Ἅγιος Ἰωάνης ὁ Δαμασκηνός.
«Ἔκδοσις ἀκριβής Ὀρθοδόξου Πίστεως».
Ἡ μετάφραση εἶναι τοῦ Ἀρχ.Δωροθέου Πάπαρη, καί εἶναι παρμένη ἀπό τήν ἰστοσελίδα www.phys.uoa.gr.
Ἡ μετατροπή στό σύστημα πολυτονικῆς γραφῆς εἶναι δική μας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 100 (Δ)
Γιὰ τὴν Ἀνάσταση
Καὶ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο ἀποτελεῖ ἀξιόπιστο μάρτυρα ὅτι ἐννοοῦσε (μὲ τὴν παραπάνω φράση) τὸ σῶμα του». Λέει, ἐπίσης, ὁ Κύριος στοὺς μαθητές του, ποὺ νόμιζαν πὼς βλέπουν φάντασμα: «Ἀγγίξτε μὲ καὶ γνωρίστε ὅτι ἐγὼ ὁ ἴδιος εἶμαι καὶ δὲν ἔχω ἀλλάξει· διότι (τὸ φάντασμα) δὲν ἔχει σάρκα καὶ ὀστά, ὅπως βλέπετε νὰ ἔχω ἐγώ». «Καὶ ἀφοῦ εἶπε τὰ λόγια αὐτά, τοὺς ἔδειξε τὰ χέρια καὶ τὴν πλευρά του», καὶ καλεῖ τὸ Θωμὰ νὰ τὸν ἀγγίξει. Ἑπομένως, αὐτὰ δὲν εἶναι ἀρκετὰ γιὰ νὰ βεβαιώσουν τὴν ἀνάσταση τῶν σωμάτων; Λέει, ἐπίσης, ὁ θεῖος ἀπόστολος: «Πρέπει αὐτὸ τὸ φθαρτὸ (σῶμα) νὰ γίνει ἄφθαρτο καὶ τὸ ἴδιο τὸ θνητὸ (σῶμα) νὰ γίνει ἀθάνατο». Καὶ πάλι λέει: «Πεθαίνει (σῶμα) φθαρτὸ καὶ ἀνασταίνεται ἄφθαρτο· πεθαίνει ἀσθενικὸ καὶ ἀνασταίνεται δυνατό· πεθαίνει ἄσημο καὶ ἀνασταίνεται ἔνδοξο· πεθαίνει σῶμα ψυχικὸ (δηλαδὴ ὑλικὸ καὶ θνητό) καὶ ἀνασταίνεται σῶμα πνευματικό», δηλαδὴ ἄτρεπτο, ἀπαθές, ἄϋλο. Τὸ «πνευματικό» (σῶμα) ἔχει αὐτὴ τὴν ἔννοια, ὅπως εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου, τὸ ὁποῖο μετὰ τὴν ἀνάστασή του διαπερνᾶ κλειστὲς πόρτες, δὲν κουράζεται, δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τροφή, ὕπνο καὶ πιοτό. Βεβαιώνει ὁ Κύριος: «θὰ εἶναι (μετὰ τὴν ἀνάσταση) σὰν ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ»· οὔτε γάμος οὔτε παιδιά. Καὶ λέει ὁ θεῖος ἀπόστολος: «Ἡ ἀληθινὴ ζωή μας εἶναι στὸν οὐρανό, ἀπ’ ὅπου περιμένουμε τὸν Σωτήρα μας Κύριο Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος καὶ θ’ ἀλλάξει τὴ μορφὴ τοῦ ταπεινοῦ σώματός μας, γιὰ νὰ ὁμοιάσει στὴν ὄψη τοῦ δικοῦ του ἐνδόξου σώματος». Δὲν ἐννοεῖ, βέβαια, –ἀλίμονο κάτι τέτοιο–, τὴν ἀλλαγή μας σὲ ἄλλη μορφή, ἀλλὰ ἐννοεῖ τὴν ἀλλαγή μας ἀπὸ τὴν κατάσταση τῆς φθορᾶς σ’ αὐτὴν τῆς ἀφθαρσίας. Θὰ ρωτήσει ὅμως κάποιος: Πῶς θ’ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί; Πῶ, πῶ, ἀπιστία! Πῶ, πῶ, ἀνοησία! Αὐτὸς ποὺ μετέβαλε τὸ χῶμα σὲ σῶμα μόνο μὲ τὴ βούληση του, Αὐτὸς ποὺ ἔδωσε ἐντολὴ σὲ μία μικρὴ σταγόνα τοῦ σπέρματος ν’ αὐξηθεῖ μέσα στὴ μήτρα καὶ νὰ σχηματίσει αὐτὸ τὸ πολυσχιδὲς καὶ πολύμορφο ὄργανο τοῦ σώματος, δὲν θὰ μπορέσει καὶ πάλι μὲ τὴ βούληση τοῦ ν’ ἀναστήσει αὐτὸ ποὺ δημιουργήθηκε καὶ στὴ συνέχεια διαλύ¬θηκε; «Μὲ ποιὸ σῶμα θ’ ἀναστηθοῦν; (ρωτάει). Ἀνόητε!». Ἐὰν ἡ πώρωσή σου δὲν σοῦ ἐπι¬τρέπει νὰ πιστεύεις στὰ λόγια τοῦ Θεοῦ, τουλάχιστον πίστευε στὰ ἔργα του. «Ἐσὺ αὐτὸ ποὺ σπείρεις δὲν φυτρώνει, ἐὰν δὲν θαφτεῖ· καὶ δὲν σπείρεις τὸ φυτὸ ποὺ θὰ φυτρώσει, ἀλλὰ γυμνὸ σπόρο, εἴτε τύχει σταριοῦ εἴτε κάτι ἄλλο. Ὁ Θεὸς ὅμως εἶναι ποὺ δίνει, σύμφωνα μὲ τὴ θέλησή του, τὸν κορμὸ σ’ αὐτὸ (τὸ σπόρο)· παρόμοια δίνει στὸ κάθε σπόρο τὸ δικό του κορμό». Δές, λοιπόν, πὼς οἱ σπόροι παραχώνονται μέσα στὰ αὐλάκια σὰν σὲ τάφους. Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ τοὺς δίνει ρίζες, κορμὸ καὶ φύλλα, στάχια καὶ πολὺ λεπτὰ καλάμια. Δὲν εἶναι ὁ Δημιουργὸς τῶν πάντων; Δὲν εἶναι ἡ ἐντολὴ αὐτοῦ ποῦ τὰ κατασκεύασε ὅλα; Παρόμοια, λοιπόν, πίστευε ὅτι θὰ γίνει καὶ ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, μὲ τὴ θεία βούληση καὶ τὸ θεῖο πρόσταγμα· διότι ἡ δύναμή του συνεργεῖ ἀμέσως μὲ τὴ βούλησή του. Θ’ ἀναστηθοῦμε, λοιπόν, μὲ τὴν ἕνωση πάλι τῶν ψυχῶν μὲ τὰ σώματα, τὰ ὁποία θὰ γίνουν ἄφθαρτα καὶ θ’ ἀποβάλλουν τὴ φθορά· καὶ θὰ παρουσιασθοῦμε στὸ φοβερὸ κριτήριο τοῦ Χριστοῦ.