Τετάρτη 23 Μαΐου 2012

ag_panagia

ΚΕΙΜΕΝΟ

 «Καί εἴ τις οὐχ εὑρέθη ἐν τῇ βίβλῳ τῆς ζωῆς γεγραμμένος, ἐβλήθη εἰς τήν λίμνην τοῦ πυρός»   

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

«Καί ὅποιος δέν εὑρέθη νά εἶναι γραμμένος εἰς τό βιβλίον τῆς ζωῆς, ἐρρίφθη καί αὐτός εἰς τήν λίμνην τῆς φωτιᾶς» ( Ἀπό τήν «Καινή Διαθήκη» τοῦ Π.Τρεμπέλα, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ».

ΣΧΟΛΙΟ

      Ὁ θεῖος εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης βλέπει ὅσα τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ ἀποκαλύπτει ὅτι θὰ συμβοῦν τὴ φοβερὴ ἡμέρα τῆς δευτέρας παρουσίας.

     Βλέπει, προλέγει καὶ γράφει. Νά, ἐνώπιον τοῦ Κριτῆ ἔχουν συγκεντρωθεῖ καὶ στέκονται ἄνθρωποι ὅλωνν τῶν γενεῶν. Εἶναι ὑπόδικοι. Εἶναι κρινόμενοι. Γιὰ νὰ ἀρχίσει ἡ κρίση, «βιβλία ἠνοίχθησαν… καὶ ἐκρίθησαν οἱ νεκροὶ ἐκ τῶν γεγραμμένων ἐν τοῖς βιβλίοις κατὰ τὰ ἔργα αὐτῶν». Εἶναι τὰ βιβλία γιὰ τὰ ὁποῖα ὁ Κύριος μίλησε στοὺς ἁγίους Του Ἀποστόλους, ὅταν τοὺς εἶπε νὰ χαίρουν περισσότερο ἀπὸ ὅλα, γιατί «τὰ ὀνόματα τῶν ἐγράφη ἐν τοΙς οὐρανοῖς». Ἀλλά τί τρομερὴ διαπίστωση! «Εἴ τις οὐχ εὑρέθη ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς γεγραμμένος, ἐβλήθη εἰς τὴν λίμνην τοῦ πυρός» (Ἀποκ. κ’ 15). Ὅσοι δὲν βρεθοῦν γραμμένοι στὰ οὐράνια μητρῶα, στὸ βιβλίο δηλαδὴ ποὺ εἶναι γραμμένα τὰ ὀνόματα ὅσων θὰ κληρονομήσουν τὴν αἰώνια ζωή, τὴν οὐράνια βασιλεία, θὰ χωρισθοῦν αἰώνια ἀπό τὸν Θεό. Θὰ στερηθοῦν τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἡ ζωή τους θὰ εἶναι ἀνυπόφορη κόλαση καὶ ἀτέλειωτη τιμωρία.

            Ὅσοι ὅμως εἶναι γραμμένοι, τί χαρὰ καὶ εὐτυχία! Θὰ σταθοῦν στὰ δεξιά του Κριτῆ καὶ θὰ ἀκούσουν τὴ δεσποτικὴ φωνὴ νὰ λέει: «Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου» (Ματθ. κε’ 34).

 «Εἴ τις οὐχ εὑρέθη…»

          Μαντεύω τὴν ἀπορία σου, ἀδελφέ μου. Ἀφοῦ τὸ ὄνομά μας γράφτηκε στὰ οὐράνια βιβλία, ὅταν βαφτιστήκαμε, πῶς δὲν θὰ βρεθεῖ γραμμένο κι ἐκείνη τὴν ἡμέρα; Ἄς προσέξουμε, ἀδελφέ μου! Ἄς προσέξουμε πολύ. Βεβαίως, ὅταν βαφτιστήκαμε,τὸ ὄνομά μας γράφτηκε στὸ βιβλίο τῆς αἰώνιας ζωῆς. Νὰ σβησθεῖ δὲν γίνεται. Τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ δὲν ἀνακαλοῦνται. Δὲν ἀθετεῖ ὁ Θεὸς τὶς ὑποσχέσεις Του. Δὲν παίρνει πίσω τὸ λόγο Του. Δὲν ἀρνεῖται τὶς δωρεές Του. Ὁ κίνδυνος ὑπάρχει σ’ ἐμᾶς. Μήπως μὲ τὴν ἀπρεπῆ συμπεριφορά μας συντελέσαμε νὰ ἐξαλειφθεῖ τὸ ὄνομά μας, νὰ μὴ φαίνεται καὶ νὰ μὴ διαβάζεται; Καὶ τότε; Δυστυχία ἀπερίγραπτη, πόνος ἀβάσταχτος καὶ θρῆνος ἀτέλειωτος!

           Ἀδελφέ μου, σοῦ φαίνεται ἀδύνατο νὰ συμβεῖ κάτι τέτοιο; Σοῦ φαίνεται δύσκολο τὸ ὄνομα ποῦ κάποτε γράφτηκε νὰ μὴ διαβάζεται πιά; Νὰ μὴν εἶναι δυνατὸ νὰ φανεῖ τί ὄνομα ἦταν γραμμένο ἐκεῖ; Κι ὅμως οἱ ἁμαρτίες μας, ὅταν δὲν μετανοοῦμε γι’ αὐτές, σκεπάζουν μὲ τὴ μαυρίλα τους τὸ ὄνομά μας. Σκέψου πόσοι ἄνθρωποι βαπτισμένοι, ποὺ τὰ ὀνόματά τους γράφτηκαν στὸ βιβλίο τῆς αἰώνιας ζωῆς, ποὺ πέρασαν τὰ πρῶτα τους χρόνια συνδεδεμένοι μὲ τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία, σιγὰ – σιγὰ ψυχράνθηκαν καὶ ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὴν κιβωτὸ τῆς σωτηρίας, τὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ! Πόσοι καὶ πόσοι ἄρχισαν τὴ ζωὴ τους ὡς ζηλωτὲς Χριστιανοὶ καὶ ἔφθασαν στὸ τέρμα τῆς ἐπίγειας ζωῆς ξένοι καὶ ἀδιάφοροι γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὸ θέλημά Του! Ἦταν θερμοὶ καὶ ἔγιναν χλιαροί. Τὸν τρομερὸ κίνδυνο ἐπισημαίνει ὁ στοργικὸς Κύριος μας. Πρόσεχε, λέει, κάποτε ἤσουν θερμὸς ζηλωτὴς καὶ τώρα ἔγινες χλιαρός. Δὲν μπορῶ νὰ σὲ ἀνεχθῶ. Θὰ σὲ κάνω ἐμετό. Θὰ σὲ ἀποκόψω καὶ θὰ σὲ ἀπομακρύνω ἀπὸ κοντά Μου.

         Δὲν εἶναι μόνο ὁ κίνδυνος νὰ ψυχρανθεῖ ὁ ζῆλος καὶ νὰ ἀπομακρυνθεῖ ὁ Χριστιανὸς ἀπὸ τὸν σύνδεσμο μὲ τὸν Ἀρχηγὸ τῆς πίστεώς μας. Στὴ σελίδα ποὺ εἶναι γραμμένο τὸ ὄνομά μας μπορεῖ νὰ εἶναι σημειωμένα καὶ πολλὰ χρέη. Ὑπάρχει τότε ὁ κίνδυνος νὰ μοιάσουμε μὲ τὸν ὀφειλέτη τῶν μυρίων ταλάντων. Ἄς ἐρευνήσουμε καὶ ἂς ἐξετάσουμε τὴ ζωή μας. Μήπως μὲ τὶς παραβάσεις τῶν ἁγίων ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ἔχουμε γεμίσει τὴ σελίδα μας μὲ τόσα χρέη, ὥστε νὰ ἔχει καλυφθεῖ τὸ ὄνομά μας ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ νὰ μὴν φαίνεται; Τότε τί μας ὠφελεῖ, ἂν κάποτε γράφτηκε, ἀφοῦ μὲ τὶς ἁμαρτίες μας τὸ κάναμε νὰ μὴ διαβάζεται;

        Ὄχι, ἀδελφέ μου, ἄς μὴν ἀνεχόμαστε μία τέτοια κατάσταση. Ἄς μὴν ἀφήνουμε γιὰ περισσότερο χρόνο ἀνεξόφλητους λογαριασμοὺς καὶ τὸ ὄνομά μας βαριὰ χρεωμένο στὸ βιβλίο τῆς οὐράνιας μακαριότητας. Γιατί τὸ λησμονεῖς; «Τὸ αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας» (Α’ Ἰωάν. α’ 7). Ἄς καταφεύγουμε μὲ συναίσθηση καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια στὸν Ἀρχιερέα καὶ Σωτήρα τῶν ψυχῶν μας καὶ μὲ τὸ μυστήριό της Ἱερᾶς Ἔξομολογήσεως ἄς τὸν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ κάθε ἐνοχή. Ὅσο πιὸ θερμὰ τὸν ἱκετεύουμε, τόσο πιὸ εὔκολα μᾶς χαρίζει τὴ συγχώρηση. Τὰ χρέη ἐξαλείφονται καὶ οἱ λογαριασμοὶ σβήνουν. Ἡ σελίδα τοῦ οὐράνιου βιβλίου τῆς ζωῆς γίνεται καὶ πάλι λευκὴ καὶ τὸ ὄνομά μας λαμπρὸ εὐανάγνωστο θὰ παραμένει γραμμένο σ’ αὐτή.

        Μὲ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη καὶ βαθιὰ συγκίνηση, οὐράνιε Πατέρα, εὐχαριστῶ τὴν ἀγαθότητά Σου, γιατί μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα μὲ ἔκανες παιδί Σου καὶ ἔγραφες τὸ ὄνομά μου στὸ βιβλίο τῆς ζωῆς. Δυστυχῶς ἐγὼ ὁ ἀγνώμων καὶ ἀχάριστος ἔχω γεμίσει μὲ τὶς ἁμαρτίες μου τὴ σελίδα τοῦ βιβλίου μὲ χρέος, ποὺ δὲν μπορῶ νὰ ἐξοφλήσω. Προσπίπτω ἐνώπιόν Σου μὲ καρδιὰ συντετριμμένη, εἰλικρινὰ μετανοώντας, καὶ ἀρνοῦμαι τὸ παρελθόν μου. Σὲ ἱκετεύω στὸ ὄνομα τῶν σεπτῶν Παθῶν τοῦ Υἱοῦ τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εὐδοκίας Σου, τοῦ Κυρίου καί Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ τὸ πανάγιο αἷμα Του χύθηκε πάνω στὸ Σταυρό, νὰ συγχωρήσεις τὸ πλῆθος τῶν ἀνομιῶν μου καὶ νὰ σβήσεις τὶς ὀφειλές μου. Δῶσε, Κύριε, τὴ χάρη Σου στὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς μου νὰ μὴν προσθέσω νέο χρέος ἁμαρτιῶν. Διατήρησε τὸ ὄνομά μου γραμμένο στὸ «βιβλίον τῆς ζωῆς», γιὰ νὰ ἀναδειχθῶ χάρη στὴν ἄπειρη εὐσπλαχνία Σου τὴν ἡμέρα τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου τέκνο καὶ κληρονόμος τῆς οὐράνιας βασιλείας Σου. Ἀμήν.