡ θερινὴ περίοδος, ποὺ εἶναι ἀνάμεσα στὴν ἄνοιξη καὶ τὸ φθινόπωρο· ἀπὸ τὴν ἄνοιξη ἔχει τὴ θερμότητα καὶ ἀπὸ τὸ φθινόπωρο τὴν ξηρασία· εἶναι δηλαδὴ θερμή, ξερὴ καὶ αὐξάνει τὴν ξανθὴ χολή. Καὶ ἔχει πολὺ μεγάλη ἡμέρα, διάρκειας δεκαπέντε ὡρῶν, ἐνῶ τὴ νύχτα πάρα πολὺ μικρή, διάρκειας ἐννέα ὡρῶν. Καὶ διαρκεῖ αὐτὴ ἡ ἐποχὴ ἀπὸ τὶς εἴκοσι τέσσερις Ἰουνίου ἕως τὶς εἴκοσι πέντε Σεπτεμβρίου. Ἔπειτα, μὲ τὴν ἐπάνοδο τοῦ ἥλιου στὸ μέσο της ἀνατολῆς, ἡ φθινοπωρινὴ περίοδος διαδέχεται τὴ θερινή, καὶ εἶναι ἀνάμεσα στὸ ψύχος καὶ τὴ θερμότητα, τὴν ξηρασία καὶ τὴν ὑγρασία· βρίσκεται ἀνάμεσα στὸ καλοκαίρι καὶ τὸ χειμώνα, καὶ διατηρεῖ ἀπὸ τὸ καλοκαίρι τὴν ξηρασία καὶ ἀπὸ τὸ χειμώνα τὴν ὑγρασία· εἶναι δηλαδὴ ψυχρὴ καὶ ξερὴ ἐποχὴ καὶ αὐξάνει τὴ μαύρη χολή. Αὐτή, ἐπίσης, εἶναι περίοδος τῆς ἰσημερίας· ἔχει καὶ ἡ ἡμέρα καὶ ἡ νύχτα δώδεκα ὦρες. Διαρκεῖ ἀπὸ τὶς εἴκοσι πέντε Σεπτεμβρίου μέχρι τὶς εἴκοσι πέντε Δεκεμβρίου. Ὅταν τέλος ὁ ἥλιος κατέβει στὸ πιὸ μικρὸ καὶ χαμηλὸ σημεῖο, δηλαδὴ τὴ μεσημβρινὴ ἀνατολή, φθάνει ἡ χειμερινὴ περίοδος, ποὺ εἶναι ψυχρὴ καὶ ὑγρὴ καὶ βρίσκεται ἀνάμεσα στὸ φθινόπωρο καὶ τὴν ἄνοιξη· ἀπὸ τὸ φθινόπωρο κρατάει τὴν ψύχρα, ἐνῶ ἀπὸ τὴν ἄνοιξη τὴν ὑγρασία. Ἡ περίοδος αὐτὴ ἔχει τὴν πιὸ μικρὴ ἡμέρα, ἀπὸ ἐννέα ὧρες, καὶ τὴν πιὸ μεγάλη νύχτα, ἀπὸ δεκαπέντε ὧρες· ἔχει τὴν ἰδιότητα ν’ αὐξάνει τὰ φλέγματα. Διαρκεῖ ἀπὸ τὶς εἴκοσι πέντε Δεκεμβρίου μέχρι τὴν εἰκοστὴ πρώτη Μαρτίου. Καθόσον ὁ Δημιουργὸς μὲ πολλὴ σοφία προνόησε, νὰ μὴ μεταβαίνουμε ἀπὸ τὸ ὑπερβολικὸ ψύχος ἢ τὴ θερμότητα ἢ τὴν ὑγρασία ἢ τὴν ξηρασία στὴν ἀκριβῶς ἀντίθετη κατάσταση καὶ ἔτσι νὰ πέφτουμε στὶς πιὸ βαριὲς ἀσθένειες. Διότι ἡ λογικὴ μᾶς διδάσκει ὅτι οἱ ξαφνικὲς ἀλλαγὲς εἶναι ἐπικίνδυνες. Ἔτσι, λοιπόν, ὁ ἥλιος σχηματίζει τὶς ἐποχὲς καὶ μὲ αὐτὲς ὁλοκληρώνει τὸ ἔτος, ἀλλὰ καὶ τὶς ἡμέρες καὶ τὶς νύχτες· τὶς ἡμέρες τὶς σχηματίζει μὲ τὴν ἀνατολή του καὶ τὴν πορεία πάνω ἀπὸ τὴ γῆ, ἐνῶ τὶς νύχτες μὲ τὴ δύση του κάτω ἀπὸ τὴ γῆ καὶ μὲ τὴν παραχώρηση τοῦ φωτισμοῦ του στοὺς ἄλλους φωστῆρες, τὴ σελήνη δηλαδὴ καὶ τ’ ἀστέρια. Λένε, ἐπίσης, ὅτι ὑπάρχουν στὸν οὐρανὸ καὶ δώδεκα ζώδια ἀπὸ ἀστέρια, ποὺ ἔχουν ἀντίθετη κίνηση ἀπὸ τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη καὶ τοὺς ἄλλους πέντε πλανῆτες· καὶ ὅτι ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ δώδεκα ζώδια περνοῦν οἱ ἑπτὰ πλανῆτες. Ὁ ἥλιος, λοιπόν, συμπληρώνει ἕνα μήνα κατὰ τὴ διάρκεια κάθε ζωδίου κι ἔτσι στοὺς δώδεκα μῆνες περνᾶ μέσα ἀπὸ τὰ δώδεκα ζώδια. Τὰ ὀνόματα τῶν δώδεκα ζωδίων καὶ οἱ ἀντίστοιχοι μῆνες τοὺς εἶναι οἱ ἑξῆς: ὁ Κριός, τὴν 21η τοῦ μήνα Μαρτίου δέχεται τὸν ἥλιο, ὁ Ταῦρος τὴν 23η Ἀπριλίου, οἱ Δίδυμοι τὴν 24η Μαΐου, ὁ Καρκίνος τὴν 24η Ἰουνίου, ὁ Λέων τὴν 25η Ἰουλίου, ὁ Παρθένος τὴν 25η Αὐγούστου, ὁ Ζυγὸς τὴν 25η Σεπτεμβρίου, ὁ Σκορπιὸς τὴν 25η Ὀκτωβρίου, ὁ Τοξότης τὴν 25η Νοεμβρίου, ὁ Αἰγόκερως τὴν 25η Δεκεμβρίου, ὁ Ὑδροχόος τὴν 25η Ἰανουαρίου, οἱ Ἰχθύες τὴν 24η Φεβρουαρίου. Ἡ σελήνη ὅμως περνᾶ ἀπὸ τὰ δώδεκα ζώδια κάθε μήνα, ἐπειδὴ βρίσκεται πιὸ χαμηλὰ καὶ τὰ διατρέχει πιὸ γρήγορα. Εἶναι, δηλαδή, ὅπως ὅταν κατασκευάσεις μία σφαίρα μέσα σὲ ἄλλη· τότε ἡ ἐσωτερικὴ σφαίρα θὰ εἶναι μικρότερη. Ἔτσι καὶ ἡ διαδρομὴ τῆς σελήνης, ποὺ βρίσκεται πιὸ χαμηλά, εἶναι λιγότερη καὶ διανύεται γρηγορότερα. Οἱ εἰδωλολάτρες βέβαια ἰσχυρίζονται ὅτι ἡ ζωή μας καθορίζεται ἀπὸ τὴν ἀνατολή, τὴ δύση καὶ τὴ σύγκρουση αὐτῶν τῶν ἄστρων, δηλαδὴ τοῦ ἥλιου καὶ τῆς σελήνης· καὶ μὲ αὐτὰ βέβαια ἀσχολεῖται ἡ ἀστρολογία. Ἐμεῖς ὅμως ὑποστηρίζουμε ὅτι μπορεῖ κάποια συμβάντα νὰ προέρχονται ἀπ’ αὐτά, ὅπως ἡ βροχὴ καὶ ἡ ἀνομβρία, ἡ ψύχρα καὶ ἡ ζέστη, ἡ ὑγρασία καὶ ἡ ξηρασία, οἱ ἄνεμοι καὶ τὰ παρόμοια· σὲ καμία περίπτωση ὅμως δὲν ἐξαρτῶνται οἱ πράξεις μας. Διότι ὁ Δημιουργός μας ἔπλασε αὐτεξούσιους, νὰ εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ τὶς πράξεις μας. Ἐάν, ὅ,τι κάνουμε τὸ ὀφείλουμε στὴν κίνηση τῶν ἀστέρων, τότε τὸ κάνουμε καταναγκαστικά· καὶ ὅ,τι γίνεται καταναγκαστικά, δὲν εἶναι οὔτε ἀρετὴ οὔτε κακία. Ἂν ὅμως δὲν ἔχουμε ἀποκτήσει οὔτε ἀρετὴ οὔτε κακία, τότε δὲν ἀξίζουμε οὔτε ἐπαίνους καὶ βραβεῖα, οὔτε κατηγορίες καὶ τιμωρίες· θ’ ἀποδειχθεῖ μάλιστα ὅτι καὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἄδικος, διότι σ’ ἄλλους μοιράζει ἀγαθὰ καὶ σ’ ἄλλους θλίψεις. Κι ἂν ὅλα τὰ κατευθύνει ἡ ἀνάγκη, τότε ὁ Θεὸς δὲν θὰ χρειαστεῖ νὰ κυβερνᾶ καὶ νὰ προνοεῖ γιὰ τὰ δημιουργήματά του. Καὶ ἡ λογικὴ ἀκόμη θὰ μᾶς εἶναι περιττή· διότι ἂν δὲν εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ καμιά μας πράξη, τότε περιττεύει ἡ λογική. Καθόσον, τὸ λογικό μας ἔχει δοθεῖ γιὰ νὰ σκεφτόμαστε· γι’ αὐτό, κάθε λογικὸ ὂν εἶναι καὶ αὐτεξούσιο (ὑπεύθυνο). Ἐμεῖς ὅμως ἰσχυριζόμαστε ὅτι τὰ ἄστρα δὲν εἶναι ἡ αἰτία κανενὸς ἀπ’ αὐτὰ πού συμβαίνουν, οὔτε αἰτία δημιουργίας τῶν δημιουργημάτων οὔτε αἰτία καταστροφῆς αὐτῶν ποὺ φθείρονται· ἀλλὰ μᾶλλον εἶναι προμηνύματα βροχῶν καὶ ἀλλαγῆς τῶν ἀέρων. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο θὰ ἔλεγε κάποιος ὅτι δὲν ἀποτελοῦν αἴτια τῶν πολέμων ἀλλὰ συνιστοῦν προμηνύματα. Καὶ ἡ ποιότητα τοῦ ἀέρα, ἡ ὁποία δημιουργεῖται ἀπὸ τὸν ἥλιο, τὴ σελήνη καὶ τὰ ἄστρα, συνθέτει κάθε φορὰ διαφορετικὲς κράσεις, συνήθειες καὶ διαθέσεις. Οἱ συνήθειες μάλιστα ἐξαρτῶνται ἀπό μας· διότι τὶς ἐξουσιάζει ἡ λογικὴ καὶ στὶς μεταβολὲς τοὺς κατευθύνονται ἀπ’ αὐτήν. Σχηματίζονται μάλιστα πολὺ συχνὰ καὶ κομῆτες, κάποια σημάδια δηλαδὴ ποὺ φανερώνουν τὸ θάνατο τῶν βασιλέων· αὐτοὶ δὲν ἀνήκουν στὰ ἄστρα ποὺ δημιουργήθηκαν ἐξαρχῆς, ἀλλὰ σχηματίστηκαν σὲ εἰδικὴ περίπτωση μὲ θεῖο πρόσταγμα καὶ πάλι διαλύονται. Ἐπειδὴ καὶ ὁ ἀστέρας ποὺ φάνηκε στοὺς μάγους στὴ φιλάνθρωπη καὶ σωτήρια κατὰ σάρκα γέννηση τοῦ Κυρίου, δὲν ἦταν ἀπὸ τὰ ἄστρα ποὺ δημιουργήθηκαν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας. Καὶ φαίνεται αὐτὸ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ πορεία τοῦ ἦταν ἄλλοτε ἀπὸ ἀνατολὴ στὴ δύση, ἄλλοτε ἀπὸ βορρᾶ πρὸς νότο, ἄλλοτε χανόταν καὶ ἄλλοτε φαινόταν. Τὰ χαρακτηριστικὰ δηλαδὴ αὐτὰ δὲν ἀνῆκαν στὴν τάξη ἢ τὴ φύση τῶν ἄστρων. Πρέπει ἀκόμη νὰ γνωρίζουμε ὅτι ἡ σελήνη φωτίζεται ἀπὸ τὸν ἥλιο, ὄχι διότι δὲν εἶχε ὁ Θεὸς νὰ τῆς δώσει ἰδιαίτερο φῶς, ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπάρχει ρυθμὸς καὶ τάξη μέσα στὴ δημιουργία, μὲ τὴ διαβάθμιση ἄρχοντα καὶ ὑπηκόου· γιὰ νὰ μάθουμε κι ἐμεῖς νὰ εἴμαστε κοινωνικοὶ μεταξύ μας, νὰ προσφέρουμε στοὺς ἄλλους καὶ νὰ ὑποτασσόμαστε πρῶτα στὸ Δημιουργὸ καὶ Πλάστη μας, τὸ Θεὸ καὶ Δεσπότη, καὶ ἔπειτα στοὺς ἄρχοντες ποὺ Αὐτὸς ἔχει ὁρίσει· μήτε νὰ ἐξετάζουμε, γιατί ἔχει αὐτὸς τὴν ἐξουσία καὶ ὄχι ἐγώ· ἀλλὰ ὅλα ὅσα μας δίνει ὁ Θεὸς νὰ τὰ δεχόμαστε μὲ εὐχαρίστηση καὶ εὐγνωμοσύνη. Ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη παθαίνουν ἔκλειψη· κι ἔτσι ἀποδεικνύουν ὡς ἀνόητη πράξη τὴν προσκύνηση τῶν δημιουργημάτων καὶ ὄχι τοῦ Δημιουργοῦ· διότι τὰ κτίσματα τοὺς διδάσκουν ὅτι μεταβάλλονται καὶ ἀλλοιώνονται. Καὶ κάθε τί τὸ μεταβλητὸ δὲν εἶναι Θεός·διότι σύμφωνα μὲ τὴ φύση τους ὅλα τὰ μεταβλητὰ εἶναι φθαρτά.