«Ἁγίου Λουκᾶ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας Λόγοι καί Ὁμιλίες τόμος Β΄»
Γιὰ τὴν δύναμη τοῦ καλοῦ λόγου καὶ τὴν ἐπιείκεια στοὺς ἁμαρτωλοὺς (β)
«Οἱ φαρισαῖοι ἀγανακτοῦσαν γιὰ τὸ ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς συναναστρεφόταν μὲ τοὺς ἁμαρτωλούς, τὶς πόρνες καὶ τοὺς τελῶνες. Περιφρονοῦσαν αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους καὶ θεωροῦσαν ἀκαθαρσία νὰ ἐπικοινωνοῦν μαζί τους. Ποτὲ δὲν τοὺς μιλοῦσαν, ἀλλά τοὺς κακολογοῦσαν καὶ τοὺς κατέκριναν γιὰ τὴν συμπεριφορά τους.
Ξέρουμε ὅτι οἱ πόρνες ἔπλεναν τὰ πόδια τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ τὰ σκούπιζαν μὲ τὰ μαλλιά τους. Ποτὲ δὲν ἔχουν ἀκούσει ἀπ’ Αὐτὸν κανένα λόγο ἐπιπληκτικό. Τὶς συγχωροῦσε καὶ τὶς ἔλεγε· «Πορεύου καὶ ἀπό τοῦ νῦν μηκέτι ἁμάρτανε» (Ἰω. 8, 11).
Οἱ φαρισαῖοι ἦταν ἀνίκανοι νὰ καταλάβουν αὐτὴ τὴν συμπεριφορὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ δυσφοροῦσαν γιὰ τὴν στάση του ἀπέναντι στοὺς ἁμαρτωλούς. Ἀλλά ὁ Κύριος τούς ἀπαντοῦσε τὸ ἑξῆς• «Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ’ οἱ κακῶς ἔχοντες» (Μθ. 9 12). Ἦλθε γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἁμαρτωλούς. Μὲ τὴν ἀγάπη του ἀγκάλιαζε κάθε ἁμαρτωλὸ καὶ ζητοῦσε νὰ τὸν ὁδηγήσει στὴν σωτηρία. Στοὺς φαρισαίους ποὺ τοῦ παραπονέθηκαν εἶπε· «Πορευθέντες δὲ μάθετε τί ἐστὶν ἐλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν» (Μθ. 9, 13). Οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας τους στήριζαν στὶς θυσίες καὶ τὶς προσευχές τους, καὶ ὁ Κύριος λέει ὅτι δὲν θέλει θυσία, ἀλλὰ ἔλεος, ἔλεος στοὺς ἁμαρτωλούς.
Οἱ θυσίες χρειάζονταν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, διότι προεικόνιζαν τὴν Μόνη Θυσία ποὺ πρόσφερε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς πάνω στὸν Σταυρὸ τοῦ Γολγοθᾶ. Ὅταν δόθηκε αὐτὴ ἡ Θυσία οἱ ἄλλες θυσίες ἔχασαν τὴν σημασία καὶ τὸ νόημά τους, γι’ αὐτὸ δὲν τὶς προσφέρουμε πιά.
Τώρα ὁ Κύριος δὲν περιμένει θυσία ἀλλὰ ἔλεος. Περιμένει ἀπό μᾶς τὴν εὐσπλαχνία σὲ ὅλους τούς ἁμαρτωλοὺς καὶ τοὺς περιφρονημένους. Ἡ συμπεριφορά μας πρὸς αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους νὰ εἶναι ἴδια μ’ αὐτὴν ποὺ ἔδειξε Ἐκεῖνος. Νὰ μὴν περιφρονοῦμε κανέναν, κανέναν νὰ μὴν θεωροῦμε κατώτερο ἀπό μᾶς. Νὰ βλέπουμε τὶς δικές μας ἁμαρτίες καὶ ὄχι τῶν ἄλλων, νὰ ἀποκτήσουμε τὴν ταπείνωση καὶ τὴν πραότητα, μιμούμενοι τὴν δική του ταπείνωση καὶ πραότητα. Νὰ ἀγαπᾶμε καὶ νὰ εὐεργετοῦμε τοὺς περιφρονημένους καὶ τοὺς ταπεινωμένους, νὰ τοὺς προσφέρουμε πνευματικὴ βοήθεια, δείχνοντας ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν σωτηρία τους. Ὁ Κύριος λέει ὅταν κάνουμε τραπέζι νὰ μὴν καλοῦμε ἀνθρώπους ποὺ μποροῦν μετὰ νὰ καλέσουν καὶ ἐμᾶς στὸ γεῦμα, ἀλλὰ τοὺς πένητες καὶ τοὺς φτωχοὺς κουρελιάρηδες. Θέλει νὰ τὸ κάνουμε μὲ ἀγάπη, καὶ πάντα μὲ συμπόνια νὰ φερόμαστε στοὺς ἀνθρώπους ποὺ ὁ κόσμος τοὺς περιφρονεῖ, καλώντας τοὺς βρωμιάρηδες καὶ ἀχρείους.» (Τά κείμενα τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ πού δημοσιεύονται σέ συνέχειες στήν ἱστοσελίδα μας εἶναι παρμένα ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»)