Ἑβρ. δ΄ 14 – ε΄ 6
Ἀδελφοί, ἔχοντες ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας. οὐ γὰρ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν, πεπειρασμένον δὲ κατὰ πάντα καθ᾿ ὁμοιότητα χωρὶς ἁμαρτίας. προσερχώμεθα οὖν μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν. Πᾶς γὰρ ἀρχιερεὺς ἐξ ἀνθρώπων λαμβανόμενος ὑπὲρ ἀνθρώπων καθίσταται τὰ πρὸς τὸν Θεόν, ἵνα προσφέρῃ δῶρά τε καὶ θυσίας ὑπὲρ ἁμαρτιῶν, μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν· καὶ διὰ ταύτην ὀφείλει, καθὼς περὶ τοῦ λαοῦ, οὕτω καὶ περὶ ἑαυτοῦ προσφέρειν ὑπὲρ ἁμαρτιῶν. καὶ οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ, καθάπερ καὶ Ἀαρών. οὕτω καὶ ὁ Χριστὸς οὐχ ἑαυτὸν ἐδόξασε γενηθῆναι ἀρχιερέα, ἀλλ᾿ ὁ λαλήσας πρὸς αὐτόν· υἱός μου εἶ σύ, ἐγὼ σήμερον γεγέννηκά σε· καθὼς καὶ ἐν ἑτέρῳ λέγει· σὺ ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ.
ΣΤΑ ΙΧΝΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ
1. Ὁ Μέγας Ἀρχιερεὺς
Ἑορτάζει σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τὴν προσκύνηση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καὶ μᾶς καλεῖ νὰ προσκυνήσουμε «τὸ ζωοποιὸν Ξύλον», γιὰ νὰ λάβουμε χάρη καὶ δύναμη καὶ νὰ συνεχίσουμε μὲ ἀμείωτο ζῆλο τοὺς πνευματικούς μας ἀγῶνες στὸ «στάδιον τῶν ἀρετῶν», τὴν εὐλογημένη περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Καθὼς λοιπὸν ἔχουμε ἐνώπιόν μας τὸν Τίμιο Σταυρό, εἶναι εὐκαιρία νὰ ἀναλογιστοῦμε τὴ χάρη καὶ τὴ λύτρωση, ποὺ πηγάζουν ἀπὸ τὴ σταυρικὴ θυσία τοῦ Κυρίου. Ἄλλωστε καὶ τὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα μᾶς ὑπενθυμίζει τὴν ἐξαίρετη αὐτὴ δωρεά: «Ἔχοντες», λέει, «ἀρχιερέα μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ, κρατῶμεν τῆς ὁμολογίας». Δηλαδή, ἀφοῦ ἔχουμε Μεγάλο Ἀρχιερέα, τὸν Κύριο Ἰησοῦ, τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος ἔχει πλέον διασχίσει τοὺς οὐρανοὺς καὶ μπῆκε στὸν τόπο τῆς αἰώνιας ἀναπαύσεως, στὴν οὐράνια Βασιλεία Του ὅπου μᾶς περιμένει, ἂς κρατοῦμε καλὰ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεώς μας πρὸς Αὐτόν.
Ἔχουμε Ἀρχιερέα λοιπόν, καὶ αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς δίνει θάρρος καὶ ἐλπίδα. Καὶ ὁ Ἀρχιερέας αὐτὸς δὲν εἶναι ἕνας κοινὸς ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε καὶ ἄνθρωπος, καὶ πρόσφερε τὸν ἑαυτὸ Του θυσία «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας». Μὲ τὴν Ἀνάστασή Του δέ, ὄχι μόνο νίκησε τὸν θάνατο, ἀλλὰ καὶ ἀνέβηκε στοὺς οὐρανοὺς ὡς ἔνδοξος θριαμβευτὴς καὶ «καθήμενος ἐν δεξιᾷ τοῦ Πατρὸς» μεσιτεύει αἰωνίως ὑπὲρ ἡμῶν ὡς αἰώνιος Ἀρχιερεύς, γιὰ νὰ λαμβάνουμε «ἔλεον καὶ χάριν» ὅλοι ὅσοι καταφεύγουμε μὲ πίστη καὶ μετάνοια στὸ θρόνο Του.
2. Οἱ δικοί μας ἱερεῖς
Τὸ ἀποστολικό μας ἀνάγνωσμα, μιλώντας γιὰ τὸν Μέγα Ἀρχιερέα, κάνει λόγο στὴ συνέχεια καὶ γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἀρχιερεῖς, ποὺ πρόσφεραν δῶρα καὶ θυσίες γιὰ τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν τοῦ λαοῦ. Σημειώνει λοιπὸν ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος ὅτι καθένας ποὺ ἔχει λάβει τὸ χάρισμα τῆς ἱερωσύνης, ἐπειδὴ ἀκριβῶς κι αὐτὸς ὡς ἄνθρωπος ἔχει ἀδυναμίες κι ἐλαττώματα, εὔκολα μπορεῖ νὰ δείχνει συμπάθεια καὶ ἀνοχὴ σ’ ὅσους ἁμαρτάνουν ἀπὸ ἄγνοια καὶ πλάνη, καὶ νὰ εἶναι μετριοπαθὴς στὶς κρίσεις του ἀπέναντί τους: «μετριοπαθεῖν δυνάμενος τοῖς ἀγνοοῦσι καὶ πλανωμένοις, ἐπεὶ καὶ αὐτὸς περίκειται ἀσθένειαν».
Εἶναι πολὺ σημαντικὴ ἡ παρατήρηση αὐτὴ τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου καὶ μᾶς βοηθεῖ νὰ συνειδητοποιήσουμε πόσο φιλάνθρωπος εἶναι ὁ Θεός, ὁ Ὁποῖος, ὅπως σημειώνει χαρακτηριστικὰ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, δὲν κατέβασε ἀγγέλους ἀπὸ τὸν οὐρανὸ γιὰ νὰ γίνουν διδάσκαλοι καὶ ἱερεῖς τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ ὅρισε κάποιους ἀπὸ τοὺς κοινοὺς θνητοὺς νὰ ἀναλάβουν αὐτὸ τὸ ἔργο, ὥστε ἡ συναίσθηση τῆς ἀδυναμίας τους νὰ τοὺς συγκρατεῖ ἀπὸ αὐστηρὲς ἐπιτιμήσεις· «χαλινὸς γένηται τῇ τοῦ λέγοντος γλώττῃ» (PG 50, 654).
Ἂς μὴν ἀφήνουμε λοιπὸν τὸν φόβο ἢ τὴν ντροπὴ νὰ μᾶς κρατάει μακριὰ ἀπὸ τὴν ἱερὰ Ἐξομολόγηση. Ἂς πλησιάζουμε τὸν Πνευματικὸ ἔχοντας τὴ βεβαιότητα ὅτι θὰ μᾶς κατανοήσει καὶ θὰ μᾶς περιβάλει μὲ πολλὴ ἀγάπη, διότι κι αὐτὸς εἶναι ἄνθρωπος καὶ γνωρίζει τί σημαίνει ἁμαρτία καὶ πτώση. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, μὲ τὴ χάρη τῶν ἱερῶν Μυστηρίων ποὺ ἐπιτελεῖ, μπορεῖ νὰ μᾶς ὁδηγήσει στὴν ἀνόρθωση καὶ τὴ σωτηρία.
3. Ἡ ὑψηλὴ κλήση
Ἡ ἀρχὴ τῆς ἰουδαϊκῆς ἱερωσύνης δὲν ἦταν ἀνθρώπινη ἐπινόηση. Ὁ Θεὸς κάλεσε στὴν ἀρχιερωσύνη τὸν Ἀαρών. Ὁ Ἴδιος λοιπὸν καλεῖ καὶ τώρα τὸν ἐνανθρωπήσαντα Υἱό Του στὴν ἀληθινὴ ἀρχιερωσύνη. Αὐτὸ ὅμως ἰσχύει καὶ γιὰ καθένα ὁ ὁποῖος γίνεται ἱερέας: «Οὐχ ἑαυτῷ τις λαμβάνει τὴν τιμήν, ἀλλὰ καλούμενος ὑπὸ τοῦ Θεοῦ»· κανεὶς δὲν πρέπει νὰ παίρνει ἀπὸ μόνος του τὴν ὑψηλὴ τιμὴ τῆς ἱερωσύνης, ἀλλὰ νὰ τὴ δέχεται, ὅταν καλεῖται ἀπὸ τὸν Θεό.
Τὸ ἔργο τοῦ ἱερέως δὲν εἶναι ἕνα κοινὸ ἐπάγγελμα ποὺ λύνει τὸ βιοποριστικὸ πρόβλημα, οὔτε μία θέση ποὺ προσφέρει κοινωνικὴ καταξίωση ἢ εὐκαιρία γιὰ προσωπικὴ προβολὴ καὶ ἀνάδειξη. Ἡ ἱερωσύνη εἶναι μυστήριο ποὺ προϋποθέτει καθαρότητα ψυχῆς καὶ διάθεση πλήρους ὑποταγῆς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Εἶναι διακονία ποὺ ἀπαιτεῖ ταπείνωση καὶ ἀγάπη πρὸς ὅλους. Εἶναι σταυρὸς ποὺ συνεπάγεται κόπο, θυσία καὶ αὐταπάρνηση. Παράλληλα, ὅμως, εἶναι ἡ γέφυρα ποὺ ἑνώνει τὸν οὐρανὸ μὲ τὴ γῆ· ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ ἀπαντοχὴ ἑνὸς κόσμου ποὺ ἀναζητεῖ στήριγμα. Εἶναι πλοῦτος χάριτος καὶ εὐλογίας γι’ αὐτὸν ποὺ δέχεται τὴν κλήση, γιὰ τὴν οἰκογένειά του, τὴν κοινωνία, τὸν κόσμο ὅλο!
Ἐπειδὴ ἡ ἑβδομάδα αὐτὴ ἔχει ὁριστεῖ ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας μας νὰ εἶναι ἀφιερωμένη στὶς ἱερατικὲς κλήσεις, ἂς προσευχόμαστε καὶ τώρα καὶ πάντοτε θερμὰ στὸν ἅγιο Θεὸ νὰ ἀναδεικνύει νέους ἱερεῖς, ποὺ θὰ στέκονται δίπλα στὸν κάθε ἄνθρωπο μὲ πίστη καὶ ὑπομονὴ καὶ θὰ φανερώνουν σὲ κάθε στιγμὴ τὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὡς ζωντανὴ πραγματικότητα καὶ αἰώνια προοπτική.