Ἀπόστολος: Τῆς ἡμέρας· Σαββάτου κ΄ ἑβδομάδος Ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. α΄ 8-11).
8 Οὐ γὰρ θέλομεν ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, ὑπὲρ τῆς θλίψεως ἡμῶν τῆς γενομένης ἡμῖν ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ὅτι καθ’ ὑπερβολὴν ἐβαρήθημεν ὑπὲρ δύναμιν, ὥστε ἐξαπορηθῆναι ἡμᾶς καὶ τοῦ ζῆν·
9 ἀλλὰ αὐτοὶ ἐν ἑαυτοῖς τὸ ἀπόκριμα τοῦ θανάτου ἐσχήκαμεν, ἵνα μὴ πεποιθότες ὦμεν ἐφ’ ἑαυτοῖς, ἀλλ᾿ ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ ἐγείροντι τοὺς νεκρούς·
10 ὃς ἐκ τηλικούτου θανάτου ἐρρύσατο ἡμᾶς καὶ ρύεται, εἰς ὃν ἠλπίκαμεν ὅτι καὶ ἔτι ρύσεται,
11 συνυπουργούντων καὶ ὑμῶν ὑπὲρ ἡμῶν τῇ δεήσει, ἵνα ἐκ πολλῶν προσώπων τὸ εἰς ἡμᾶς χάρισμα διὰ πολλῶν εὐχαριστηθῇ ὑπὲρ ἡμῶν.
Ἑρμηνεία Π.Ν. Τρεμπέλα
8 Καί σᾶς μιλῶ γιά παθήματα καί παρηγοριές μας, διότι δέν θέλω νά ἔχετε ἄγνοια, ἀδελφοί, γιά τή θλίψη πού μᾶς βρῆκε στήν Ἀσία. Διότι ἔπεσε πάνω μας μεγάλο βάρος ὑπερβολικῶν δοκιμασιῶν καί πειρασμῶν, πού ἦταν πάνω ἀπό τή δύναμή μας, τόσο πολύ, ὥστε νά ἀπελπισθοῦμε καί γι’ αὐτή τή ζωή μας.
9 Καί ἦταν τέτοια τά γεγονότα, ὥστε ἀπό τούς φοβερούς κινδύνους πού διατρέχαμε γινόταν φανερό καί μᾶς δινόταν ἡ ἐντύπωση, ἡ ὁποία εἶχε γίνει βέβαιη μέσα μας, ὅτι ὁ θάνατός μας ἦταν πλέον ἀναπόφευκτος. Καί ἐπέτρεπε ὁ Θεός νά μᾶς προκαλοῦν τή βεβαιότητα αὐτή οἱ πρωτοφανεῖς αὐτοί κίνδυνοι, γιά νά μήν ἔχουμε πεποίθηση στόν ἑαυτό μας ἀλλά στόν ἴδιο τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἀνασταίνει τούς νεκρούς.
10 Αὐτός μᾶς γλύτωσε ἀπό ἕνα τόσο μεγάλο κίνδυνο πού μᾶς ἀπειλοῦσε μέ βέβαιο θάνατο, καί ἐξακολουθεῖ νά μᾶς γλυτώνει. Σ’ αὐτόν λοιπόν ἔχουμε στηρίξει τίς ἐλπίδες μας ὅτι ἀκόμη καί στό μέλλον θά μᾶς γλυτώσει ἀπό κάθε κίνδυνο.
11 Ναί· θά μᾶς γλυτώσει, ἀφοῦ κι ἐσεῖς θά συνεργεῖτε μέ τίς προσευχές καί τίς δεήσεις σας γιά μᾶς, ὥστε ἡ ζωή πού θά μᾶς χαρίζει ὁ Θεός νά ἀναγνωρισθεῖ ὡς δωρεά του ἀπό πολλά πρόσωπα, κι ἀπό ἐμᾶς δηλαδή κι ἀπό σᾶς. Κι ἔτσι μέ πολλές εὐχαριστίες νά ἐκφρασθεῖ στό Θεό ἡ εὐγνωμοσύνη ὅλων γιά τή σωτηρία μας.