«Ἁγίου Λουκᾶ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας Λόγοι καί Ὁμιλίες τόμος Β΄»
Λόγος εἰς τὴν Γέννησιν τοῦ Χριστοῦ (β)
«Στὴν πολὺ παλαιὰ ἐποχὴ ὁ πατριάχης Ἰακὼβ ὅταν εὐλογοῦσε τοὺς δώδεκα υἱοὺς του εἶπε στὸν καθένα τί περιμένει στὸ μέλλον τοὺς ἀπογόνους του. Στὸν υἱό του, τὸν Ἰούδα εἶπε· «Οὐκ ἐκλείψει ἄρχων ἐξ Ἰούδα καὶ ἡγούμενος ἐκ τῶν μηρῶν αὐτοῦ, ἕως ἂν ἔλθῃ τὰ ἀποκείμενα αυτῷ, καὶ αὐτὸς προσδοκία ἐθνῶν» (Γε. 49, 10). Ἔτσι καὶ ἔγινε, ἡ προφητεία αὐτὴ ἐκπληρώθηκε. Ἡ προφητεία αὐτὴ τοῦ πατριάρχη Ἰακὼβ ἀποκαλύπτει τὸν χρόνο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσία καὶ Σωτή¬ρα, τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ καιρὸς αὐτὸς ἦλθε τότε, ὅταν ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ἡ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, ἀπό τὴν ὁποία προερχόταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔχασαν τὴν πολιτικὴ τους ἀνεξαρτησία. Ὅταν γεννήθηκε ὁ Χριστὸς ὁ λαὸς τοῦ Ἰσραὴλ βρισκόταν κάτω ὑπὸ τὴν ἐξουσία τῶν Ρωμαίων. Ὁ Ἰούδας ἔχασε τὴν ἐξουσία καὶ τὸ σκῆπτρο τοῦ ἀρχηγοῦ. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ τὸ προέβλεψε ὁ πατριάρχης Ἰακὼβ δυὸ χιλιάδες χρόνια πρὶν τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ.
Γιὰ ὅλα τὰ πιὸ σημαντικὰ γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ ὑπάρχουν προφητεῖες τῶν μεγάλων προφητῶν. Τὸν χρόνο τῆς ἐλεύσεώς Του μὲ μεγάλη ἀκρίβεια ἀποκαλύπτει ὁ μεγάλος προφήτης Δανιήλ, ὁ ὁποῖος ζοῦσε καὶ δροῦσε τετρακόσια χρόνια πρὶν τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Τὴν ἐποχὴ ποὺ κανείς δὲν γνώριζε τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἐκεῖνος σὰν νὰ Τὸν ἔβλεπε μὲ τὰ μάτια του καὶ γνώριζε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Στὸ θαυμαστό του βιβλίο διαβάζουμε πράγματα καταπληκτικά. Λέει: «Καὶ γνώσῃ καὶ συνήσεις· ἀπὸ ἐξόδου λόγου τοῦ ἀποκριθῆναι καὶ οἰκοδομῆσαι Ἱερουσαλὴμ ἕως χριστοῦ ἡγουμένου ἑβδομάδες ἑπτὰ καὶ ἑβδομάδες ἑξήκοντα δύο· καὶ ἐπιστρέψει καὶ οἰκοδομήθησεται πλατεῖα καὶ τεῖχος» (Δα. 9, 25).
«Ἀπὸ ἐξόδου λόγου τοῦ ἀποκριθῆναι καὶ οἰκοδομῆσαι Ἱερουσαλήμ», αὐτὸ σημαίνει τὸ ἑξῆς· ὅταν θὰ περνοῦσε ὁ χρόνος ποὺ ὁ Θεὸς ὅρισε γιὰ τοὺς Εβραίους νὰ βρίσκονται στὴν Βαβυλώνια αἰχμαλωσία, τότε ὁ βασιλιὰς τῆς Βαβυλωνίας ὁ Ἀρταξέρξης θὰ ἐξέδιδε διάταγμα καὶ θὰ ἐπέτρεπε τοὺς Ἰουδαίους νὰ γυρίσουν στὴν πατρίδα τους καὶ νὰ οἰκοδομήσουν τὰ τείχη τῆς πόλεως Ἱερουσαλὴμ καὶ τὸν ἴδιο τὸ ναό.
Ἀπό τὴν στιγμὴ λοιπὸν ποὺ ὁ Ἀρταξέρξης θὰ ἐξέδιδε τὸ σχετικὸ διάταγμα θὰ ἔπρεπε νὰ περάσουν ἑ-ξήντα ἐννέα ἑβδομάδες, δηλαδὴ τετρακόσια ὀγδόντα τρία χρόνια. Εἶναι τὸ δέκατο πέμπτο ἔτος τῆς βασιλείας τοῦ Καίσαρος Τιβερίου στὴν Ρώμη. Καὶ στὸ τρίτο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Λουκᾶν εὐαγγελίου διαβάζουμε ὅτι ἀκριβῶς στὸ δέκατο πέμπτο χρόνο τῆς βασιλείας τοῦ Τιβερίου γεννήθηκε ὁ Πρόδρομος τοῦ Κυρίου Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος, ὅπως ὅλοι σας γνωρίζετε, ἦταν ἕξι μῆνες μεγαλύτερος ἀπὸ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.
Ἔτσι μὲ θαυμαστὸ τρόπο ἐκπληρώθηκε ἡ προφητεία τοῦ ἁγίου προφήτου Δανιὴλ γιὰ τὸν χρόνο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου. Καὶ γιὰ τὸ χρόνο τῆς καταστροφῆς τῆς Ἱερουσαλὴμ ὑπάρχει προφητεία ἡ ὁποία ἐκ-πληρώθηκε μὲ ἀκρίβεια ὅταν ἡ πόλη αὐτὴ καταστράφηκε ἀπὸ τὸ ρωμαϊκὸ στρατὸ μὲ ἐπὶ κεφαλῆς τὸν Τίτο καὶ τὸν Βεσπασσιανό. Ἡ φοβερὴ αὐτὴ καταστροφὴ ὑπῆρξε τιμωρία τοῦ Θεοῦ στοὺς Ἑβραίους ποὺ σκότωσαν τὸν Μεσσία, τὸν Σωτήρα μας Κύριο Ἰησοῦ Χριστό.» (Τά κείμενα τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ πού δημοσιεύονται σέ συνέχειες στήν ἱστοσελίδα μας εἶναι παρμένα ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»)