Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ 44 (Α)
Γιά τήν πρόγνωση καί τόν προορισμό.
Πρέπει νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός ὅλα τά γνωρίζει ἐκ τῶν προτέρων, ἀλλά δέν προαποφασίζει ὅλα• γνωρίζει, δηλαδή, ἐκ τῶν προτέρων αὐτά πού ἐξαρτῶνται ἀπό μας, ἀλλά δέν τά προαποφασίζει• διότι δέν θέλει οὔτε τήν κακία νά κάνουμε οὔτε ὅμως μᾶς ἐκβιάζει στήν ἀρετή. Ἑπομένως, ὁ προορισμός εἶναι ἔργο τοῦ προγνωστικοῦ προστάγματος τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης, προαποφασίζει αὐτά πού δέν ἐξαρτῶνται ἀπό μᾶς λόγω τῆς προγνώσεώς του• διότι ἕως τώρα ὁ Θεός, σύμφωνα μέ τήν πρόγνωσή του, τά προκαθόρισε ὅλα μέ κριτήριο τήν ἀγαθότητα καί τή δικαιοσύνη του. Πρέπει, ἐπίσης, νά γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός ἔδωσε τήν ἀρετή στή φύση μας, ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ἡ πηγή καί ἡ αἰτία κάθε ἀγαθοῦ καί εἶναι ἀδύνατο χωρίς τή συνεργασία καί βοήθειά του νά θελήσουμε ἤ νά κάνουμε κάτι καλό. Ἀλλά ἀπό μᾶς ἐξαρτᾶται ἤ νά μείνουμε σταθεροί στήν ἀρετή καί ν’ ἀκολουθήσουμε τό Θεό πού μᾶς προσκαλεῖ πρός αὐτήν, ἤ νά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τήν ἀρετή, πού σημαίνει νά ὁδηγηθοῦμε στήν κακία καί ν’ ἀκολουθήσουμε τό Διάβολο πού μᾶς προσκαλεῖ χωρίς βία σ’ αὐτήν• διότι τίποτε ἄλλο δέν εἶναι ἡ κακία, παρά ἀπομάκρυνση ἀπό τό ἀγαθό, ὅπως ἀκριβῶς τό σκοτάδι εἶναι ἀπομάκρυνση τοῦ φωτός. Παραμένοντας, λοιπόν, στή φυσική μας κατάσταση, εἴμαστε στήν ἀρετή, ἐνῷ παρεκκλίνοντας ἀπό τή φύση μας, δηλαδή τήν ἀρετή, ἐρχόμαστε στό παρά φύση καί καταλήγουμε στήν κακία.
Μετάνοια εἶναι ἡ ἐπιστροφή, μέ ἄσκηση καί κόπο, ἀπό τήν παρά φύση στή φυσική κατάσταση καί ἀπό τό Διάβολο στό Θεό. Ὁ Δημιουργός ἔπλασε τόν ἄνθρωπο ἄνδρα στό φῦλο• τοῦ μετάδωσε τή δική του θεία χάρη καί τόν ἔφερε σέ κοινωνία μαζί του μέσῳ αὐτῆς. Γιά τό λόγο αὐτό, ὡς κυρίαρχος, ἔδωσε μέ προφητικό χάρισμα τά ὀνόματα τῶν ζῴων, τά ὁποῖα τοῦ δόθηκαν γιά νά τόν ὑπηρετοῦν. Ἐπειδή, δηλαδή, ὁ Θεός τόν ἔπλασε κατ’ εἰκόνα του, νά εἶναι λογικός, πνευματικός καί αὐτεξούσιος, δικαιολογημένα πῆρε στά χέρια του ἀπό τό Δημιουργό καί Κύριο ὅλων τήν ἐξουσία σέ ὅλη τήν κτίση. Ἐπειδή ὅμως ὁ προγνώστης Θεός γνώριζε ὅτι ὁ ἄνδρας θά γίνει παραβάτης καί θά πέσει στή φθορά, δημιούργησε ἀπ’ αὐτόν τή γυναῖκα, «πλάσμα ὅμοιο καί βοηθό του»• βοηθό μάλιστα ὥστε, μετά τήν παράβαση, μέ τή γέννηση νά γίνεται ἡ ἀναπαραγωγή τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Διότι ἡ ἀρχική πλάση λέγεται δημιουργία καί ὄχι γέννηση• δημιουργία δηλαδή εἶναι ἡ ἀρχική πλάση, ἐνῷ γέννηση ἡ διαδοχή τοῦ γένους πού προῆλθε μετά τήν καταδίκη σέ θάνατο ἐξαιτίας τῆς παραβάσεως. (Ὁ Θεός) τοποθέτησε τόν ἄνθρωπο σέ νοητό καί αἰσθητό παράδεισο• διότι, ἄν καί ζοῦσε σωματικά μέσα σέ αἰσθητό ἐπίγειο παράδεισο, συναναστρεφόταν ψυχικά μέ τούς ἀγγέλους, καλλιεργώντας θεία νοήματα καί τρεφόμενος ἀπ’ αὐτά• ἦταν γυμνός, ζώντας ἁπλή καί ἀνεπιτήδευτη ζωή, καί ἀνυψωνόταν μέσῳ τῶν δημιουργημάτων μόνο πρός τό Δημιουργό• αἰσθανόταν εὐχαρίστηση καί χαρά μέ τή θεωρία τοῦ Θεοῦ.