Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός.
Κεφάλαιο 24ο
Γιὰ τὴ γῆ καὶ γιὰ ὅσα προέρχονται ἀπ’ αὐτήν.
Ἡ γῆ εἶναι ἕνα ἀπὸ τέσσερα στοιχεῖα τῆς φύσεως· εἶναι ξηρό, ψυχρό, βαρὺ καὶ ἀκίνητο. Ὁ Θεὸς τὴ δημιούργησε ἀπὸ τὸ μηδὲν τὴν πρώτη ἡμέρα της δημιουργίας. Διότι, (ἡ Γραφή) λέει «ὁ Θεὸς δημιούργησε στὴν ἀρχὴ τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ»· καὶ κανεὶς ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίζει τὴ θέση καὶ τὴ βάση τῆς γῆς. Ἄλλοι λένε ὅτι ἔχει στηριχθεῖ καὶ σταθεροποιηθεῖ πάνω στὰ νερά, ὅπως λέει ὁ προφήτης Δαβίδ: «Αὐτὸς ποὺ τὴ στερέωσε πάνω στὰ νερά»· ἄλλοι πάλι λένε ὅτι στηρίζεται στὸν ἀέρα. Καὶ ἄλλος λέει: «Αὐτὸς ποὺ στήριξε τὴ γῆ πάνω στὸ τίποτε». Καὶ πάλι ὁ προφήτης Δαβὶδ λέει γιὰ λογαριασμὸ τοῦ Δημιουργοῦ: «Ἐγὼ στήριξα τοὺς στύλους τῆς γῆς»· καὶ μὲ τὴ λέξη «στύλοι» ἐννοεῖ τὰ θεμέλιά της ποὺ τὴν συγκρατοῦν. Ἡ φράση πάλι «θεμελίωσε τὴ γῆ στὶς θάλασσες» ἐννοεῖ ὅτι ἡ γῆ περιβάλλεται ἀπὸ παντοῦ μὲ νερά. Ἔτσι, εἴτε δεχθοῦμε ὅτι ἡ γῆ στηρίζεται στὸν ἑαυτό της, εἴτε στὸν ἀέρα, εἴτε στὰ νερά, εἴτε πάνω σὲ τίποτε, πρέπει νὰ μὴν ἀπομακρυνθοῦμε ἀπὸ τὸν εὐσεβῆ λογισμό, ἀλλὰ νὰ ὁμολογοῦμε ὅτι ἡ δύναμη τοῦ Δημιουργοῦ εἶναι ποὺ τὰ συγκρατεῖ ὅλα καὶ τὰ συντηρεῖ. Στὴν ἀρχή, λοιπόν, ὅπως μας λέει ἡ Ἁγία Γραφή, ἡ γῆ καλυπτόταν ἀπὸ νερὰ καὶ ἦταν ἀδιαμόρφωτη, δηλαδὴ ἀστόλιστη. Ὅταν ὅμως ἔδωσε ἐντολὴ ὁ Θεός, σχηματίσθηκαν οἱ δεξαμενὲς τῶν νερῶν καὶ τότε φάνηκαν τὰ βουνά. Μὲ τὴ θεία ἐντολή, ἡ γῆ πῆρε τὸν κατάλληλο στολισμό της, ἀφοῦ ὀμόρφυνε μὲ κάθε εἴδους χόρτα καὶ φυτά. Μέσα σ’ αὐτὰ ὁ Θεός, μὲ ἐντολή του, ἔβαλε τὴν αὐξητική, θρεπτικὴ καὶ ἀναπαραγωγικὴ δύναμη, ποὺ γεννᾶ τὰ ἴδια εἴδη.
Ἐπίσης, μὲ πρόσταγμα τοῦ Δημιουργοῦ, ἡ γῆ ἔδωσε κάθε εἴδους ζῶα, ἑρπετά, θηρία καὶ κτήνη. Ὅλα, βέβαια, ἔγιναν γιὰ νὰ τὰ ἔχει ὁ ἄνθρωπος στὴν ἀναγκαία χρήση· ἄλλα ἀπ’ αὐτὰ νὰ τὰ ἔχει γιὰ φαγητό, ὅπως ἐλάφια, πρόβατα, ζαρκάδια καὶ παρόμοια· ἄλλα νὰ τὰ ἔχει γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετοῦν, ὅπως καμῆλες, βόδια, ἄλογα, γαϊδούρια καὶ τὰ ὅμοια· καὶ ἄλλα νὰ τὰ ἔχει γιὰ διασκέδαση, ὅπως τοὺς πίθηκους καὶ ἀπὸ τὰ πτηνὰ τὶς καρακάξες, τοὺς παπαγάλους καὶ τὰ παρόμοια. Ἀπὸ τὰ φυτὰ καὶ τὰ βότανα, ἄλλα εἶναι καρποφόρα καὶ φαγώσιμα, ἄλλα εὐωδιαστὰ καὶ ἀνθοστόλιστα, τὰ ὁποῖα μας ἔχουν δοθεῖ ὡς δῶρα ὅπως τὰ τριαντάφυλλα καὶ τὰ ὅμοια, καὶ ἄλλα γιὰ θεραπεία ἀπὸ ἀσθένειες. Διότι δὲν ὑπάρχει κανένα ζῶο οὔτε φυτό, μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Δημιουργὸς δὲν ἔβαλε κάποια χρήσιμη ἐνέργεια γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν ἀνθρώπων. Διότι ὁ Θεός, ἐπειδὴ τὰ γνώριζε ὅλα πρὶν τὰ δημιουργήσει καὶ γνώριζε ἐπίσης ὅτι ὁ ἄνθρωπος πρόκειται θεληματικᾶ νὰ γίνει παραβάτης καὶ νὰ παραδοθεῖ στὴ φθορά, τὰ δημιούργησε ὅλα αὐτὰ ποὺ ὑπάρχουν στὸ στερέωμα, στὴ γῆ καὶ τὸ νερὸ– γιὰ νὰ χρησιμοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος κατάλληλα.
Πρίν, λοιπόν, ἀπὸ τὴν παράβαση, ὅλα ἦταν στὴν ἐξουσία τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς ὁ Θεὸς τὸν εἶχε καταστήσει ἄρχοντα ὅλων τῶν κτισμάτων καὶ τῆς γῆς καὶ τῶν ὑδάτων. Καὶ τὸ φίδι μάλιστα ἦταν ἐξοικειωμένο μὲ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν πλησίαζε περισσότερο ἀπὸ τὰ ἄλλα ζῶα καὶ μὲ εὐχάριστες κινήσεις του σώματός του τὸν διασκέδαζε. Γι’ αὐτὸ ὁ ἀρχέκακος Διάβολος μέσω αὐτοῦ εἰσηγήθηκε στοὺς προπάτορες τὴ χειρότερη συμβουλή. Ἡ γῆ πάλι αὐτόματα παρήγαγε καρποὺς γιὰ τὶς ἀνάγκες τῶν ζώων ποὺ ἦταν στὴν ἐξουσία του, καὶ οὔτε βροχὴ ὑπῆρχε στὴ γῆ οὔτε κακοκαιρία. Μετὰ τὴν παράβαση ὅμως, ὅταν «μπλέχτηκε μὲ τὰ ἀνόητα ζῶα καὶ ἔγινε ὅμοιος μ’ αὐτά», ἔκανε ὥστε ἡ παράλογη ἐπιθυμία νὰ ἐξουσιάζει τὸ λογικὸ νοῦ του, διότι παράκουσε τὴν ἐντολὴ τοῦ Δεσπότου. Τότε, ἡ κτίση ποὺ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν ἐξουσία τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς εἶχε ὁρισθεῖ ἄρχοντάς της ἀπὸ τὸ Δημιουργό, ἐπαναστάτησε ἐναντίον τοῦ· ἔτσι πῆρε τὴν ἐντολὴ νὰ ἐργάζεται μὲ ἱδρώτα τὴ γῆ, ἀπὸ τὴν ὁποία προῆλθε. Ἀλλὰ καὶ ἡ τωρινὴ χρησιμότητα τῶν θηρίων δὲν εἶναι χωρὶς ὠφέλεια, διότι μᾶς προκαλοῦν φόβο καὶ μᾶς ὁδηγοῦν στὴν ἐπίκληση τῆς βοήθειας τοῦ Θεοῦ.
Καὶ τὰ ἀγκάθια ἀκόμη πού, σύμφωνα μὲ ἀπόφαση τοῦ Κυρίου, φύτρωσαν ἀπὸ τὴ γῆ μετὰ τὴν παράβαση, μετὰ ἀπ’ αὐτὴν συνδέθηκαν μὲ τὴν ἀπόλαυση τῶν τριαντάφυλλων, γιὰ νὰ μᾶς ὑπενθυμίζουν τὴν παράβαση, ἐξαιτίας της ὁποίας ἡ γῆ τιμωρήθηκε νὰ βγάζει γιὰ μᾶς ἀγκάθια καὶ τριβόλια.
Καὶ ὅτι αὐτὰ ἔτσι εἶναι, πρέπει νὰ τὸ πιστεύουμε ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μέχρι καὶ σήμερα ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἐνεργεῖ τὴ διατήρησή τους· διότι εἶπε: «Ν’ αὐξάνεσθε καὶ νὰ πολλαπλασιάζεσθε καὶ νὰ γεμίσετε τὴ γῆ». Ὁρισμένοι λένε ὅτι ἡ γῆ εἶναι σφαιρική, ἐνῶ ἄλλοι κωνική. Εἶναι βέβαια πολὺ πιὸ μικρὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό, σὰν μία κουκίδα ποὺ αἰωρεῖται στὸ μέσον του. Ἀλλά καί αὐτὴ θὰ παρέλθει καὶ θὰ μεταβληθεῖ. Καὶ εἶναι μακάριος αὐτὸς ποὺ κληρονομεῖ τὴ γῆ τῶν πράων ἀνθρώπων· διότι ἡ μέλλουσα γῆ ποὺ θὰ ὑποδεχθεῖ τοὺς ἁγίους εἶναι ἀθάνατη. Ποιός, λοιπόν, μπορεῖ νὰ ἐκφράσει θαυμασμὸ ὅπως ἀξίζει γιὰ τὴν ἄπειρη καὶ ἀκατάληπτη σοφία τοῦ Δημιουργοῦ; Ἤ, ποιὸς μπορεῖ νὰ εὐχαριστήσει ἐπάξια τὸν δοτήρα τόσων μεγάλων ἀγαθῶν;