ΤΕΚΝΑ ΘΕΟΥ

 07 kiriaki

ΛΟΓΟΣ εἰς τό: «ἔσομαι ὑμῖν εἰς πατέρα, καὶ ὑμεῖς ἔσεσθέ μοι εἰς υἱοὺς καὶ θυ­γα­τέρας».

 

Στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέσα σέ λίγες γραμμές μᾶς λέγει ἐπιγραμ­μα­τι­κά πόση μεγάλη τιμή ἔκανε στόν ἄνθρωπο ὁ Θεός: τόν κατέστησε παιδί τοῦ παντοκράτορος Θεοῦ, τόν Ὁ­ποῖο πλέον ἔχει πατέρα. Ἄς δοῦμε λοιπόν τί σημαίνει ὅ­τι εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ, καί ποιό χρέος ἀπορ­ρέ­ει ἀπό αὐτή μας τήν ἰδιότητα.

1. ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη ἀκόμη ἔδωσε ὁ Θεός τήν ὑπό­σχε­σί του λέγοντας στόν λαό του ὅτι θά κατοικήσῃ μέσα τους καί θά περιπατήσῃ ἀνάμεσά τους, καί θά εἶ­ναι Θεός τους καί αὐτοί θά εἶναι λαός δικός του. Καί Αὐτός θά εἶναι πραγματικός Πατέρας τους καί αὐτοί ἀληθινά παιδιά του ἀγαπημένα. Αὐ­τή βέβαια τήν ὑπό­σχε­σι ὁ Θεός τήν ἔδωσε στόν πε­ρι­ού­σιο λαό του, στούς Ἰσραηλίτες. Ὅμως τήν ἐπαγγελία αὐτή τήν ἐκ­πλη­ρώ­νει στόν νεό Ἰσ­ρα­ήλ τῆς Καινῆς Δια­θή­κης, στήν Ἁγία του Ἐκ­κλη­σία, στόν ἀληθινό δηλαδή λα­ό του, τούς πι­στούς Χριστι­α­νούς. Ἔρχεται λοιπόν ὁ Θεός καί ἀνοίγει τήν ἀγκαλιά του σ’ ὅλους τούς πιστούς χριστιανούς καί μᾶς ἀγκαλιάζει ὡς παιδιά του στήν πατρική ἀγκα­λι­ά του. Δέν μᾶς δίνει ἁ­πλῶς τόν τιμητικό τίτλο τῶν παιδιῶν, ἀλλά μᾶς καθιστᾶ ἀληθινά παιδιά του ὄχι βέβαια κατά φύσιν, ἀλλά κατά χάριν. Δέν ἀποτελοῦν ὅλα αὐτά ὡ­ραῖ­α λόγια, ἀλλά πρόκειται γιά μυστήριο μεγάλο καί ἀκατάληπτο. Μᾶς υἱ­ο­θετεῖ ὁ Θεός μέ τό μυστήριο τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος. Ὅλοι οἱ βα­πτι­σμέ­νοι χριστιανοί ὄχι ἁ­πλῶς ὀνομαζόμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἔχουμε ὅ­λες ἐκεῖνες τίς ἰδιότητες καί τά δι­και­­ώ­ματα τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Δικαιώματα τιμῆς, θέ­σε­ως, σχέ­σεως καί κληρονομίας.

Ἔχουμε τό δικαιώματα πλέον νά ὀνομάζουμε τόν Θεό Πατέρα καί νά Τόν ἐπικα­λού­μαστε ὡς παιδιά του. Νά τόν ἔχουμε δι­αρκῶς δίπλα μας ὡς Πατέρα ἀγάπης στοργῆς καί προ­­στα­σίας, νά ἐπικοινωνοῦμε μαζί του σέ μία κοι­νω­νία ἑνότητος καί ἀγάπης. Ἔχουμε τό δι­καί­ωμα ὅλοι ἐμεῖς τά παιδιά τοῦ Θεοῦ νά εἴμαστε ἀδι­α­σπάστως ἑ­νω­μένοι μεταξύ μας μέ τόν Ἅγιο Θεό μυ­στη­ριακῶς μέ τή Θεία Κοινωνία. Ἀλ­λά ἔχουμε καί τά κληρο­νο­μι­κά δι­και­ώ­μα­τα τῶν υἱῶν. Ὁ ἅγιος Θεός ὑ­πό­­σχεται στά γνήσια παι­διά του κλη­ρο­νο­­μί­α ὄχι φθαρ­τή, ἀλλά αἰ­ώ­νι­ο, ἀνυ­πο­λογίστου ἀξίας. Μᾶς ἔχει ἑτοι­μά­σει «ἃ ὀ­φθαλ­μὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκου­σε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀν­θρώπου οὐκ ἀνέβη». Αὐτά «ἡτοί­μα­­σεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν». Ἐ­κεῖ στήν αἰώνιο Βασι­λεί­α του θέλει νά μᾶς κληροδοτήσῃ τόν θεϊκό του οὐ­ρά­νιο θρόνο γιά νά συμ­βα­σι­λεύ­σουμε μαζί του. Νά μᾶς κάνῃ πρίγ­κη­πες καί συμβασιλεῖς τοῦ οὐ­ρα­νοῦ.

Πόσο μεγάλη ἀξία δίνει σέ μᾶς τούς μικρούς καί ἐλαχίστους ὁ παντοκράτωρ Θεός. Ἀλήθεια, Ποιός εἶναι αὐτός πού μᾶς καθιστᾶ παιδιά του; Ὁ πανυπερτέλειος Θεός. Αὐτόν πού τρέμουν οἱ ἄγγελοι, προσκυνοῦν καί δοξο­λο­γοῦν ἀναταπαύστως. Αὐτός πού ἔχει «θρόνον του τούς οὐρα­νούς καί ὑποπόδιον τήν γῆν» (Ἠσ. ξστ΄ 1). Καί ποιούς καθιστᾶ παιδιά του; Ἐμᾶς τούς ἀνθρώ­πους τούς οὐ­τι­δα­νούς καί ἁμαρτωλούς. Ἐ­μᾶς πού τόσο εὔ­κο­λα ρέ­που­με στήν ἁμαρτία. Καί ὁ ἅγιος Θεός, κα­τα­δέχεται νά ὀ­νο­μάζῃ παιδιά του ἐμᾶς πού καθη­με­ρινά τόν προ­δί­δουμε μέ τίς ἐπιλογές μας καί δέν ζοῦμε ὡς ἀληθινά παιδιά Του. Τί λοιπόν θά πρέπει νά κά­νου­με γιά νά γίνουμε καί στή ζωή μας γνήσια παιδιά του;

2. ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Μᾶς τό λέγει σαφῶς ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ἐφόσον εἶσθε παιδιά μου ἀγαπημένα θά πρέπει νά ζῆτε καί ὡς γνή­σι­α παιδιά μου. Ἐφόσον ἐγώ κατοικῶ μέσα στήν ψυχή σας δέν χωράει ἐκεῖ κανείς ἄλλος ἐκεῖ. Δέν μπο­ρεῖ­τε νά ἔχετε μέσα σας καί τό σκοτάδι καί το φῶς. Δέν μπο­ρεῖ­τε νά εἶσθε καί τέκνα τοῦ φωτός καί τέκνα τοῦ σκό­τους, νά ἀκοῦτε πότε ἐμένα τόν ἅγιο Θεό καί πότε τόν κο­σμοκράτορα τοῦ σκότους. Ἐφόσον ἐγώ εἶμαι ἅγιος, ζη­τῶ κι ἀπό ἐσᾶς νά μοῦ ὁμοιάσετε νά γίνετε κι ἐσεῖς ὅμοιοι μ’ ἐμένα, ἅγιοι. Νά δι­ώ­ξετε ἀπό τήν καρδιά σας κάθε τι πού ἔχει σχέσι μέ τήν ἁ­μαρτία, τόν ρύπο, τήν ἀκαθαρσία, τόν κόσμο τόν ἁμαρτωλό κάι βρώμικο. Γι’ αὐτό λοιπόν «ἐξέλθετε ἐκ μέσου αὐτῶν» μᾶς λέγει. Δέν πρέπει νά ἔχετε καμμία ἀπολύτως ἐπι­κοι­νωνία μέ τήν κοινωνία τῶν διε­φθαρ­μέ­νων ἀν­θρώ­πων. «Ἀφο­ρί­σθη­τε» μᾶς λέ­γει. Φύγετε ἀπό τήν ἁμαρ­τω­λή κο­σμι­κό­τη­τα. Διαχω­ρί­στε τήν θέσι σας. «Καί ἀ­κα­θάρτου μή ἅπτεσθε». Μήν ἀγγίζετε τά ἀκά­θαρ­τα καί ἁμαρτωλά καί μο­λυ­σμένα ἔργα τῶν ἀσε­βῶν ἀν­θρώ­πων. Φύγετε μακριά τους· ὄχι στίς ἐρη­μιές καί στά ὄρη, ἀλλά ξε­χω­ρίσετε ἀπό αὐτούς τροπικῶς, στήν νοο­τρο­πία καί στήν ζωή σας. Καθαρίσετε τόν ἑαυτό σας ἀπό κάθε μο­λυ­σμό σαρκός κάι πνεύμα­τος, κάθε τι πού μο­λύ­νει τό σῶ­μα σας καί τό πνεῦμα σας. Καί νά ἁγιά­ζε­τε κα­θη­με­ρι­νά τόν ἑαυτό σας ἔχοντας βαθειά ριζωμένο μέσα σς τόν ἅγιο φόβο καί σεβασμό τοῦ Θεοῦ Πατρός σας.

 

***

Ἀδελφοί, ἄν ἀγαποῦμε πραγματικά τόν πατέρα μας θά πρέπει αὐτό νά το ἀποδεικνύουμε μέ τήν ζωή μας. Δέν ἔχουμε δι­και­ώμα νά εἴμαστε παιδιά τοῦ Θεοῦ καί νά συμ­πε­ρι­φε­ρόμαστε ὡς παιδιά τῆς ἁ­μαρ­τίας. Καί νά ντρο­πι­άζουμε ἔτσι τό ὄνομά Του στούς ἀν­θρώπους. Ἀλλά νά γίνουμε γνήσια παιδιά Του ἀγα­πη­μέ­να καί στό ὄνομα καί στήν ζωή μας.