Στὰ χρόνια ποὺ προηγήθηκαν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο, τὰ χρόνια τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, τρία κατεξοχὴν προνομιοῦχα γένη ὑπῆρχαν: τὸ βασιλικό, τὸ ἱερατικὸ καὶ τὸ προφητικό. Οἱ βασιλεῖς, οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ προφῆτες στὸν παλαιὸ Ἰσραὴλ κατεῖχαν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων τὴ μέγιστη ἐξουσία, δοσμένη ἀπὸ τὸν Θεό· τὰ δύο πρῶτα γένη κληρονομικά, ἐνῶ τὸ τρίτο μὲ εἰδικὴ ἐκλογὴ καὶ ἀνάδειξη ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Κύριο. Μὲ τὴν ἀνάδειξή τους σ’ ἕνα ἀπὸ τὰ τρία αὐτὰ κορυφαῖα ἀξιώματα οἱ ἐκλεγμένοι ἀπὸ τὸν Θεὸ βασιλεῖς, ἱερεῖς καὶ προφῆτες χρίονταν (ἀλείφονταν δηλαδή) μὲ εἰδικὸ εὐῶδες ἔλαιο. Τὴν χρίση μὲ τὸ ἔλαιο αὐτό – ποὺ προοριζόταν ἀποκλειστικὰ γι’ αὐτὸν τὸν σκοπὸ καὶ γιὰ ἀπολύτως κανένα ἄλλον – τὴν τελοῦσε ἕνας ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ἱερέας καὶ ὁ ἴδιος ἢ προφήτης, χύνοντας τὸ πολύτιμο αὐτὸ ἀρωματικὸ λάδι στὸ κεφάλι τοῦ νέου προφήτη, βασιλιᾶ ἢ ἱερέα. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ δηλωνόταν ὅτι ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος ἦταν ἐκλεγμένος καὶ διορισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γίνει ὄργανο δικό Του γιὰ τὴ διακυβέρνηση τοῦ λαοῦ. Ἀπὸ τότε καὶ ἔπειτα ὀνομαζόταν «χριστὸς Κυρίου», δηλαδὴ χρισμένος ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ὅλοι ἦταν ὑποχρεωμένοι νὰ τὸν ἀναγνωρίζουν ὡς τέτοιον. Κανένα ἀπὸ τὰ προνομιοῦχα αὐτὰ πρόσωπα τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ δὲν συγκέντρωνε στὸ πρόσωπό του καὶ τὰ τρία ἀξιώματα ταυτοχρόνως. Πολὺ σπάνια ἦταν ἡ περίπτωση ἕνα πρόσωπο νὰ κατέχει συγχρόνως δύο ἀπὸ τὰ τρία ἀξιώματα (ὅπως π.χ. ὁ Δαβίδ, ποὺ ἦταν βασιλιὰς καὶ προφήτης μαζί). Γι’ αὐτὸ καὶ διάχυτος πόθος ἐπικρατοῦσε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη νὰ ἐμφανιστεῖ ὁ Μεσσίας, ποὺ θὰ συνένωνε ἐπάνω Του καὶ τὰ τρία αὐτὰ ἀξιώματα στὸν ὕψιστο βαθμό· θὰ ἦταν μέγας προφήτης, βασιλεὺς καὶ ἱερεύς. Ὁ πόθος αὐτὸς τοῦ παλαιοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ ἐκπληρώθηκε μὲ τὴν ἔλευση στὸν κόσμο τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς εἶναι ὁ μοναδικὸς ἄνθρωπος ποὺ στὸ πανάγιο πρόσωπό Του συνένωσε καὶ τὰ τρία ἀξιώματα. Ὑπῆρξε ὁ μέγας Προφήτης, Ἱερεὺς καὶ Βασιλεύς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε Χριστός, μὲ τὸ Χ γραμμένο τώρα μὲ κεφαλαῖο γράμμα. Διότι ὁ Κύριος Ἰησοῦς δὲν χρίσθηκε ὅπως οἱ ὑπόλοιποι «χριστοί», μὲ ὑλικὸ μύρο, ἀλλά, καθὼς λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, «παρουσίᾳ ὅλου τοῦ χρίοντος», τῆς θεότητός Του δηλαδή. «Χρῖσις γὰρ αὕτη τῆς ἀνθρωπότητος»· ἡ θεότητά Του εἶναι ὁλόκληρη καὶ διαρκῶς παροῦσα καὶ χρίει τὴν ἀνθρώπινη φύση Του1. Ὁ Ἴδιος ἦταν καὶ «ὁ χρίων καὶ ὁ χριόμενος· χρίων ὡς Θεὸς ἑαυτὸν ὡς ἄνθρωπον»2 καὶ καθιστάμενος συγχρόνως ὕψιστος Προφήτης καὶ Διδάσκαλος, μέγας Ἀρχιερεὺς καὶ αἰώνιος Βασιλεύς. Λέγεται βέβαια καὶ ὅτι χρίεται ἀπὸ τὸν Πατέρα διὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Εἶναι ἀκριβῶς τὸ ἴδιο, διότι τὰ τρία θεῖα Πρόσωπα ἔχουν κοινὴ ἐνέργεια. Τὰ τρία αὐτὰ ἀξιώματα στὸν Θεάνθρωπο Κύριο εἶναι ἀχωρίστως ἑνωμένα στὸ πρόσωπό Του καὶ ἔτσι ἐμφανίζονται στὴν ἐπὶ γῆς πορεία Του καὶ στὸ ἀπολυτρωτικὸ ἔργο ποὺ ἦλθε νὰ ἐπιτελέσει στὸν κόσμο. Τὸ προφητικό Του ἀξίωμα τὸ ἀσκεῖ ὁ Κύριος κυρίως ὅταν διδάσκει καὶ νομοθετεῖ, ἐξαγγέλλει δηλαδὴ στοὺς ἀνθρώπους τὴν ἀλήθεια περὶ Θεοῦ καὶ φωτίζει τὸ νοῦ τους, προκειμένου νὰ τοὺς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὸ σκοτάδι τοῦ ψεύδους ποὺ εἶχε ἐγκαταστήσει μέσα τους ἡ ἐξουσία τοῦ διαβόλου. Συγχρόνως ὅμως ἐκεῖ ἀσκεῖ καὶ τὸ βασιλικό Του ἀξίωμα, καθὼς ὁ Κύριος διδάσκει καὶ νομοθετεῖ ὄχι ὅπως οἱ παλαιοὶ προφῆτες («τάδε λέγει Κύριος»), ἀλλὰ μὲ ὕψιστη ἐξουσία καὶ κύρος: «ἐγὼ λέγω ὑμῖν» (Ματθ. ε΄ 22 κ.ἀ.). Στὰ ἐκπληκτικά Του θαύματα ἐπίσης, μὲ τὰ ὁποῖα ἐπικυρώνεται ἡ θεία διδασκαλία Του, πάλι ἡ ἐξουσία Του καὶ τὸ βασιλικὸ ἀξίωμα ἐμφαίνεται. Κυρίως ὅμως τὸ βασιλικὸ ἀξίωμα τὸ ἀσκεῖ στὴν κατάσταση τῆς δόξης Του μετὰ τὴ Σταύρωση, τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψή Του, τελευταία δὲ βασιλική Του ἐνέργεια θὰ εἶναι ἡ τελικὴ κρίση τοῦ κόσμου κατὰ τὴ Δευτέρα Του Παρουσία. Τὸ ἀρχιερατικό Του ἐξάλλου ἀξίωμα τὸ ἀσκεῖ κυρίως στὴν ἀπολυτρωτική Του καὶ ἐξιλαστήρια ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ θυσία, ὅταν ὡς ὕψιστος θύτης συγχρόνως καὶ θύμα προσφέρει τὸ αἷμα Του γιὰ τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μας καὶ τὴν ἀπολύτρωση. Ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν Ἀνάσταση καὶ Ἀνάληψή Του, ὅταν πλέον κατέχει ὡς Βασιλεὺς τὴν ὕψιστη ἐξουσία «ἐν οὐρανῷ καὶ ἐπὶ γῆς» (Ματθ. κη΄ 18), πάλι συνεχίζει τὸ ἀρχιερατικό Του ἔργο, μεσιτεύοντας στὸν Πατέρα Του γιὰ ἐμᾶς («ἐντυγχάνων ὑπὲρ ἡμῶν»· βλ. Ἑβρ. ζ΄ 25). Συνεπῶς ὁ Κύριος τὸ τριπλὸ αὐτὸ ἀξίωμα δὲν τὸ κατέχει γιὰ τὸν Ἑαυτό Του, ἀλλὰ γιὰ ἐμᾶς. Μὲ τὸ προφητικό Του ἀξίωμα καὶ τὴν ἀλήθεια ποὺ ἐκπηγάζει ἀπὸ τὸ πανάγιο Πρόσωπό Του φωτίζει τὴ σκοτισμένη μας διάνοια. Μὲ τὸ ἀρχιερατικό Του ἀξίωμα καθαρίζει τὴ διεφθαρμένη μας καρδιὰ μὲ τὸ πανάγιο αἷμα Του καὶ τὴν καθιστᾶ ἐξαγνισμένη, «δεδικαιωμένην» ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ Πατρός. Καὶ μὲ τὸ βασιλικό Του ἀξίωμα ἐνισχύει καὶ ἁγιάζει τὴν ἐξασθενημένη μας θέληση στὸ νὰ συμμετέχουμε καὶ μεῖς στὴ δική Του αἰώνια νίκη καὶ θρίαμβο. Μ’ ἕνα λόγο ὁ Κύριος μὲ τὸ τριπλό Του ἀξίωμα καθίσταται γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία Του καὶ τὸν κάθε χριστιανὸ χωριστὰ «σοφία ἀπὸ Θεοῦ (προφητικὸ ἀξίωμα), δικαιοσύνη τε (=δικαίωση: ἀρχιερατικό) καὶ ἁγιασμός (βασιλικό) καὶ ἀπολύτρωσις (τὸ ἀποτέλεσμα καὶ τῶν τριῶν)» (Α΄ Κορ. α΄ 30). Καὶ ὄχι μόνο χαρίζει ὅλα αὐτὰ σὲ μᾶς ὁ Κύριος, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ ἱερὰ Μυστήρια τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος καὶ τοῦ ἱεροῦ Χρίσματος μᾶς καθιστᾶ ἱκανοὺς νὰ συμμετέχουμε στὸ τριπλό Του ἀξίωμα. Γινόμαστε δηλαδὴ καὶ μεῖς μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ προφῆτες, ἱερεῖς καὶ βασιλεῖς. Ὕψιστη αὐτὴ τριπλὴ τιμή, γιὰ τὴν ὁποία θὰ μιλήσουμε χωριστὰ σὲ ἑπόμενα ἄρθρα μας.
1. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Θεολογικὸς 4ος, Περὶ Υἱοῦ, ΚΑ΄, PG 36, 132.
2. Ἰω. Δαμασκηνοῦ, Ἔκδοσις ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, PG 94, 1161.