Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός.
Κεφάλαιο 39ο
Γιά τήν ἐξουσία τῆς βουλήσεώς μας, δηλαδή γιά τό αὐτεξούσιο.
Ὁ λόγος γιά τό αὐτεξούσιο, δηλαδή γιά τήν ἐξουσία τῆς βουλήσεώς μας, ἔχει πρῶτο στόχο, ἄν ὑπάρχει κάτι πού ἐξαρτᾶται ἀπό μας• διότι πολλοί εἶναι πού διαφωνοῦν μ’ αὐτό. Δεύτερο στόχο ἔχει, ποιά εἶναι αὐτά πού ἐξαρτῶνται ἀπό μᾶς καί στά ὁποῖα ἔχουμε ἐξουσία. Καί τρίτο στόχο, νά βροῦμε γιά ποιά αἰτία ὁ Δημιουργός μας Θεός μᾶς ἔκανε αὐτεξούσιους. Ἀναλύοντας τόν πρῶτο στόχο, ἄς ἀποδείξουμε πρῶτα ὅτι ὑπάρχουν ὁρισμένα ἀπ’ αὐτά πού δέχονται ἐκεῖνοι (πού διαφωνοῦν) πού ἐξαρτῶνται ἀπό μας, κι ἔτσι ν’ ἀρχίσουμε τό λόγο.
Λένε ὅτι αἰτία ὅλων αὐτῶν πού συμβαίνουν εἶναι ἤ ὁ Θεός ἤ ἡ ἀνάγκη ἤ ἡ μοῖρα ἤ ἡ φύση ἤ ἡ τύχη ἤ ὁ αὐτοματισμός. Ἀλλά, ἔργο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ὕπαρξη καί ἡ πρόνοια, ἐνῷ τῆς ἀνάγκης ἔργο εἶναι ἡ κίνηση ὅσων βρίσκονται στήν ἴδια κατάσταση αἰώνια• ἔργο πάλι τῆς μοίρας εἶναι νά γίνονται ὑποχρεωτικά ὅσα ἡ ἴδια φέρει (διότι καί ἡ ἴδια ἀποτελεῖ ἔργο τῆς ἀνάγκης)• ἔργο τῆς φύσεως πάλι εἶναι ἡ δημιουργία, ἡ αὔξηση, ἡ φθορά, τά φυτά καί τά ζῷα• τῆς τύχης πάλι εἶναι τά σπάνια καί ἀπροσδόκητα• διότι δίνουν ὁρισμό στήν τύχη ὡς σύμπτωση καί συνεργασία δύο αἰτιῶν, πού ξεκινοῦν ἀπό τήν προαίρεση, ἀλλά ἔχουν διαφορετικό ἀποτέλεσμα ἀπό τό φυσιολογικό• ὅπως συμβαίνει μ’ αὐτόν πού σκάβει τάφρο καί βρίσκει θησαυρό• διότι οὔτε αὐτός πού ἔκρυψε τό θησαυρό, τόν τοποθέτησε γιά νά τόν βρεῖ ἄλλος, οὔτε αὐτός πού τόν βρῆκε ἔσκαψε γιά νά βρεῖ θησαυρό• τό ἀντίθετο, ὁ ἕνας ἔσκαψε γιά νά τόν βρεῖ ὅποτε θέλει, καί ὁ ἄλλος γιά νά φτιάξει τάφρο. Συνέβη ὅμως κάτι διαφορετικό ἀπ’ αὐτό πού καί οἱ δύο ἐπιδίωκαν. Τέλος, ἔργο του αὐτοματισμοῦ εἶναι τά τυχαία συμβάντα τῶν ἀψύχων καί ἀλόγων ζῴων, πού συμβαίνουν χωρίς τή μεσολάβηση τῆς φύσεως ἤ τῆς τέχνης. Ἔτσι λένε αὐτοί.
Σέ ποιό, λοιπόν, ἀπό αὐτά θά κατατάξουμε τίς ἀνθρώπινες πράξεις, ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ἡ αἰτία καί ἡ ἀρχή κάποιας πράξεως; Διότι δέν εἶναι δίκαιο ν’ ἀποδίνουμε συχνά αἰσχρές καί ἄδικες πράξεις στό Θεό, οὔτε στήν ἀνάγκη (διότι δέν εἶναι χαρακτηριστικό αὐτῶν πού βρίσκονται στήν ἴδια κατάσταση), οὔτε στή μοῖρα (διότι λένε ὅτι αὐτά πού ἀνήκουν στή μοῖρα δέν ἀνήκουν στά ἐνδεχόμενα ἀλλά στά ὑποχρεωτικά νά συμβοῦν), οὔτε στή φύση (διότι ἔργα τῆς φύσεως εἶναι τά ζῷα καί τά φυτά), οὔτε στήν τύχη (διότι οἱ ἀνθρώπινες πράξεις δέν εἶναι σπάνιες καί ἀπροσδόκητες), οὔτε στόν αὐτοματισμό (διότι τά συμβάντα τοῦ αὐτοματισμοῦ λένε ὅτι γίνονται στά ἄψυχα καί ἄλογα ζῷα). Μᾶς ἀπομένει, λοιπόν, νά εἶναι ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος, πού ἐνεργεῖ καί δημιουργεῖ• νά εἶναι ἡ αἰτία τῶν ἔργων του καί ἐλεύθερος στή βούλησή του. Ἐπιπλέον, ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι ὁ αἴτιος καμιᾶς πράξεως, δέν του χρειάζεται ν’ ἀποφασίζει• τί νά τήν κάνει τήν ἀπόφασή του, ἄν δέν εἶναι αἴτιος καμιᾶς πράξεως; Ἡ ἀπόφαση ὑπάρχει γιά νά κάνει πράξεις. Θά ἦταν ὅμως ἀπό τά πιό παράλογα νά παρουσιάζουμε ὡς ἄχρηστη τήν πιό ὡραία καί πολύτιμη ἱκανότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἄν, λοιπόν, ἀποφασίζει, ἀποφασίζει γιά πράξεις• διότι κάθε ἀπόφαση γίνεται γιά τήν πράξη καί μέ σκοπό τήν ἐκτέλεση της.