Τρίτη 29 Μαΐου 2012

ag_prodromos

ΚΕΙΜΕΝΟ  

     «Εἰρήνην ἀφίημι ὑμῖν, εἰρήνην τήν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθώς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγώ δίδωμι ὑμῖν. μή ταρασσέσθω ὑμῶν ἠ καρδία μηδέ δειλιάτω»

ΕΡΜΗΝΕΙΑ

        «Φεύγω καί σᾶς ἀφήνω εἰρήνην. Σᾶς δίδω τήν ἀληθινήν καί βαθεῖαν εἰρήνην, τήν ὁποίαν ἔχω καί ἐγώ  καί τήν ὀποίαν ἦλθα νέ φέρω εἰς τόν συνταρασσόμενον ἀπό τήν ἁμαρτίαν κόσμον. Δέν σᾶς δίδω ἐγώ εἰρήνην ὑποκριτικήν καί ἀπατηλήν καί ἀσταθῆ, σάν αὐτήν πού δίδει ὁ κόσμος. Ἄς μή ταράσσεται ἀπό φόβους ἐσωτερικούς καί ἄς μή δειλιάζει ἀπό ἐξωτερικά φόβητρα καί ἀπειλάς ἡ καρδία σας» ( Ἀπό τήν «Καινή Διαθήκη μετά συντόμου ἑρμηνείας» τοῦ Π.Ν.Τρεμπέλα, ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).

ΣΧΟΛΙΟ

   «Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου δὲν ἦταν ἕνας ἁπλὸς τυπικὸς χαιρετισμὸς στοὺς μαθητές Του· ἦταν μετάδοση εὐλογίας καὶ οὐράνιας δωρεᾶς!
      Καὶ εἶχαν οἱ μαθητὲς ἀπόλυτη ἀνάγκη ἀπὸ τὴν εἰδικὴ αὐτή χάρη. Τοὺς χρειαζόταν τόσο πολὺ ἡ εἰρήνη, ἡ ἐσωτερικὴ πληροφορία, ἡ γαλήνη τῆς ψυχῆς καὶ τὸ αἴσθημα τῆς ἀσφάλειας. Μόλις πρὶν ἀπὸ λίγο, τὴν ἀλησμόνητη ἐκείνη βραδιά του Μυστικοῦ Δείπνου, τοὺς εἶχε πεῖ ὅτι θὰ ἔφευγε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό. Θὰ ἔφευγε Ἐκεῖνος, ἐνῶ αὐτοὶ θὰ ἔμεναν στὸν κόσμο ἐκτεθειμένοι σὲ μύριους κινδύνους. Θὰ ἔφευγε, ἀλλὰ δὲν θὰ τοὺς ἄφηνε «ὀρφανούς», μόνους, ἀπροστάτευτους. Ὅπως καὶ ἂν ἦταν ὅμως τὰ πράγματα, ὁ χωρισμὸς εἶναι πάντοτε ὀδυνηρός. Καὶ ἡ πατρικὴ λοιπὸν στοργὴ τοῦ Κυρίου διώχνει τὴ λύπη ποὺ κάλυψε τὸν ὁρίζοντα τῆς ψυχῆς τῶν μαθητῶν καὶ τὴν ἀντικαθιστᾶ μὲ τὴ δωρεὰ τῆς εἰρήνης. «Εἰρὴνην ἀφίημι ὑμῖν εἰρὴνην τὴν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγώ δίδωμι ὑμῖν» (Ἰωαν. ιδ’ 27). Φεύγω καὶ σᾶς ἀφήνω τὴν εἰρήνη. Σᾶς δίνω τὴν ἀληθινή, τὴ βαθιὰ εἰρήνη, τὴν εἰρήνη τὴ δική Μου, ποὺ ἦρθα νὰ φέρω στὸν κόσμο, ὁ ὁποῖος συνταράσσεται ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
      «Εἰρήνην τὴν ἐμήν» Ὁ Κύριος γνωρίζει ὅλες τὶς ἐνέργειες τοῦ προδότη. Γνωρίζει τὰ συμβούλια τῶν ἐχθρῶν Του καὶ τὶς ἀποφάσεις τους νὰ τὸν θανατώσουν. Γνωρίζει ὅτι λίγες μόνον ὧρες τὸν χωρίζουν ἀπὸ τὸ φριχτὸ μαρτύριο τοῦ σταυρικοῦ θανάτου. Καὶ παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁμιλεῖ γιὰ τὴ δική Του εἰρήνη. «Εἰρήνην τὴν ἐμήν». Τὴν εἰρήνη δηλαδὴ ποὺ ἔχω Ἐγώ καὶ αἰσθάνομαι. Τὴν εἰρήνη τῆς ὁποίας εἶμαι ὁ «ἄρχων» (Ἡσ. θ’ 6). Ἀπό Ἐμέ πηγάζει καὶ δίνεται στοὺς ἀνθρώπους. Ἡ εἰρήνη αὐτὴ τοῦ Κυρίου εἶναι ἐσωτερική, δὲν ἐξαρτᾶται ἀπό ἐξωτερικὲς συνθῆκες καὶ περιστάσεις εἶναι συνέπεια καὶ ἀποτέλεσμα τῆς ἑνώσεώς Του μὲ τὸν Πατέρα, τῆς τέλειας ὑποταγῆς Τουστὸ θέλημα Ἐκείνου. Αὐτὴ τὴν εἰρήνη χάρισε τότε στοὺς μαθητές. Αὐτὴ τὴν εἰρήνη κληροδοτεῖ καὶ σ’ ἐμᾶς.
     «Εἰρήνην… οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγώ δίδωμι ὑμῖν». Ἡ εἰρήνη ποὺ προσφέρει ὁ κόσμος στοὺς ἀνθρώπους εἶναι κάτι τὸ ἐξωτερικό, τὸ ὑποκριτικὸ πολλὲς φορές, τὸ πλαστὸ καὶ ἐφήμερο. Ἡ εἰρήνη τοῦ Ἰησοῦ εἶναι κάτι τὸ οὐσιαστικό, τὸ πραγματικό, τὸ μόνιμο. Δὲν εἶναι ἁπλᾶ λόγια, ἄλλα οὐράνια δωρεά.
        «Εἰρήνην τὴν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν»! Πέρασε ἡ ἀλησμόνητη ἐκείνη βραδιά. Οἱ μαθητὲς χωρὶς πιὰ τὴν ὁρατὴ παρουσία καὶ συμπαράσταση τοῦ Κυρίου ἔχουν διασκορπισθεῖ στὸν κόσμο καὶ μεταφέρουν τὸ Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας. Ὅπως τοὺς τὸ εἶχε προείπει ὁ διδάσκαλος τοὺς ἀσκοῦν τὸ ἔργο τῆς εἰρήνης «ὡς πρόbατα ἐν μέσῳ λύκων» (Μάτθ. ι’ 16). Ἀκοῦν συκοφαντίες καὶ συναντοῦν ἀντιδράσεις·  ἀντιμετωπίζουν διωγμοὺς καὶ ὁδηγοῦνται στὶς φυλακές·  ὑπομένουν μαρτύρια, λιθοβολοῦνται καὶ σφαγιάζονται, σταυρώνονται καὶ πεθαίνουν. Τί οὐράνια κατάσταση εἰρήνης βασιλεύει στὶς ψυχές τους! Τὰ χειρότερα μαρτύρια δὲν ἔχουν τὴ δύναμη νὰ ἐλαττώσουν οὔτε γιὰ λίγο τὸν οὐράνιο θησαυρὸ τῆς εἰρήνης ποὺ τοὺς χάρισε ὁ «Θεὸς τῆς εἰρήνης».
       Καὶ ὅταν ἀπευθύνονται στοὺς Χριστιανούς, τὴν εἰρήνη εὔχονται καὶ τὴν εἰρήνη παρακαλοῦν τὸν Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει. «Ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν φρουρήσει τᾶς καρδίας ὑμῶν καὶ τὰ νοήματα ὑμῶν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Τὸ γνώριζαν οἱ ἅγιοι τοῦ Χριστοῦ Ἀπόστολοι. Γιὰ τοὺς Χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς τοὺς οἱ ἐξωτερικὲς συνθῆκες δὲν ἦταν καθόλου εὐνοικές. Ὑπῆρχαν κίνδυνοι πολλοί. Ἁρπαγὲς περιουσιῶν, στερήσεις, ἐξορίες, θάνατοι! Ἀλλὰ τί μὲ αὐτά; Ἀπό τὸ βάθος τῆς ψυχῆς τῶν πιστῶν καμιὰ ἀνθρώπινη δύναμη δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ ἀφαιρέσει τὸν οὐράνιο θησαυρὸ τῆς εἰρήνης.
      «Εἰρήνην τὴν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν»!
       Ἀδελφέ μου, αἰσθάνεσαι κι ἐσὺ αὐτὴ τὴν εἰρήνη; Ἀπολαμβάνεις τὴν ἐσωτερικὴ ἠρεμία καὶ τὴν πλήρη ἀσφάlεια, ποῦ χαρίζει στοὺς πιστοὺς ἡ εὐλογία τῆς εἰρήνης τοῦ Κυρίου;
      Ἀλλὰ γιὰ νὰ τὴν αἰσθάνεται ὁ ἄνθρωπος, νὰ τὴ ζεῖ καὶ νὰ τὴν ἀπολαμβάνει αὐτὴ τὴ θεία δωρεὰ τῆς εἰρήνης, πρέπει νὰ ζεῖ τὴν «ἐν Χριστῷ» ζωή. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ «εἰρηνοποιήσας διὰ τοῦ αἵματος τοῦ σταυροῦ αὐτοῦ» (Κολασ. α΄ 20) τὴν ἁμαρτωλὴ ἀνθρωπότητα μὲ τὸν ἅγιο Θεό. Μόνον ἐκεῖνος ποὺ σώθηκε μὲ τὴ χάρη τοῦ Ἐσταυρωμένου ἀπολαμβάνει τὴ δωρεὰ τῆς εἰρήνης. Χωρὶς συναίσθηση τῆς ἐνοχῆς, χωρὶς τὴ βεβαίωση τοῦ λειτουργοῦ της Ἐκκλησίας «ἀφέωνται σοι αἱ ἁμαρτίαι» (Μάτθ. θ’ 2) εἰρήνη ἀληθινὴ δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρωπου.
        Ἄς προσέλθουμε λοιπὸν μὲ συναίσθηση ἐνώπιον τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ μας καὶ κλίνοντας ταπεινὰ τὰ γόνατα τοῦ σώματος καὶ τῆς ψυχῆς ἄς Τοῦ ποῦμε:
       Κύριε, μεταφερόμαστε νοερὰ στὴν ἅγια νύχτα τοῦ φριχτοῦ μαρτυρίου Σου, ὅταν μετέδωσες στοὺς ἁγίους Σου Ἀποστόλους τὸ οὐράνιο δῶρο τῆς εἰρήνης. «Εἴρηνην τὴν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν», εἶχες πεῖ τότε στοὺς μαθητές Σου. Τὸ ἐπαναλαμβάνεις καὶ σήμερα καὶ πάντοτε στοὺς πιστοὺς ὀπαδούς Σου. Κύριε, ἔχουμε ἀπόλυτη ἀνάγκη ἀπό τὴν εὐλογία τῆς εἰρήνης Σου. Τῆς δικῆς Σου εἰρήνης, ἡ ὁποία ἀπέρρευσε ὡς γλυκὺς καρπὸς ἀπό τὸ ζωοποιό Σου Σταυρό. Φύλαξέ μας ἀπό τὴν ἁμαρ¬τία, ἡ ὁποία ἀναστατώνει τὴ συνείδησή μας. Διῶξε μα¬κριὰ ὅλα τὰ θλιβερὰ καὶ ἀνεπιθύμητα περιστατικὰ ποὺ ζητοῦν νὰ μᾶς ἀφαιρέσουν τὴν εἰρήνη ἀπό τὴν ψυχή. Χάριζέ μας τὴν εἰρήνη Σου «τὴν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν» (Φιλιπ. δ’ 7), ὥστε περνώντας μὲ εἰρήνη τὸ πέλα¬γος τῆς παρούσας ζωῆς νὰ καταξιωθοῦμε τῆς οὐράνιας βασιλείας Σου, ποὺ εἶναι βασιλεία δόξας καὶ χαρᾶς καὶ εἰρήνης αἰώνιας. Ἀμήν» ( Ἀπό τό βιβλίο τοῦ Ἀρχ.Χριστοφ.Παπουτσοπούλου «ΛΟΓΟΙ ΠΑΡΑΚΛΗΣΕΩΣ», ἔκδοση «Ο ΣΩΤΗΡ»).