Στὴν ἀρχὴ τοῦ νέου σχολικοῦ ἔτους ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἐξέδωσε Ἐγκύκλιο πρὸς τὸν λαό, γιὰ νὰ τὸν ἐνημερώσει σχετικὰ μὲ τὸν ἀντεθνικὸ τρόπο διδασκαλίας τῶν Ἑλληνικῶν στὰ σχολεῖα τῆς Μεγαλονήσου. Παραθέτουμε τὰ κυριότερα σημεῖα τοῦ ἐμπεριστατωμένου αὐτοῦ κειμένου: «Τὰ ἀναλυτικὰ προγράμματα χρειάζονται πρῶτα ἐμπλουτισμὸ καὶ ἀναθεώρηση. Κάνουν λόγο μόνο γιὰ ἀνάπτυξη τῆς δημοκρατικότητας τῶν μαθητῶν μας καὶ ἀποσιωποῦν ἐντελῶς τὴν ἑλληνικότητα καὶ τὴν ὀρθόδοξη χριστιανική τους ταυτότητα. Δὲν μποροῦμε ἀσφαλῶς νὰ δεχθοῦμε αὐτὸν τὸν ἀποκλεισμό. Δὲν ἀρκεῖ μόνο νὰ δημιουργήσουμε μιὰ κοιν ω νία ἐλεύθερων καὶ δημοκρατικῶν πολιτῶν. Χρειαζόμαστε μιὰ κοι νωνία μὲ ταυτότητα. Καὶ αὐτὴ ἡ ταυτότητα δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ καὶ τὴν ὀρθόδοξη. (…) Οἱ ἀνησυχίες μας ἑστιάζονται σήμερα στὰ ὅσα διαλαμβάνει τὸ ἀναλυτικὸ πρόγραμμα διδασκαλίας τῆς νέας ἑλληνικῆς γλώσσας ποὺ τέθηκε ἤδη σὲ ἐφαρμογή. Ἔχουμε τὴ γνώμη ὅτι τὸ γλωσσικὸ μάθημα θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἐπικεντρωμένο στὴν ἀποτελεσματικὴ διδασκαλία τῆς νεοελληνικῆς κοινῆς. Ἀντ’ αὐτοῦ τὸ ἀναλυτικὸ δίνει μεγάλη βαρύτητα στὸ τοπικό μας ἰδίωμα. Καὶ τὸ πιὸ σοβαρό: οὔτε κὰν ἀναφέρει ποιὰ γλωσσικὴ μορφὴ εἶναι ἡ ἐπίσημη καὶ ποιὰ εἶναι ἡ ἀνεπίσημη! Αὐτὸ τὸ στοιχεῖο συνδέεται ἄμεσα μὲ αὐτὸ ποὺ εἴχαμε ἐπισημάνει σὲ παλαιότερη ἐγκύκλιό μας, ὅτι δηλαδὴ τελευταίως παρατηρεῖται μιὰ προσπάθεια γιὰ ἀναγωγὴ τοῦ τοπικοῦ μας ἰδιώματος σὲ ἐπίσημη γλώσσα! Ἂν εὐοδωθεῖ ἡ προσπάθεια αὐτή, θὰ διασπαστεῖ ἡ ἑνιαία ἑλληνική μας γλώσσα, καὶ παραλλήλως πρὸς τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα θὰ δημιουργηθεῖ μιὰ ‘‘κυπριακὴ γλώσσα’’, ἡ ὁποία θὰ εἶναι μὲν ἑλληνογενής (πβ. τὶς λατινογενεῖς γλῶσσες), ὄχι ὅ μως ἑλληνική! Καὶ ἀφοῦ ἡ γλώσσα εἶναι ἕνας σημαντικότατος παράγοντας μὲ τὸν ὁποῖο διαμορφώνεται ἡ ἐθνικὴ συνείδηση, θὰ δημιουργηθεῖ ‘‘κυπριακὴ ἐ θνικὴ συνείδηση’’, ἡ ὁποία σαφῶς θὰ εἶναι διακεκριμένη ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἐθνικὴ συνείδησή μας. (…) Στοὺς δύσκολους καιροὺς ποὺ ζοῦμε, μὲ τὶς πιέσεις ποὺ ὡς Κυπριακὸς Ἑλληνισμὸς δεχόμαστε, χρειαζόμαστε Παιδεία ποὺ νὰ καλλιεργεῖ αἴσθηση ταυτότητας, ὄχι νὰ τὴν καταστρέφει. (…) Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις καλοῦμε τὴν Κυβέρνηση καὶ εἰδικότερα τὸν Ὑπουργὸ Παιδείας καὶ Πολιτισμοῦ νὰ προβεῖ στὴ ριζικὴ ἀναθεώρηση τῶν ἀναλυτικῶν προγραμμάτων ὡς πρὸς τὶς πιὸ πάνω παραμέτρους καὶ εἰδικότερα τοῦ ἀναλυτικοῦ τῆς νέας ἑλληνικῆς, ὥστε νὰ διασφαλιστεῖ ἡ ἑλληνική, χριστιανικὴ καὶ δημοκρατικὴ παιδεία τοῦ λαοῦ μας». Ἡ βαρυσήμαντη αὐτὴ Ἐγκύκλιος, ποὺ ἀναγνώσθηκε σὲ ὅλους τοὺς ἱεροὺς ναοὺς τῆς Κύπρου τὴν Κυριακὴ 15 Σεπτεμβρίου, ἐντυπωσιάζει μὲ τὴν ἀπερίφραστη περιγραφὴ τοῦ θανάσιμου κινδύνου ποὺ διέρχεται σήμερα ὁ Κυπριακὸς Ἑλληνισμός. Ὁ ὑπαρκτὸς πλέον κίνδυνος εἶναι οἱ Ἑλληνοκύπριοι ἀδελφοί μας νὰ ἀποκοποῦν μεθοδικὰ ἀπὸ τὸν ἐθνικὸ κορμὸ γιὰ χάρη κάποιων ἀνομολόγητων διεθνιστικῶν σχεδίων ποὺ στοχεύουν στὴν περαιτέρω συρρίκνωση τῆς ἑλληνορθόδοξης παρουσίας στὴν πολυτάραχη περιοχὴ τῆς Μέσης Ἀνατολῆς, μὲ ἀπροσμέτρητες πλέον συνέπειες στὴν ἱστορικὴ πορεία τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους. Ὅλοι οἱ Ὀρθόδοξοι Ἕλληνες ἂς συστρατευθοῦμε πνευματικὰ στὸ κάλεσμα τῆς Ἐκκλησίας γιὰ νὰ διασφαλισθεῖ ἡ ἱστορικὴ ταυτότητα τοῦ Κυπριακοῦ Ἑλληνισμοῦ.