ΚΥΡΙΑΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

kampanario 

1. Η ΚΛΗΣΙ

Μί­α ἡ­μέ­ρα πού κα­τα­γρά­φη­κε ὡς ξε­χω­ρι­στή στό ἱ­ε­ρό εὐ­αγ­γέ­λιο ὁ Κύ­ριός μας, κα­θώς ἤ­δη ἔ­χει ξε­κι­νή­σει τήν ἐ­κλο­γή τῶν μα­θη­τῶν του, βρί­σκει τόν Φί­λιπ­πο, ὁ ὁ­ποῖ­ος κα­τα­γό­ταν ἀ­πό τήν Βηθ­σα­ϊ­δά τῆς Γα­λι­λαί­ας, καί τοῦ λέ­γει: «Ἀ­κο­λού­θει μοι». Ὁ Φί­λιπ­πος γο­η­τεύ­ε­ται ἀλ­λά καί συ­νά­μα αἰφ­νι­δι­ά­ζε­ται ἀ­πό αὐ­τήν τήν ἀ­πρό­σμε­νη πρό­σκλη­σι τοῦ Κυ­ρί­ου. Τόν κα­λεῖ ὁ Κύ­ριος χω­ρίς νά τόν ἔ­χῃ προ­ει­δο­ποι­ή­σει ἤ προ­ε­τοι­μά­σει γιά μί­α τέ­τοι­α κλή­σι. Καί μᾶς ἀ­πο­κα­λύ­πτει ὁ Κύ­ριος μέ τήν ἀ­πρό­σμε­νη αὐ­τή κλή­σι πού πραγ­μα­το­ποι­εῖ στόν Φί­λιπ­πο ὅ­τι ἔ­χει δι­ά­φο­ρες με­θό­δους καί τρό­πους καί πολ­λούς δρό­μους γιά νά προ­σελ­κύ­ῃ τούς ἀν­θρώ­πους κον­τά του. M­ᾶς ἀ­να­ζη­τεῖ καί μᾶς βρί­σκει κά­πο­τε πρίν ἀ­κό­μη ἐ­μεῖς τόν γνω­ρί­σου­με καί τόν ἀ­να­ζη­τή­σου­με. Μᾶς κα­λεῖ, δι­ό­τι γνω­ρί­ζει τόν δι­κό μας ἀ­δι­ό­ρα­το πό­θο νά τόν ἀ­κο­λου­θή­σου­με. Ὅ­πως ἀ­κρι­βῶς γνώ­ρι­ζε καί τούς μυ­στι­κούς πό­θους τοῦ ἀ­πο­στό­λου Φι­λίπ­που. Μᾶς κα­λεῖ κά­πο­τε ἀ­πρό­σμε­να γιά νά μᾶς βο­η­θή­σῃ νά ξε­πε­ρά­σου­με τούς δι­σταγ­μούς μας καί τήν δει­λί­α μας. Ὅ­μως πε­ρι­μέ­νει κι ἀ­πό ἐ­μᾶς τήν ἀν­τα­πό­κρι­σί μας, τήν προ­θυ­μί­α μας, τήν ὁ­λο­κάρ­διο ἀ­πο­δο­χή τῆς προ­σκλή­σε­ώς του καί τῆς ἀ­γά­πης του.

2. ΚΑΙ ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΑΣ

Ὁ Φί­λιπ­πος με­ταρ­σι­ω­μέ­νος ἀ­πό τήν κλή­σι ἀλ­λά καί τήν πρώ­τη γνω­ρι­μί­α του μέ τόν Κύ­ριο τρέ­χει μέ ἱ­ε­ρό ἐν­θου­σια­σμό νά κερ­δί­σῃ καί ἄλ­λον κον­τά του. Ἀ­φοῦ ὁ ἴ­διος γνώ­ρι­σε τόν Κύ­ριο ἐκ πεί­ρας γί­νε­ται κή­ρυ­κας τοῦ Χρι­στοῦ. Γί­νε­ται λαμ­πά­δα πού με­τα­λαμ­πα­δεύ­ει τό φῶς τοῦ Χρι­στοῦ. Ποι­όν τρέ­χει νά κα­λέ­σῃ; Μά ἀ­σφα­λῶς τόν φί­λο του, τόν Να­θα­να­ήλ. Αὐ­τόν πού εἶ­χε τούς ἴ­διους πό­θους μ’ αὐ­τόν. Αὐ­τόν πού ἄ­κου­γε μέ λα­χτά­ρα τίς Γρα­φές καί τούς προ­φῆ­τες γιά τά μελ­λού­με­να, γιά τόν Μεσ­σί­α. Αὐ­τόν πού πε­ρί­με­νε μέ ἱ­ε­ρή προσ­δο­κί­α τόν Σω­τῆ­ρα τοῦ κό­σμου. Καί μᾶς δί­νει τό πα­ρά­δειγ­μα ὁ Φί­λιπ­πος νά ἀ­να­ζη­τοῦ­με κι ἐ­μεῖς εὐ­και­ρί­ες γιά νά φέρ­νου­με κον­τά στόν Χρι­στό καί τήν Ὀρ­θό­δο­ξο Ἐκ­κλη­σί­α μας τά φι­λι­κά μας πρό­σω­πα, αὐ­τούς πού ἔ­χουν κά­ποι­α πνευ­μα­τι­κά ἐν­δι­α­φέ­ρον­τα, ἔ­χουν ὅ­μως καί τήν ἀ­νάγ­κη μας νά τούς πα­ρο­τρύ­νου­με, νά τούς κα­θο­δη­γή­σου­με εἰς Χρι­στόν.

3. ΕΛΑ ΝΑ ΔΗΣ

Ξαφ­νι­ά­ζε­ται ὁ Να­θα­να­ήλ ὅ­ταν ἀ­κούῃ ὅ­τι ὁ Χρι­στός εἶ­ναι ἀ­πό τήν Να­ζα­ρέτ. – Μά εἶναι δυνατόν ἀπότήν Ναζαρέτ νά πορέλθῃ κάτι καλό; Ὅ­μως ὁ Φί­λιπ­πος τόν ἀ­φο­πλί­ζει λέ­γον­τάς: Ἔρ­χου καί ἴ­δε. Ἔ­λα νά δῇς μέ τά μά­τια σου, τοῦ λέ­γει. Τόν κα­λεῖ νά ἔλ­θῃ νά ἀ­πο­κτή­σῃ καί προ­σω­πι­κή ἐμ­πει­ρί­α. Δι­ό­τι ὅ­πως ὁ ἴ­διος κα­τα­λα­βαί­νει, καί μό­νο ἡ θε­ά τοῦ θεί­ου προ­σώ­που τοῦ Μεσ­σί­α ἀρ­κοῦ­σε γιά νά τοῦ δι­ώ­ξῃ κά­θε δισταγμό ἤ προ­κα­τά­λη­ψη. Τό πρό­σω­πο τοῦ Χρι­στοῦ μας ἦ­ταν καί εἶ­ναι ὁ πλέ­ον σα­γη­νευ­τι­κός μα­γνή­της ὅ­λων τῶν ἀν­θρώ­πων. Ὅ­σοι αἰ­σθαν­θοῦν αὐ­τή τήν θε­ϊ­κή γο­η­τεί­α καί τήν χά­ρι ἀ­πό τό με­γα­λεῖ­ο τοῦ Κυ­ρί­ου, ἀ­φο­σι­ώ­νον­ται πλή­ρως κά­ι τε­λεί­ως στήν ἀ­γά­πη του. Ὅ­πως ἀ­κρι­βῶς ἔ­γι­νε καί μέ τόν Να­θα­να­ήλ. Τόν ἀ­γα­θό Ἰσραηλίτη τῆς Γα­λι­λαί­ας. Ὁ Να­θα­να­ήλ βε­βαι­ώ­νε­ται ὅ­τι ὁ Χρι­στός εἶ­ναι ὁ προσ­δο­κώ­με­νος Μεσ­σί­ας. Βλέ­πει μπρο­στά του ἕ­να δι­δά­σκα­λο πού τόν γνώ­ρι­ζε πρίν ἀ­κό­μη τόν δεῖ. Ἔ­βλε­πε τόν Να­θα­να­ήλ μέ τά θε­ϊ­κά του μά­τια πρίν ἀ­κό­μη ἔλ­θῃ, κά­τω ἀ­πό μί­α συ­κιά πού προ­σευ­χό­ταν. Καί τό ἀ­πο­κα­λύ­πτει φα­νε­ρώ­νον­τας ὅ­τι εἶ­ναι ὁ παν­το­γνώ­στης. Ὁ Να­θα­να­ήλ μέ­νει ἐκ­στα­τι­κός. Κα­τα­λα­βαί­νει ὅ­τι ὁ Κύ­ριος τά πάν­τα γνω­ρί­ζει. Βλέ­πει κι αὐ­τά πού εἶ­ναι ἀ­θέ­α­τα στούς ἀν­θρώ­πους. Ξέ­ρει καί ὅ­λα ὅ­σα εἶ­χε στό νοῦ του ὁ Να­θα­να­ήλ κα­τά τήν ὥ­ρα τῆς προ­σευ­χῆς του. Μᾶς γνω­ρί­ζει ὅ­λους πο­λύ πρίν ἐ­μεῖς τόν γνω­ρί­σου­με. Γι’ αὐ­τό καί ὁ Να­θα­να­ήλ ἔ­πει­τα ἀ­πό μί­α τέ­τοι­α προ­σω­πι­κή ἐμ­πει­ρί­α κοινωνίας μέ τόν Κύ­ριο ξε­σπᾶ σέ μί­α αὐ­θόρ­μη­τη ὁ­μο­λο­γί­α. Κύ­ρι­ε, ἐ­σύ εἶ­σαι ὁ Υἱ­ός τοῦ Θε­οῦ, ὁ βα­σι­λεύς τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ. Ὁ Να­θα­να­ήλ δέν ἔ­χει καμ­μί­α ἀμ­φι­βο­λί­α γι’ αὐ­τό. Ἦλ­θε καί εἶ­δε.

Ἄς τρέ­ξου­με λοι­πόν κι ἐ­μεῖς πρός τόν Χρι­στό καί θά δοῦ­με. Θά δοῦ­με ἀ­κό­μη με­γα­λύ­τε­ρα θαύματα καί μυ­στή­ρια. Θά μᾶς ἀ­πο­κα­λύ­ψῃ ὁ Χρι­στός ὅ­λα ὅ­σα χρει­α­ζό­μα­στε γιά νά στε­­ρω­θοῦ­με στήν πί­στι μας. Ὁ Χριστός δίνει τήν δυνα­τό­τητα σέ ὅλους τούς πιστούς νά ἔχουμε μία προσωπική ἐμπειρία μαζί του μέσα στήν Ἐκκλησία Του. Διότι μόνον μέσα στήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας μπο­ροῦ­με νά ζή­σου­με τήν κοινωνία μας μέ τόν Χρι­στό. Διότι ἡ Ἐκκλησία μας εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός «πα­ρα­τει­νό­μενος εἰς τούς αἰῶνας». Μόνον ἐκεῖ ὅ­λοι πιστοί πλέ­ον μποροῦμε κι ἐμεῖς, ὅπως ὁ Ναθαναήλ, νά βλέ­που­με τούς ἀ­νοι­κτούς οὐ­­ρα­νούς. Ἐ­πει­δή ἀ­κρι­βῶς τούς οὐ­ρα­νούς τούς ἄ­νοι­ξε ὁ Χρι­στός μέ τό αἷ­μα του, δί­νει τήν δυ­να­τό­τη­τα σέ ὅλους μας νά εἰ­σερχώμαστε στά ἄ­δυ­τα τοῦ οὐ­ρα­νοῦ, στά οὐ­ρά­νια Ἅ­για τῶν Ἁ­γί­ων. Νά κοι­νω­νοῦ­με τόν Χριστό, νά ζοῦμε μέ τόν Χριστό, νά μετέ­χου­με στά μυ­στή­ρια τοῦ Χριστοῦ, νά προ­γευ­ώ­μα­στε τήν Βα­­­σι­λεί­α του. Λοιπόν ἄς ἀκούσουμε κι ἐμεῖς τήν φωνή τοῦ Χριστοῦ πού μᾶς καλεῖ: Ἔρχου καί ἴδε. Προ­σπα­θῶ­ν­τας καθημερινά νά βιώνουμε τά μεγάλα μυστή­ρι­α τῆς κοι­νω­νίας μας μέ τόν Χριστό.