«Ἁγίου Λουκᾶ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας Λόγοι καί ὁμιλίες τόμος Β»
Περὶ τοῦ διασκορπισμοῦ τοῦ νοῦ κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς (δ)
«Ὁ προφήτης Ἱερεμίας λέει· «Ἕως πότε ὑπάρξουσιν ἐν σοῖ διαλογισμοὶ πόνων σου» (Ἱερ. 4, 14). Ὡς πότε, δηλαδή, θὰ παραμένουν μέσα σου οἱ σκέψεις σου οἱ κακές. Αὐτὸ εἶναι τὸ σπουδαιότερο ποὺ πρέπει νὰ κάνουμε· νὰ διώξουμε ἀπό τὴν καρδιά μας τὶς κακὲς σκέψεις. Ἔχουμε πάρα πολλὲς τέτοιες σκέψεις, ἀλλά δυστυχῶς δὲν βιαζόμαστε νὰ ἀπαλλαγοῦμε ἀπ’ αὐτές. Ἂν ὅμως ἡ καρδιά μας εἶναι γεμάτη κακὲς σκέψεις καὶ λογισμούς, πῶς μποροῦμε νὰ προσευχόμαστε;
Βλέπουμε, λοιπόν, ὅτι δὲν μποροῦμε νὰ συγκεντρωθοῦμε στὴν προσευχή, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει ἡ ἀνοδικὴ πορεία καὶ ἡ καρδιά μας δὲν ὑψώνεται διαρκῶς, κάθε μέρα, ἀπό τὸ πρωὶ μέχρι τὸ βράδυ, πρὸς τὸν Θεό. Δὲν ἔχουν οἱ ἄνθρωποι στὴν ζωὴ τους σκοπὸ νὰ ἀνεβαίνουν πρὸς τὸν Θεὸ καὶ δὲν ἀντιλαμβάνονται ὅτι ἀντί νὰ ἀνεβαίνουν ψηλὰ κατεβαίνουν ὅλο καὶ πιὸ κάτω. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ὑπάρχει προσευχή.
Ὑπάρχει μία εὐχὴ ποὺ θεωρεῖται ἡ κατ’ ἐξοχὴν Προσευχὴ καὶ εἶναι τὸ κυριότερο ἔργο τῶν μοναχῶν, εἶναι ἡ προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ, «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν ἁμαρτωλόν», τὴν ὁποία οἱ μοναχοὶ τὴν ἐπαναλαμβάνουν συνέχεια, καὶ πολλὲς φορὲς κάνουν ταυτόχρονα μετάνοιες καὶ γονυκλισίες. Αὐτὴ ἡ προσευχὴ ἔχει μεγάλη δύναμη. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ τὴν συνηθίζει καὶ τὴν λέει συνέχεια λαμβάνει χάρη ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ μαθαίνει νὰ προσεύχεται σωστά. Λέω στοὺς ἀνθρώπους νὰ κάνουν αὐτὴ τὴν προσευχή. Μερικοὶ ἀρχίζουν, ἀλλά πολὺ γρήγορα τὴν ἀφήνουν καὶ μοῦ λένε μετὰ τὸ ἑξῆς· «μηχανιστικὰ ἐπαναλαμβάνουμε τὴν εὐχὴ καὶ δὲν βλέπουμε ὅτι ὠφελούμαστε ἀπ’ αὐτή». Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι θέλουν πολὺ γρήγορα νὰ δοκιμάσουν τοὺς καρποὺς καὶ δὲν καταλαβαίνουν ὅτι τὸ νὰ μάθει κανεὶς νὰ προσεύχεται θέλει πολὺ κόπο καὶ πνευματικὸ καὶ σωματικό, ἀμέσως κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ τὸ πετύχει.» (Τά κείμενα τοῦ Ἁγίου Λουκᾶ πού δημοσιεύονται σέ συνέχειες στήν ἱστοσελίδα μας εἶναι παρμένα ἀπό τό ὁμώνυμο βιβλίο τῶν ἐκδόσεων «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»)