Ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου
Στό ρητό· πρόσεχε στόν ἑαυτό σου, Κεφάλαια δώδεκα
Κεφάλαιο ἕκτο(β)
«Ἐμεῖς λοιπόν, ἄς ἀγαπήσουμε τήν εὐλάβεια• κι ἄν ἀκόμη μᾶς ὀνειδίσουν, κι ἄν ἀκόμη μᾶς μαστιγώσουν, ἄς μήν τήν ἐγκαταλείψουμε, διότι εἶναι θησαυρός γεμάτος μέ ἀγαθά, γεμάτος μέ ἀρετές. Ὁ θησαυρός αὐτός ἱκετεύει τόν Θεό νά ρίχνει στοργικά τό βλέμμα του, ὥστε νά ἀπολαύσει τά ἀγαθά ἐκεῖνος πού ἔχει ἀποκτήσει τήν εὐλάβεια, ὅπως εἶναι γραμμένο• «Σέ ποιόν νά ρίξω στοργικά τό βλέμμα, παρά στόν ταπεινό καί ἥσυχο, καί στόν ἄνθρωπο ποῦ φοβᾶται τά λόγια μου;»• καί, εἶναι μακάριος ἐκεῖνος πού ἀπό εὐλάβεια φοβᾶται πάντοτε μήπως ἁμαρτήσει.
Πρόσεχε λοιπόν τόν ἑαυτό σου, ἀγαπητέ• μήν ἀμελεῖς γιά τή σωτηρία σου• μήν προσέχεις τούς ἀμελεῖς, ἀλλά πρόσεχε τούς προσεκτικούς• οὔτε αὐτούς πού ναυαγοῦν, ἀλλά αὐτούς πού σῴζονται. Ὡς πότε θά ἀνέχεσαι νά εἶσαι δοῦλος αὐτῶν πού σέ ἐξαναγκάζουν νά ζεῖς ἄπρεπα; Μή γίνεις δοῦλος τῶν παθῶν, ἀλλά νά προτιμήσεις νά γίνεις ἐλεύθερος. Σοῦ χρειάζεται πολλή προσοχή. Στέκεσαι στό βάραθρο, μή δείξεις καταφρόνηση• διότι ὁ ἀντίπαλος στέκεται ἀπέναντι• ὅπως εἶναι γραμμένο• Ὁ ἀντίδικός μας ὁ Διάβολος, σάν λιοντάρι πού βρυχᾶται, τριγυρίζει ζητώντας νά βρεῖ κάποιον γιά νά τόν καταβροχθίσει. Βλέπεις τή μεγάλη ἀπληστία καί τή μεγάλη ἀγριότητα τοῦ ἀντιδίκου; Ὅτι δηλαδή δέ θέλει νά πληγώσει κάποιον καί νά τόν ἀφήσει, ἄν δέν τόν φονεύσει, ἀλλά ὅτι καταβροχθίζει ἀμέσως ὁλόκληρο, αὐτόν πού δέν προσέχει. Βρῆκες λοιπόν κατάλληλο καιρό; Ἀγωνίσου, ὅσο ἔχουμε καιρό. Διότι ἄν χάσουμε τόν καιρό μας μέσα στήν ἀμέλεια, φοβοῦμαι μήπως δέ βροῦμε ἄλλον καιρό. Πόσοι ἄνθρωποι γεννήθηκαν ἀπό τόν Ἀδάμ ἕως ἐμᾶς; Καί σέ ρωτῶ, ποῦ εἶναι; Ἤ ποιός ξέρει τόν ἀριθμό τους; Τόν ξέρει ὁ Κύριος ὁ Θεός, πού μᾶς ἔπλασε• ὁ ὁποῖος φέρνει στήν ὕπαρξη τά δημιουργήματά του μέ τή σειρά τους• ὁ ὁποῖος μετρᾶ τά πλήθη τῶν ἄστρων καί ὀνομάζει τό καθένα ἀπ’ αὐτά μέ τό ὄνομά του. Αὐτός γνωρίζει τόν καθένα καί τό ἔργο τοῦ καθενός. Ὁ μόνος σοφός καί ἀγαθός καί κυβερνήτης• ὁ φοβερός καί ἀμνησίκακος• ὁ πολυεύσπλαχνος• πού ἀναζητᾶ αὐτούς πού χάνονται, πού ἐλεεῖ αὐτούς πού ἐπιστρέφουν καί πού σπλαχνίζεται αὐτούς πού μετανοοῦν. Ἐσένα προσκυνοῦμε, Κύριε, τόν Θεό πού μᾶς ἔπλασε. Σ’ ἐσένα προσφέρουμε δόξα καί τιμή, διότι ἀνέχεσαι νά ὑμνεῖσαι ἀκόμη καί ἀπό μένα τόν σιχαμερό. Διότι σ’ αὐτό, Κύριε, εἶναι μεγάλη ἡ εὐσπλαχνία καί ἡ φιλανθρωπία σου, ὅτι δηλαδή καλεῖς στή σωτηρία ἀκόμη καί ἀνάξιους ἀνθρώπους. Τούς ἁμαρτωλούς πού μετανοοῦν δέν τούς ἀποστρέφεσαι, τούς θλιβομένους δέν τούς παραβλέπεις, τούς ὀλιγόψυχους δέν τούς ἐγκαταλείπεις. Μακάρια καί τρισμακάρια εἶναι ἡ ψυχή πού πόθησε μόνο ἐσένα• διότι ἡ ψυχή πού σέ ποθεῖ, φυλάττει καί τίς ἐντολές σου.» (Τά κείμενα πού δημοσιεύουμε εἶναι παρμένα ἀπό τό ἔργο: «Ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου Ἔργα, τόμος 2ος τῶν ἐκδόσεων «Τό Περιβόλι τῆς Παναγίας, σελ. 79 κ.ἑ.)