(Ματθ. α΄1-25)
1. ΓΕΝΕΑΛΟΓΙΑ
Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος ξεκινᾶ τήν ἀφήγησι τοῦ ἱεροῦ του εὐαγγελίου μέ τήν παρουσίασι τοῦ γενεαλογικοῦ καταλόγου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ κατάλογος αὐτός βέβαια δάν καταλήγει στήν Θεοτόκο, ἀλλά ἀποτελεῖ τήν γενεαλογία τοῦ Ἰωσήφ τοῦ μνήστορος ὁ ὁποῖος ὅμως καμμία σχέσι δέν ἔχει μέ τό μυστήριο τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου. Αὐτό συμβαίνει διότι στούς Ἰουδαίους ὑπῆρχαν γενεαλογικοί κατάλογοι μόνον ἀνδρῶν. Ὅμως ὅπως ἐξηγοῦν οἱ ἱεροί ἑρμηνευταί, ὁ κατάλογος αὐτός διαφέρει ἀπό τήν γενεαλογία τῆς Θεοτόκου μόνον στά τελευταία πρόσωπα, διότι τήν ἐποχή ἐκείνη οἱ μνηστεῖες γινόταν πάντοτε μέσα στήν ἴδια φυλή.
Γιατί ὅμως ὁ ἱερός εὐαγγελιστής κάνει αὐτή τήν ἀναφορά τῶν ὀνομάτων; Τί σημασία ἔχουν ὅλα αὐτά;
Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος πρωτίστως θέλει νά δείξῃ ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἐπηγγελμένος Μεσσίας, ἐφόσον εἶναι υἱός τοῦ Δαβίδ καί υἱός τοῦ Ἀβραάμ. Διότι ὁ Μεσσίας κατά τούς προφῆτες ἔπρεπε νά κατάγεται ἀπό τόν Δαβίδ, ὅπως ἐπί αἰῶνες τόν περίμεναν οἱ Ἰουδαῖοι· ἀλλά νά εἶναι καί υἱός τοῦ Ἀβραάμ, διότι ἀπό τόν ἀπόγονο αὐτόν τοῦ Ἀβραάμ θά εὐλογοῦνταν ὅλοι οἱ ἐθνικοί, ὅλες οἱ φυλές τῆς γῆς. Ταυτόχρονα ὅμως ὁ κατάλογος αὐτός ἀποτελεῖ καί μία περίληψι τῆς ἰουδαϊκῆς ἱστορίας, ἕνα σύντομο σκιαγράφημα τῶν γεγονότων τῆς θαυμαστῆς παρουσίας καί προστασίας τοῦ Θεοῦ στόν περιούσιο λαό του. Μία ἱστορία πού κορυφώνεται στό πλήρωμα τοῦ χρόνου, τήν γέννησι τοῦ Μεσσίου. Ὅλη αὐτή λοιπόν ἡ ἀναφορά τῶν ὀνομάτων ἔχει κάποιο τελικό σκοπό. Διότι ὅλα αὐτά τά πρόσωπα μέ ἕνα θαυμαστό τρόπο συντελοῦν στό μηδέν τῆς ἱστορίας, στή θεία Ἐνανθρώπησι.
2. ΤΡΕΙΣ ΠΕΡΙΟΔΟΙ
Ὁ εὐαγγελιστής Ματθαῖος χωρίζει τόν γενεαλογικό κατάλογο τοῦ Κυρίου μας σέ τρεῖς περιόδους. Γιατί τό κάνει αὐτό; Διότι οἱ τρεῖς αὐτές ἐποχές ἀντιστοιχοῦν σέ τρεῖς ἱστορικές περιόδους διαφορετικῶν διακυβερνήσεων στό Ἰσραήλ. Ἀπό τόν Ἀβραάμ μέχρι τόν Δαβίδ, οἱ Ἰουδαῖοι κυβερνοῦνταν ἀπό κριτές. Ἀπό τόν Δαβίδ μέχρι τήν Βαβυλώνιο αἰχμαλωσία ἀπό βασιλεῖς. Καί ἀπό τή Βαβυλώνιο αἰχμαλωσία μέχρι τήν ἐποχή τοῦ Χριστοῦ ἀπό ἀρχιερεῖς. Μέ αὐτήν τήν διαίρεσι ἐμμέσως πλήν σαφῶς ξεσκεπάζεται ἡ ἀδυναμία ὅλων αὐτῶν τῶν ἀνθρωπίνων συστημάτων νά ἀνορθώσουν τόν ἰουδαϊκό λαό ἀπό τήν ἡθική σήψι καί καθίσταται σαφής ἡ ἐπείγουσα καί ἀπόλυτη ἀνάγκη τοῦ Μεσσίου. Διότι μέ καμμία διακυβέρνησι οἱ Ἰουδᾶιοι δέν ἔγιναν καλύτεροι. Ὅσο κι ἄν τούς νουθετοῦσαν οἱ κριτές, οἱ βασιλεῖς καί οἱ ἱερεῖς τους, αὐτοί ἔμεναν βυθισμένοι στά ἴδια πάθη, καί δέν εἶχαν τήν διάθεσι νά βγοῦν ἀπό τό σκοτάδι, καί νά στραφοῦν πρός τό φῶς. Ἔπρεπε λοιπόν νά γίνῃ ὁ Θεός ἄνθρωπος γιά νά ἀνορθώσῃ τόν ἄνθρωπο. Ἔπρεπε νά ἔλθῃ ὁ μόνος ἀληθινός κριτής, βασιλεύς καί ἀρχιερεύς τῆς οἰκουμένης· γιά νά καταργήσῃ ὅλες αὐτές τίς ἀνθρώπινες διακυβερνήσεις, καί νά ἐγκαθιδρύσῃ μία βασιλεία πνευματική καί αἰώνιο.
3. ΔΥΟ ΟΝΟΜΑΤΑ
Ὁ Κύριός μας εἶχε δύο ὀνόματα, «Ἰησοῦς» καί «Ἐμμανουήλ». Τό πρῶτο τό ἀπεκάλυψε ὁ ἄγγελος στόν Ἰωσήφ, τό δεύτερο τόν προανήγγειλε ὁ προφήτης Ἡσαΐας. Γιατί ὅμως ὁ Θεός διά τοῦ ἀγγελου καί διά τοῦ προφήτου δίνει δύο ὀνόματα στόν Κύριό μας;
Τό πρῶτο ὄνομα Ἰησοῦς, πού σημαίνει λυτρωτής, ἐλευθερωτής, μᾶς ἀποκαλύπτει ὅτι ὁ Μεσσίας δέν θά εἶναι μόνον βασιλεύς τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλά ὁ ἐλευθερωτής ὅλου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους· καί ἐλευθερωτής ὄχι ἀπό τήν κυριαρχία κάποιων αἰσθητῶν ἐχθρῶν, ἀλλά ἀπό μία στυγνή τυρρανία, τήν σκλαβιά τοῦ ἀνθρωπίνου γένους στούς δαίμονες καί τήν ἁμαρτία. Ὅμως ἐδῶ ἀκριβῶς προκύπτει τό μεγάλο ἐρώτημα: Ποιός ἄνθρωπος θά μποροῦσε νά λυτρώσῃ τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν ἁμαρτία; Κανείς! Κανείς ἄνθρωπος δέν εἶχε μιά τέτοια δύναμι, παρά μόνον ὁ Θεός. Ἀρα λοιπόν τό ὄνομα Ἰησοῦς συνεσκιασμένα φανερώνει ὅτι ὁ Ἰησοῦς δέν εἶναι μόνον ἄνθρωπος, ἀλλά καί Θεός.
Γι’αὐτό ἀκριβῶς ὁ προφήτης Ἡσαΐας προαναγγέλει καί τό δεύτερο ὄνομα τοῦ Μεσσίου, τό ὄνομα Ἐμμανουήλ. Διότι τό ὄνομα αὐτό σημαίνει «μεθ’ ἡμῶν ὁ Θεός» δηλαδή ὅτι ὁ Μεσσίας θά εἶναι θεάνθρωπος. Οὔτε μόνον Θεός, οὔτε μόνον ἄνθρωπος. Ἀλλά θά εἶναι ὁ Θεός πού θά κατέλθῃ στή γῆ μας καί θά γίνῃ ἄνθρωπος καί θά περιπατῇ ἀνάμεσά μας. Τά δύο λοιπόν ὀνόματα συμπληρώνουν τό ἕνα τό ἄλλο. Καί μᾶς ἀποκαλύπτουν «τό μυστηριον τὸ ἀποκεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ ἀπὸ τῶν γενεῶν»· ὅτι αὐτός πού γεννᾶται ἐκ τῆς Παρθένου, δέν εἶναι ἄνθρωπος, οὔτε ἄγγελος, ἀλλά ὁ Θεός τοῦ οὐρανοῦ πού γίνεται ἄνθρωπος γιά νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τήν ἁμαρτία.
Ἄς προετοιμασθοῦμε λοιπόν τίς ἡμέρες αὐτές ὥστε νά προσέλθουμε κι ἐμεῖς στό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ μέ φόβο καί δέος. Διότι μέσα σ’ αὐτό γεννᾶται ὡς ἄνθρωπος ὁ ἄπειρος Θεός τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς γῆς. Σ’αὐτόν ἄς προσφέρουμε τά δάκρυά μας, τήν μετάνοιά μας, τίς ἁμαρτίες μας· ἀλλά καί τήν βαθειά εὐγνωμοσύνη μας γιά τήν λύτρωσι πού μᾶς ἐχάρισε. Ἔτσι θά νιώσουμε ἀληθινά Χριστούγεννα!