Εὐαγγέλιον: ὁμοίως, Τρ. ιδ΄ Λουκᾶ (Μρ. ι΄ 2-12).
2 καὶ
προσελθόντες οἱ Φαρισαῖοι ἐπηρώτων αὐτὸν εἰ ἔξεστιν ἀνδρὶ γυναῖκα ἀπολῦσαι,
πειράζοντες αὐτόν.
3 ὁ δὲ
ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· τί ὑμῖν ἐνετείλατο Μωϋσῆς;
4 οἱ δὲ
εἶπον· ἐπέτρεψε Μωϋσῆς βιβλίον ἀποστασίου γράψαι καὶ ἀπολῦσαι.
5 καὶ
ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· πρὸς τὴν σκληροκαρδίαν ὑμῶν ἔγραψεν ὑμῖν τὴν
ἐντολὴν ταύτην·
6 ἀπὸ δὲ
ἀρχῆς κτίσεως ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς ὁ Θεός·
7 ἕνεκεν
τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα, καὶ
προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ, καὶ
ἔσονται
οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν.
8 ὥστε
οὐκέτι εἰσὶ δύο, ἀλλὰ μία σάρξ·
9 ὃ οὖν
ὁ Θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω.
10 καὶ
εἰς τὴν οἰκίαν πάλιν οἱ μαθηταὶ περὶ τούτου ἐπηρώτων αὐτόν,
11 καὶ
λέγει αὐτοῖς· ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ γαμήσῃ ἄλλην, μοιχᾶται ἐπ᾿
αὐτήν·
12 καὶ
ἐὰν γυνὴ ἀπολύσασα τὸν ἄνδρα γαμηθῇ ἄλλῳ, μοιχᾶται.
Ἑρμηνεία Π.Ν. Τρεμπέλα
2 Τόν πλησίασαν τότε οἱ Φαρισαῖοι καί τόν ρώτησαν ἄν ἐπιτρέπεται στόν
ἄνδρα νά χωρίσει τή γυναίκα του. Καί τοῦ ἔκαναν τήν ἐρώτηση αὐτή γιά νά τόν
ἐκθέσουν σέ πειρασμό καί γιά νά βροῦν ἔτσι ἀφορμή νά τόν κατηγορήσουν ὅτι
περιόριζε τήν ἐλευθερία τῶν ἀνθρώπων στό ζήτημα τοῦ διαζυγίου. Αὐτό ὅμως θά
δυσαρεστοῦσε πάρα πολλούς ἀπ’ τό λαό, ἴσως ὅμως θά τόν ἐξέθετε καί στόν Ἡρώδη.
3 Αὐτός ὅμως τούς ἀποκρίθηκε: Ποιά ἐντολή σᾶς ἔδωσε ὁ Μωυσῆς σχετικά μέ
τό θέμα αὐτό;
4 Κι αὐτοί τοῦ εἶπαν: Ὁ Μωυσῆς ἐπέτρεψε στόν ἄνδρα νά κάνει ἕνα ἔγγραφο
πού νά βεβαιώνει ὅτι ἔδωσε διαζύγιο στή γυναίκα του, καί τότε νά τή χωρίσει.
5 Κι ὁ Ἰησοῦς τούς ἀπάντησε: Ὁ Μωυσῆς γνώριζε τή σκληρότητα τῶν καρδιῶν
σας καί τήν ἄξεστη καί ἀπολίτιστη φύση σας, καί γι’ αὐτό ἔγραψε τήν ἐντολή
αὐτή, γιά νά σᾶς προφυλάξει ἀπό μεγαλύτερα κακά. Διότι καί σέ φόνο ἀκόμη θά
ἦταν δυνατόν νά φθάσετε, γιά νά ἀπαλλαγεῖτε ἀπό τήν ἀνεπιθύμητη γυναίκα σας.
6 Ἀπ’ τήν ἀρχή ὅμως τῆς δημιουργίας ὁ Θεός ἔκανε τούς πρωτόπλαστους ἕναν
ἄνδρα καί μία γυναίκα. Συνεπῶς οὔτε ὁ ἄνδρας μποροῦσε νά ἀποκτήσει δεύτερη
σύζυγο χωρίζοντας τήν πρώτη, οὔτε ἡ γυναίκα μποροῦσε νά χωρίσει ἀπό τόν πρῶτο
σύζυγό της καί νά συνδεθεῖ μέ ἄλλον. Ἐάν ὁ Δημιουργός νομοθετοῦσε τότε καί τό
διαζύγιο, δέν θά δημιουργοῦσε μία μόνο γυναίκα γιά τόν ἕναν ἄνδρα, ἀλλά
περισσότερες γυναῖκες.
7 Ἐπειδή λοιπόν ἕναν ἄνδρα καί μία
γυναίκα δημιούργησε ἐξαρχῆς ὁ Θεός, γι’ αὐτό σύμφωνα μέ τούς λόγους τῆς Ἁγίας
Γραφῆς θά ἐγκαταλείψει ὁ ἄνθρωπος τόν πατέρα του καί τή μητέρα του καί θά
προσκολληθεῖ στή μία καί μοναδική γυναίκα του. Εἶναι λοιπόν ὁ δεσμός τῶν
συζύγων στενότερος ἀπ’ τό δεσμό τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς τους. Καί οἱ δύο
σύζυγοι εἶναι ἀπ’ τήν πρώτη στιγμή τοῦ γάμου τους μία σάρκα, ἕνα σῶμα.
8 Ἄρα λοιπόν στό ἑξῆς δέν εἶναι πλέον δύο, ὅπως ἦταν πρωτύτερα, ἀλλά ἕνα
σῶμα.
9 Ἐκεῖνο λοιπόν πού ὁ Θεός ἕνωσε σέ ἕνα σῶμα, ὁ ἄνθρωπος ἄς μήν τό
χωρίζει.
10 Γιά τό ἴδιο ζήτημα τόν ρώτησαν πάλι οἱ μαθητές του στό σπίτι.
11 Κι ἐκεῖνος τούς εἶπε: Ὅποιος χωρίσει τή γυναίκα του καί νυμφευθεῖ
ἄλλη, διαπράττει μοιχεία σέ βάρος τῆς νόμιμης συζύγου του.
12 Κι ἄν μία γυναίκα χωρίσει τόν ἄνδρα της καί παντρευτεῖ ἄλλον,
διαπράττει μοιχεία, καί λέγεται μοιχαλίδα.