26 Μαρτίου
Ἑορταζόμενοι ἅγιοι
● Σύναξις Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ
● Οἱ Ἅγιοι 26 Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Γοτθία, ἀπὸ τοὺς ὁποίους οἱ δυὸ εἶναι Πρεσβύτεροι, Βαθούσης (ἢ Ἀαθούσης) καὶ Οὐίρκας (ἢ Οὐήρικας) µὲ τοὺς δυὸ γιούς του καὶ τὶς τρεῖς θυγατέρες του καὶ Ἀρπύλας ὁ µοναχός, λαϊκοὶ δέ, Ἄβηπας, Ἁγνὸς (ἢ Ἀγγίας), Ρύαξ (ἢ Ρυΐας), Ἠγάθραξ, Ἠσκόος (ἢ Ἠσκόης), Σύλλας, Σίγητζας (ἢ Σίδητζας), Σουηρίλας, Σεϊµβλᾶς, Ὀέρµας (ἢ Ὀέρθας), Φίλγας καὶ ἀπὸ τὶς γυναῖκες Ἄννα, Ἀλλᾶς, Βάρις (ἢ Βάρκα), Μωίκω, Μαµίκα, Οὐΐρκω (ἢ Οὐήκω) καὶ Ἀνιµαΐς
● Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Θεοδόσιος, Μανουὴλ καὶ ἄλλοι σαράντα (40) ἀπὸ τὴν Ἀνατολή
● Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁµολογητής, ἡγούµενος Τρίγλιας
● Διήγηση ὠφέλιµη Μάλχου µοναχοῦ, ποὺ αἰχµαλωτίστηκε
● Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Νέος ἀδελφὸς τοῦ Ὁσίου Παύλου τοῦ ἐν τῷ Λάτρῳ
● Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας
● Ὁ Ἅγιος Πούλιος ὁ Ἀναγνώστης
Περισσότερα στοιχεῖα
Σύναξις Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ
Γαβριὴλ σηµαίνει ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Στὴν Ἁγία Γραφή, τὸν ἀρχάγγελο αὐτὸ τοῦ Θεοῦ συναντᾶµε µία φορὰ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ δυὸ φορὲς στὴν Καινή. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, µᾶς τὸν παρουσιάζει ὁ Δανιὴλ σὲ µία ὅρασή του (Η´ 16-17), ὅταν ζητάει ἀπ᾿ αὐτὸν τὴν ἐξήγησή της. Ἐκεῖ παρουσιάζεται µπροστά του κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι ὁ Γαβριήλ, καὶ τοῦ ἐξηγεῖ ὅτι τὸ κριάρι µὲ τὰ δυὸ κέρατα σήµαινε τοὺς βασιλεῖς τῆς Μηδίας καὶ τῆς Περσίας. Ὁ δὲ τριχωτὸς τράγος, τὸ βασιλιὰ τῆς Ἑλλάδας. Στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ στέλνεται στὸ Ζαχαρία (Λουκ. Α´, 11-19) καὶ τοῦ ἀναγγέλλει ὅτι ἡ γυναῖκα του Ἐλισάβετ θὰ συλλάβει καὶ θὰ γεννήσει τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδροµο. Ὁ Γαβριήλ, ἐπίσης, εἶναι αὐτὸς ποὺ εὐαγγελίζεται στὴν Παρθένο Μαρία τὴν ἄσπορη σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Σωτῆρα Χριστοῦ.
ΟἱἍγιοι 26 Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Γοτθία, ἀπὸ τοὺς ὁποίους οἱ δυὸ εἶναι Πρεσβύτεροι, Βαθούσης (ἢἈαθούσης) καὶ Οὐίρκας (ἢ Οὐήρικας) µὲ τοὺς δυὸ γιούς του καὶ τὶς τρεῖς θυγατέρες του καὶἈρπύλας ὁ µοναχός, λαϊκοὶ δέ, Ἄβηπας, Ἁγνὸς (ἢἈγγίας), Ρύαξ (ἢ Ρυΐας), Ἠγάθραξ, Ἠσκόος (ἢἨσκόης), Σύλλας, Σίγητζας (ἢ Σίδητζας), Σουηρίλας, Σεϊµβλᾶς, Ὀέρµας (ἢὈέρθας), Φίλγας καὶἀπὸ τὶς γυναῖκες Ἄννα, Ἀλλᾶς, Βάρις (ἢ Βάρκα), Μωίκω, Μαµίκα, Οὐΐρκω (ἢ Οὐήκω) καὶἈνιµαΐς
Ἔζησαν στὰ χρόνια του βασιλιᾶ τῶν Γότθων Ἰουγγουρίχου καὶ βασιλέως τῶν Ῥωµαίων Γρατιανοῦ (375-383). Ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι ὁµολόγησαν τὸν Χριστὸ καὶ κάηκαν ζωντανοὶ ἀπὸ τὸν προαναφερθέντα βασιλιὰ τῶν Γότθων. Τότε συνέβη καὶ κάτι τὸ ἀξιοσηµείωτο. Κάποιος χριστιανός, ἔφερε στὴν Ἐκκλησία πρόσφορο, ἀλλὰ ἐκείνη τὴν στιγµὴ τὸν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες καὶ ἀφοῦ ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ ἔγινε ὁ ἴδιος πρόσφορο στὸν Θεό, παίρνοντας τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου µέσα στὸ καµίνι τῆς φωτιᾶς.
ΟἱἍγιοι Κοδρᾶτος, Θεοδόσιος, Μανουὴλ καὶἄλλοι σαράντα (40) ἀπὸ τὴν Ἀνατολή
Ὑπῆρξαν ὅλοι στὰ χρόνια τῶν διωγµῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες αὐτοκράτορες. Ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν, τοὺς πίεζαν ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἐπανέλαβαν πολλὲς φορὲς τὴν ὁµολογία τους καὶ δήλωσαν, ὅτι ποτὲ δὲν θὰ λιποτακτοῦσαν ἀπὸ τὴν σηµαία τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀπελπισµένος ὁ δικαστής, διέταξε νὰ διανοίξουν τὶς πλευρές τους. Ὅταν καὶ αὐτὸ τὸ βασανιστήριο στάθηκε ἀνίσχυρο νὰ µεταβάλει τὴν ἀφοσίωσή τους στὸν Χριστό, διέταξε τὸν ἀποκεφαλισµό τους.
ὉὍσιος Στέφανος ὁ Ὁµολογητής, ἡγούµενος Τρίγλιας
Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Ἀρµενίου (813-820). Ἀφοσιώθηκε µὲ θέρµη στὴν ἀσκητικὴ ζωή, καὶ δὲν ἄργησε νὰ διακριθεῖ γιὰ τὴν ὑπέροχη ἀρετή του. Σὰν ἡγούµενος τῆς µονῆς Τρίγλιας, διακρίθηκε ὄχι µόνο γιὰ τὴν συνετὴ καὶ χρηστὴ διοίκησή του, ἀλλὰ καὶ διότι φρόντιζε µὲ ζῆλο γιὰ τὸ πνευµατικὸ µέρος τῆς µοναστηριακῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι καὶ ὁ κυριότερος σκοπός της. Ἀλλ᾿ ὅταν ὁ εἰκονοµάχος Λέων ὁ Ε´ἐξέδωσε διαταγὲς ἐναντίων τῶν ἁγίων εἰκόνων, τότε ὁ ἡγούµενος Στέφανος ἄφησε τὸ µοναστήρι του καὶ κατέβηκε στὶς πόλεις. Ἐκεῖ στήριζε τοὺς διωκόµενους καὶ ἐνίσχυε τὴν ἄκαµπτη ἀντίστασή τους. Γιὰ τὶς ἐνέργειές του αὐτὲς συνελήφθη καὶ ὑποβλήθηκε σὲ φυλακίσεις καὶ ἐξορίες. Μέσα δὲ σ᾿ αὐτὲς τὶς κακοπάθειες, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. (Ἡ µνήµη του ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστὲς ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 3η Σεπτεµβρίου).
Διήγηση ὠφέλιµη Μάλχου µοναχοῦ, ποὺ αἰχµαλωτίστηκε
Μὲ δυὸ λόγια ἡ διήγηση αὐτὴ ἔχει ὡς ἑξῆς: ὁ Μάλχος, ποὺ ἦταν µοναχὸς σὲ κάποιο µοναστήρι, ἔκανε παρακοὴ στὸν Γέροντά του καὶ ξεκίνησε γιὰ τὴν πατρίδα του τὴν Μαρώνεια τῆς Συρίας, γιὰ νὰ παραλάβει τὴν κληρονοµιὰ τῶν πεθαµένων γονιῶν του. Στὸ δρόµο τὸν συνέλαβαν Σαρακηνοὶ καὶ µαζὶ µὲ µία γυναῖκα τοὺς πούλησαν σ᾿ ἕναν Αἰθίοπα. Ἐκεῖ ὁ Μάλχος ἔδειξε ἄριστο παράδειγµα ὑπηρέτου. Καὶ ὁ κύριος του γιὰ νὰ τὸν ἀνταµείψει, τοῦ πρότεινε νὰ παντρευτεῖ τὴν συναιχµάλωτό του γυναῖκα. Ὁ Μάλχος τοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶναι µοναχὸς καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπεται νὰ παντρευτεῖ. Ὁ Αἰθίοπας ὅµως τὸν ἀπείλησε καὶ ἔτσι ὁ Μάλχος ἔκανε εἰκονικὸ γάµο µὲ τὴν γυναῖκα αὐτή. Κάποια νύχτα, κατόρθωσαν καὶ δραπέτευσαν, ἀλλ᾿ ὁ Αἰθίοπας µαζὶ µ᾿ ἕναν ὑπηρέτη του τοὺς κυνήγησαν. Αὐτοὶ γιὰ νὰ σωθοῦν µπῆκαν σὲ µία σπηλιά, ποὺ ἦταν γεµάτη ἄγρια θηρία. Ἔκαναν τὸ σηµεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ τὰ θηρία δὲν τοὺς ἄγγιξαν καθόλου. Μόλις ὅµως µπῆκε στὴ σπηλιὰ ὁ Αἰθίοπας µὲ τὸν ὑπηρέτη του, γιὰ νὰ σφάξουν τὸν Μάλχο µὲ τὴν γυναῖκα, ὅρµησε µία λέαινα καὶ τοὺς κατασπάραξε. Τότε ὁ Μάλχος µὲ τὴν γυναῖκα, ἀφοῦ εὐχαρίστησαν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τους, ἡ µὲν γυναῖκα µπῆκε σὲ γυναικεῖο µοναστήρι, ὁ δὲ Μάλχος γύρισε στὸ δικό του, συλλογιζόµενος ὅτι ἡ παρακοὴ τὸν ὁδήγησε σὲ ἄσχηµες περιπέτειες, καὶ πὼς ὁ ἀσφαλέστερος δρόµος εἶναι αὐτὸς τῆς ὑπακοῆς.
ὉὍσιος Βασίλειος ὁ Νέος ἀδελφὸς τοῦ Ὁσίου Παύλου τοῦἐν τῷ Λάτρῳ
Ἡ βιογραφία του σῴζεται χειρόγραφη στὴ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ.
ὉἍγιος Γεώργιος ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς Γεώργιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας καὶ κάποτε βρέθηκε στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης. Ἐκεῖ πῆγε σὲ κάποιο Ἀγαρηνὸ τοξοποιὸ γιὰ νὰ φτιάξει τὸ τόξο του. Σὲ κάποια στιγµὴ ὅµως ὁ Ἀγαρηνὸς τοξοποιὸς ἔβρισε τὸν Χριστὸ καὶ ὁ Γεώργιος µὲ δυνατὴ φωνὴ τοῦ εἶπε ὅτι, «µέγας µόνος Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡµῶν…». Αὐτὸ ἄκουσαν οἱ ἐκεῖ παρευρισκόµενοι Τοῦρκοι, ὅρµησαν ἐπάνω του καὶ τὸν χτύπησαν σκληρά. Κατόπιν τὸν ὁδήγησαν στὸν ἡγεµόνα, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ὁ γενναῖος Γεώργιος ὁµολόγησε τὸν Χριστό. Τότε ἀκολούθησε µία σειρὰ φρικτῶν βασανιστηρίων καὶ αὐστηρῆς ἀποµόνωσης. Κατόπιν µὲ ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες προσπάθησαν νὰ κάµψουν τὸ φρόνηµά του, ἀλλὰ καὶ πάλι ὁ Γεώργιος, ποὺ ἦταν ἐγγράµµατος, µὲ εὔστοχες ἀπαντήσεις ὁµολογοῦσε τὸν Χριστὸ Θεὸ ἀληθινό. Τελικὰ τὴν Μ. Τρίτη στὶς 26 Μαρτίου 1437 τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ µὲ φρικτὸ τρόπο καὶ ἔτσι πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Ἦταν σὲ ἡλικία 30 χρονῶν.
ὉἍγιος Πούλιος ὁἈναγνώστης