11 Μαρτίου
Ἑορταζόμενοι ἅγιοι
● Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων
● Ὁ Ἅγιος Πιόνιος ὁ Πρεσβύτερος καὶ ἡ Ἁγία Σαβίνα
● Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Νεοφανής, ὁ θαυµατουργός
● Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Σιναΐτης
● Οἱ Ἅγιοι Τρόφιµος καὶ Θαλλὸς ποὺ µαρτύρησαν στὴ Λαοδικεία
● Ἀνακοµιδὴ Λειψάνων Ἁγίου Ἐπιµάχου στὴν Κωνσταντινούπολη
● Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ Βασίλισσα
● Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος ὁ Θαυµατουργὸς Ῥῶσος
● Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ ἔγκλειστος
Περισσότερα στοιχεῖα
ὉἍγιος Σωφρόνιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων
Γεννήθηκε στὴ Δαµασκὸ τῆς Συρίας, περίπου τὸ 575, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Πλινθὰ καὶ τὴν Μυρῶ (κατὰ τοὺς Συναξαριστές). Δὲν ἄργησε, ὅµως, νὰ ἐπικρατήσει µέσα του ἡ θεολογικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ κλίση. Πῆγε στὴν Ἱερουσαλήµ, ὅπου µόνασε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὶς θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς µελέτες. µαζὶ µὲ τὸ συµµοναστή του Ἰωάννη Μόσχο, ἐπισκέφθηκε διάφορα ἀσκητικὰ καὶ µοναχικὰ κέντρα τῆς Παλαιστίνης. Πολέµιος τῆς αἵρεσης τοῦ Μονοθελητισµοῦ, ἀγωνίστηκε σκληρὰ ἐναντίον του στὶς πόλεις – κέντρα Ἀλεξάνδρεια καὶ Κωνσταντινούπολη. Τὸ 634 ἐκλέγεται Πατριάρχης Ἱεροσολύµων, σὲ διαδοχὴ τοῦ ἀποθανόντος Μοδέστου. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, ὁ Σωφρόνιος ἐξακολουθεῖ τὸν ἀγῶνα του κατὰ τοῦ Μονοθελητισµοῦ. Γράφει πολλοὺς ὕµνους καὶ λόγους ποὺ τοὺς διακρίνει ἀξιόλογη λογοτεχνικὴ ἀξία. Σὰν Πατριάρχης, εἶχε τὴν ἀτυχία νὰ πολιορκηθεῖ ἡ Ἱερουσαλὴµ ἀπὸ τὸ χαλίφη τῶν Ἀράβων Ὀµάρ. Ὅταν παραδόθηκε ἡ πόλη (637), ἡ πολλή του θλίψη µετριάσθηκε λίγο ἀπὸ τὸ ὅτι πῆρε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ κατακτητῆ τὸν ἱστορικὸ Ἀκτίναµε, µὲ τὸ ὁποῖο προστατεύθηκαν ὑπὲρ τῶν Ὀρθόδοξων τὰ ἱερὰ χριστιανικὰ προσκυνήµατα. Ἡ ψυχή του, ὅµως, εἶχε πάθει βαθὺ τραῦµα, καὶ µετὰ ἕνα χρόνο ἀπεβίωσε (638).
ὉἍγιος Πιόνιος ὁ Πρεσβύτερος καὶἡἉγία Σαβίνα
Ἔζησε στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Δεκίου, τοῦ σκληροῦ διώκτη τῶν χριστιανῶν κατὰ τὰ µέσα τοῦ τρίτου αἰῶνα. Ὅταν συνελήφθη ἔµεινε ἀµετακίνητος στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὅταν συζήτησε µὲ τοὺς ἱερεῖς τῶν εἰδώλων Πολέµονα καὶ Ἐλπίδιο, κατέδειξε τὴν πλάνη τῆς πολυθεϊστικῆς θρησκείας. Μάταια ζήτησε ἔπειτα ὁ ἀνθύπατος Κιντιλιανὸς νὰ τὸν κερδίσει µὲ ὑποσχέσεις, καὶ νὰ τὸν πειθαναγκάσει µὲ ἀπειλές. Ὁ Πιόνιος, ὁ πιστὸς ἱερέας τοῦ Χριστοῦ, ἐξακολουθοῦσε νὰ Τὸν ὁµολογεῖ. Καταδικάστηκε τότε νὰ ριχθεῖ στὴ φωτιὰ καὶ µέσα στὶς φλόγες της βρῆκε τὸ µαρτυρικὸ θάνατο. Γιὰ δὲ τὴν Ἁγία Σαβίνα βλέπε Α.Χ.Ε.Χ. (Ἡ µνήµη τους, ἀπὸ ὁρισµένα Ἁγιολόγια περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται στὶς 14 καὶ 15 Μαρτίου).
ὉὍσιος Γεώργιος ὁ Νεοφανής, ὁ θαυµατουργός
Ἔζησε στὴν Ἀνατολὴ στὰ µέσα τοῦ 10ου αἰῶνα. Ἐγκατέλειψε γυναῖκα, παιδιὰ καὶ συγγενεῖς, γιὰ νὰ γίνει µοναχός. Ἀφοῦ ντύθηκε τὸ µοναχικὸ σχῆµα, γύριζε πόλεις, χωριὰ καὶ ἐρήµους, στερούµενος, θλιβόµενος καὶ κακουχούµενος. Ὅταν τοῦ ἀποκάλυψε ὁ Θεὸς τὸν θάνατό του, ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ, στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ποὺ βρίσκεται στὴν τοποθεσία Διίπειον, ἀσκήτεψε ἑπτὰ ἡµέρες καὶ ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ. Ὅταν οἱ χριστιανοὶ πῆγαν νὰ τὸν θάψουν, εἶδαν ἔκπληκτοι ὅτι ὁ Γεώργιος ἔφερε πάνω του βαρύτατα σίδερα. Ἀφοῦ τὸν ἔβαλαν σὲ µαρµάρινη θήκη τὸν ἔθαψαν στὸν Νάρθηκα τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἀποστόλου Ἰωάννου. Ἀπὸ τότε τὸ µέρος ἐκεῖνο ἀνάβλυζε µύρο, ποὺ θεράπευε διάφορες ἀσθένειες καὶ ἔκανε πολλὰ ἄλλα θαύµατα.
ὉὍσιος Γεώργιος ὁ Σιναΐτης
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἰουστινιανοῦ τοῦ Α´ (527-565) καὶ ὅταν Πατριάρχης Ἱεροσολύµων ἦταν ὁ Πέτρος ὁ Α´ (524-552). Ὁ Γεώργιος µόναζε στὸ ὄρος Σινᾶ καὶ ἦταν νηστευτὴς καὶ πολὺ ἐνάρετος. Λέγεται µάλιστα ὅτι κάποτε ἐπεθύµησε νὰ µεταλάβει στὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἱερουσαλήµ. Τότε, µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο βρέθηκε ἀµέσως, ἀπὸ τὸ Σινᾶ, στὴ θεία Λειτουργία τοῦ ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, καὶ κοινώνησε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ Πατριάρχη Πέτρου. Μετὰ τὴν κοινωνία ὁ Πατριάρχης ρώτησε τὸν οἰκονόµο του Μηνᾶ, πότε ἦλθε αὐτὸς ὁ Ἀββᾶς Σιναΐτης, διότι δὲν τὸν εἶχε δεῖ προηγουµένως. Ἀλλὰ καὶ ὁ οἰκονόµος του δὲν γνώριζε. Τότε ὁ Πατριάρχης εἶπε στὸν Μηνὰ νὰ πεῖ στὸν Ἀββᾶ νὰ καθίσει στὸ τραπέζι γιὰ νὰ συµφάγουν. Ὁ οἰκονόµος προσκάλεσε τὸν Γεώργιο, ἀλλὰ αὐτός, ἀφοῦ προσευχήθηκε, βρέθηκε ἀµέσως πάλι στὸ κελλί του στὸ Σινᾶ. Ὁ Πατριάρχης θίχτηκε διότι ὁ Γεώργιος δὲν παρακάθισε στὸ τραπέζι του καὶ ἔστειλε γράµµα στοὺς Πατέρες τοῦ Σινᾶ γιὰ τὸ συµβάν. Ἀλλ᾿ ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Ἅγιος δὲν βγῆκε ποτὲ ἀπὸ τὸ κελλί του, τότε κατάλαβε ὅτι πρόκειται περὶ ἁγίου ἀνδρὸς καὶ δόξασε τὸν Θεό. Λέγεται ὅτι, ὁ Ὅσιος Γεώργιος καὶ ὁ Πατριάρχης Πέτρος Α´, ἀπεβίωσαν εἰρηνικὰ µαζὶ µετὰ ἀπὸ ἕξι µῆνες, γεγονὸς ποὺ εἶχε προφητέψει ὁ Ὅσιος Γεώργιος.
ΟἱἍγιοι Τρόφιµος καὶ Θαλλὸς ποὺ µαρτύρησαν στὴ Λαοδικεία
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ µαρτύρησαν στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ (284-305). Κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη Στρατονίκη ἢ Στρατονίκεια, ποὺ βρισκόταν στὴν ἐπαρχία Καριᾶς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ σήµερα τούρκικα ὀνοµάζεται Ἀιδενέλλι. Τὸν καιρὸ λοιπὸν ἐκεῖνο, κατὰ τὸν διωγµὸ ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, συνελήφθησαν καὶ οἱ Ἅγιοι αὐτοί, ἐπειδὴ ὁµολόγησαν τὸν Χριστό, καὶ λιθοβολήθηκαν γιὰ ἀρκετὴ ὥρα. Μὲ ἐνέργεια τῆς θείας χάριτος ὅµως, ἔµειναν ἀβλαβεῖς. Βλέποντας αὐτὸ ὁ ἡγεµόνας τῆς Λαοδικείας Ἀσκληπιός, τοὺς ἄφησε ἐλεύθερους. Ἀλλ᾿ ἀργότερα καὶ πάλι τοὺς συνέλαβαν καὶ τοὺς πίεζαν ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Αὐτοὶ ὅµως, µὲ ἀκόµα περισσότερο θάῤῥος ὁµολόγησαν τὴν πίστη τους καὶ µπροστὰ σ᾿ ὅλους ἐνέπαιξαν τὰ εἴδωλα καὶ τοὺς προστάτες τους. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα νὰ ἐρεθίσει πολὺ τὸν τύραννο καὶ ἔδωσε διαταγὴ νὰ τοὺς δέσουν γυµνοὺς σὲ ξύλο καὶ νὰ σχίσουν τὶς σάρκες τους. Τελικὰ µαρτύρησαν µὲ σταυρικὸ θάνατο καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὰ ἔνδοξα στεφάνια τοῦ µαρτυρίου. Εὐσεβεῖς χριστιανοί, πῆραν τὰ ἅγια λείψανά τους καὶ τὰ ἔθαψαν σὲ τόπο ἱερό. Τότε καὶ ἡ γυναῖκα τοῦ ἄρχοντα Ἀσκληπιοῦ, πῆγε καὶ ράντισε µὲ µύρα τὴν θήκη τῶν ἁγίων λειψάνων καὶ ἅπλωσε πάνω σ᾿ αὐτὸ πολύτιµο σεντόνι. Τέλος, οἱ εὐλαβεῖς καὶ πιστοὶ χριστιανοὶ συµπατριῶτες τῶν Ἁγίων, Ζώσιµος καὶ Ἀρτέµιος, πῆραν τὴν θήκη τῶν ἁγίων λειψάνων καὶ τὴν µετέφεραν στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα τους Στρατονίκη, καὶ τὴν ἀποθησαύρισαν ἕνα µίλι ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, στὴν τοποθεσία Λατοµεῖα. Ἀνακοµιδὴ Λειψάνων Ἁγίου Ἐπιµάχου στὴν Κωνσταντινούπολη Ἡ κυρίως µνήµη του τελεῖται τὴν 31η Ὀκτωβρίου.
ἩὉσία Θεοδώρα ἡ Βασίλισσα
Ἦταν θυγατέρα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Πετραλίφη, ποὺ ἐπὶ Ἀλεξίου τοῦ Κοµνηνοῦ εἶχε διοριστεῖ ἄρχοντας τῆς Θεσσαλονίκης. Ἡ µητέρα της καταγόταν ἀπὸ µία τῶν εὐγενεστέρων οἰκογενειῶν τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ Θεοδώρα ἦταν πολὺ ὄµορφη στὸ σῶµα, ἀλλὰ καὶ στὴν ψυχή. Πῆρε σύζυγο τὸν Μιχαὴλ Δούκα, ποὺ ἀναδείχτηκε ἄρχοντας τῆς Ἠπείρου. Καὶ στὸ ἀξίωµά της αὐτό, ἡ Θεοδώρα, διατήρησε ὅλη τὴν ταπεινοφροσύνη της καὶ τὴν χριστιανικὴ ἁπλότητα. Ἀγαποῦσε νὰ καταγίνεται µὲ φροντίδες γιὰ τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀσθενεῖς, τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά. Ἀλλὰ µεγάλη δοκιµασία περίµενε τὴν ἁγία αὐτὴ ψυχή. Ὁ σύζυγός της Μιχαὴλ Δούκας, µπλέχτηκε µὲ µία πόρνη, ποὺ ὀνοµαζόταν Γαγρίνη. Τόσο πολὺ ξεµυαλίστηκε ἀπ᾿ αὐτή, ὥστε παραγκώνισε ἐντελῶς τὴν Θεοδώρα καὶ γλεντοκοποῦσε χωρὶς φειδὼ µὲ τὴν Γαγρίνη. Ἡ Θεοδώρα, ἐδῶ ἔδειξε τὸ ψυχικό της µεγαλεῖο καὶ ἔµεινε ἀτάραχη, προσευχοµένη στὸν Θεὸ γιὰ τὸν σύζυγό της. Καὶ ὁ Θεὸς εὐλόγησε, ὥστε ὁ Μιχαήλ, κάτω ἀπὸ τὴν πίεση τῆς ἀγανάκτησης τοῦ λαοῦ καὶ τῶν προκρίτων τῆς Ἠπείρου, νὰ συνέλθει καὶ νὰ διώξει τὴν πόρνη ἀπὸ κοντά του. Μὲ δάκρυα ζήτησε συγγνώµη ἀπὸ τὴν Θεοδώρα καὶ ἀπὸ τότε ἔζησαν µὲ πνεῦµα Θεοῦ µέσα στὸ παλάτι. Ὅταν µετὰ ἀπὸ καιρὸ πέθανε ὁ Μιχαήλ, ἡ Θεοδώρα ἀποσύρθηκε στὸ µοναστήρι τοῦ ἁγίου Γεωργίου, ποὺ ἡ ἴδια εἶχε κτίσει, καὶ ἐκεῖ παρέδωσε τὴν ἁγία της ψυχή.
ὉἍγιος Εὐθύµιος ὁ Θαυµατουργὸς Ῥῶσος Ἀρχιεπίσκοπος Νοβογοροδίας.
ὉὍσιος Σωφρόνιος ὁἔγκλειστος Ῥῶσος, 13ος αἰ.