Ἀπόστολος: παραλειφθείς, Κυρ. γ΄ ἐπιστ., (Ρωμ. ε΄ 1-10)
1 Δικαιωθέντες οὖν ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, 2 δι᾿ οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ᾿ ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. 3 οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, 4 ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, 5 ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν. 6 ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε. 7 μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν. 8 συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. 9 πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι᾿ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. 10 εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ
1 Ἀφοῦ λοιπόν γίναμε δίκαιοι μέσῳ τῆς πίστεως, ἔχουμε εἰρήνη μέ τόν Θεό διαμέσου τῆς μεσιτείας τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, 2 ὁ ὁποῖος μέ τήν πίστη μας πρός αὐτόν μᾶς ἔχει ἤδη φέρει στήν κατάσταση αὐτή τῆς χάριτος, στήν ὁποία στεκόμαστε στερεά. Καί δέν τρέμουμε τώρα τή θεία ὀργή, ἀλλά καυχόμαστε ἐλπίζοντας ὅτι θά ἀπολαύσουμε τή δόξα τοῦ Θεοῦ. 3 Καί δέν καυχόμαστε μόνο γιά τή δόξα πού ἐλπίζουμε, ἀλλά καυχόμαστε καί γιά τίς θλίψεις· διότι γνωρίζουμε ὅτι ἡ θλίψη παράγει σιγά – σιγά ὡς μόνιμο καί τέλειο ἔργο τήν ὑπομονή, 4 ἡ ὑπομονή παράγει ἀρετή δοκιμασμένη καί τέλεια, καί ἡ δοκιμασμένη ἀρετή παράγει τήν ἐλπίδα στό Θεό. 5 Καί ἡ ἐλπίδα αὐτή δέν ντροπιάζει καί δέν διαψεύδει αὐτόν πού τήν ἔχει, διότι ἡ ἀγάπη πού ἔδειξε σέ μᾶς ὁ Θεός, στόν ὁποῖο ἐλπίζουμε, ἐκχύθηκε καί πλημμύρισε τίς καρδιές μας μέ τό Ἅγιον Πνεῦμα πού μᾶς δόθηκε ὡς ἀρραβώνας τῆς ἐλπίδας μας. 6 Καί εἶναι πραγματικά ἀξιοθαύμαστη καί μοναδική ἡ ἀγάπη πού μᾶς ἔδειξε ὁ Θεός. Διότι ὅταν ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη ἀσθενεῖς πνευματικά καί δέν μπορούσαμε νά ἐργασθοῦμε τό καλό καί νά ἀπαλλαγοῦμε μόνοι μας ἀπό τήν ὀργή, ὁ Χριστός στόν κατάλληλο χρόνο πού εἶχε ὁρίσει ὁ Θεός, πέθανε γιά νά σώσει ἀνθρώπους ἀσεβεῖς. 7 Κι αὐτό ἀποδεικνύει πράγματι τή μεγάλη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· διότι μόλις καί μετά βίας θά βρεθεῖ ἄνθρωπος νά πεθάνει γιά κάποιον δίκαιο. Διότι γιά ἕναν καλό ἄνθρωπο ἴσως νά ἔκανε κανείς τήν τόλμη νά πεθάνει. 8 Ὁ Θεός ὅμως δείχνει περίτρανα τήν ἀγάπη πού ἔχει ἀπό τά βάθη του γιά μᾶς, διότι ὁ Χριστός πέθανε γιά χάρη μας, ὅταν ἐμεῖς ἤμασταν ἀκόμη γεμάτοι ἁμαρτίες. 9 Πολύ περισσότερο λοιπόν τώρα πού δικαιωθήκαμε μέ τό αἷμα καί τή θυσία τοῦ Χριστοῦ, θά σωθοῦμε μέσῳ αὐτοῦ ἀπό τή μέλλουσα ὀργή. 10 Διότι, ἐάν συμφιλιωθήκαμε μέ τόν Θεό μέ τό θάνατο τοῦ Υἱοῦ του ὅταν ἤμασταν ἐχθροί, πολύ περισσότερο τώρα πού συμφιλιωθήκαμε θά σωθοῦμε διαμέσου τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος δέν ὑπάρχει πλέον ἀνάγκη νά πεθάνει, ἀλλά ζεῖ ἔνδοξος στούς οὐρανούς ὡς μεσίτης δικός μας.