«Ἁγίου Λουκᾶ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας Λόγοι καί Ὁμιλίες τόμος Β΄»
Ἡ λύπη κατὰ Θεόν, καὶ ἡ λύπη τοῦ κόσμου
«Ἡ γὰρ κατὰ Θεὸν λύπη μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον κατεργάζεται· ἡ δὲ τοῦ κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται» (Β’ Κορ. 7, 10). Αὐτὴ ἡ φράση τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἀπὸ τὴν δευτέρα ἐπιστολὴ του πρὸς Κορινθίους ἔχει μεγάλο βάθος. Πρέπει νὰ καταλάβουμε καλὰ τί σημαίνει ἡ λύπη κατὰ Θεὸν καὶ τί σημαίνει ἡ κατὰ κόσμον λύπη.
Ἡ κατὰ Θεὸν λύπη εἶναι ἡ κατάσταση ἐκείνη τῆς ψυχῆς, καὶ τὴν ζοῦν ὅλοι οἱ ἅγιοι, κατὰ τὴν ὁποίαν αὐτὴ θρηνεῖ τὶς ἁμαρτίες της. Εἶναι ἡ λύπη γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ δὲν πιστεύουν στὸν Χριστό, δουλεύουν στὸν σατανᾶ καὶ δὲν ἀκολουθοῦν τὴν ὁδό τοῦ Κυρίου. Λύπη κατὰ Θεὸν εἶναι, ἐπίσης, ἡ λύπη γιὰ τὴν ἀδικία, τοὺς φόνους, τὰ κακουργήματα, τὴν ἀκολασία καὶ τὸ ψεῦδος μὲ τὸ ὁποῖο εἶναι διαποτισμένη ἡ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσμου τούτου. Εἶναι ἡ λύπη γιὰ τὸ μέλλον τῶν παιδιῶν μας καὶ τῆς νεολαίας, ἡ ὁποία τίποτα δὲν γνωρίζει περὶ Θεοῦ καὶ ζεῖ χωρὶς Αὐτόν.
Αὐτὴ ἡ λύπη γιὰ τὸν κόσμο ποὺ ἀπομακρύνεται ὅλο καὶ περισσότερο ἀπὸ τὸν Χριστό, καὶ γιὰ τὸν ἑαυτό μας, ποὺ συχνὰ ἀφήνουμε τοὺς ἴσιους δρόμους τοῦ Θεοῦ, «μετάνοιαν εἰς σωτηρίαν ἀμεταμέλητον κατεργάζεται». Γεννάει ἀκατάπαυστη μετάνοια, τὴν συνείδηση τῆς ἁμαρτωλότητος τῆς δικῆς μας καὶ τῶν ἄλλων δυστυχισμένων ἀνθρώπων ποὺ βλέπουμε γύρω μας. Αὐτὴ ἡ λύπη μᾶς κάνει νὰ θρηνοῦμε τὸν ἑαυτό μας καὶ τὸν πλησίον μας καὶ μᾶς ὁδηγεῖ στὴν μετάνοια. Καὶ ἀφοῦ ζοῦμε ἐν μετανοίᾳ καὶ προσευχῇ γιὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ ὅλους τούς ἀνθρώπους γνωστοὺς καὶ ἄγνωστους, ποὺ δὲν γνωρίζουν τὸν Χριστό, οἰκοδομεῖται τὸ πνεῦμα μας. Οἰκοδομεῖται πάνω στὴν πέτρα τῆς προσευχῆς.
«Ἡ δὲ τοῦ κόσμου λύπη θάνατον κατεργάζεται». Τί σημαίνει ἡ λύπη τοῦ κόσμου; Εἶναι ἡ λύπη καὶ ἡ ἀνησυχία ποὺ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ὡς σκοπὸ τῆς ζωῆς τους ἔχουν τὴν ἀπόκτηση τῶν γήινων ἀγαθῶν. Αὐτοὶ δὲν γνωρίζουν τί εἶναι ἡ πνευματικὴ ζωή, δὲν γνωρίζουν ὅτι ὑπάρχει ἡ ὁδὸς τῆς σωτηρίας, δὲν προσεύχονται καὶ δὲν πιστεύουν σὲ τίποτα. Προσκυνᾶνε τὸ χρυσὸ μοσχάρι, τὸν πλοῦτο ποὺ τοὺς χαρίζει τὴν ἀπόλυτη εὐδαιμονία στὴν γήινη ζωή. Ὅμως καὶ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους συχνὰ τοὺς βρίσκουν οἱ συμφορές. Ὅλα τὰ σχέδια καὶ οἱ ἐλπίδες τους πέφτουν σὰν τοὺς χάρτινους πύργους. Πολλὲς φορὲς γίνεται κάτι πολὺ χειρότερο· οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐπιζητοῦν τὴν εὐημερία ὁδηγοῦνται στὴν παράβαση τοῦ νόμου, συλλαμβάνονται καὶ φυλακίζονται ἡ στέλνονται ἐξορία.
Αὐτὸ ὅμως εἶναι τὸ λιγότερο κακό. Τὸ χειρότερο εἶναι ὅτι χάνουν τὴν ψυχή τους καὶ ἀποκλείουν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ τὴν αἰώνια ζωή. Γι’ αὐτὸ καὶ λέγεται ὅτι ἡ λύπη κατὰ κόσμον, γιὰ τὰ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου, παράγει θάνατο. Νὰ ἔχουμε πάντα στὸ νοῦ μας αὐτὸ τὸ λόγο τοῦ ἀποστόλου. Νὰ φυλαγόμαστε ἀπό τὴν λύπη τοῦ κόσμου, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ στὸν θάνατο. Νὰ ζοῦμε ἔχοντας τὴν λύπη κατὰ Θεόν, θρηνώντας τὴν ἀναξιότητα καὶ τὶς ἁμαρτίες μας καὶ προσευχόμενοι γιὰ τὸν κόσμο, καὶ ἔτσι θὰ κερδίσουμε τὴν σωτηρία. Ἀμήν.»
(Τά κείμενα τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ πού δημοσιεύονται σέ συνέχειες στήν ἱστοσελίδα μας εἶναι παρμένα ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»)