Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα:
Λόγος εἰς τόν Εὐαγγελισμόν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
(Ἀπό τό βιβλίο “Η Θεομήτωρ”, ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σ. 122-124).
“Ἡ Παρθένος δέν εἶναι ὅπως ἡ γῆ πού συνετέλεσε μέν, ἀλλά δέν ἔκαμε ὅμως ἡ ἴδια τίποτε στή δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, πού χρησιμοποιήθηκε σάν ἁπλή ὕλη ἀπό τόν Δημιουργό καί ἁπλῶς “ἔγινε” χωρίς νά “πράξη” τίποτε. Ἡ Παρθένος πραγματοποίησε ἡ ἴδια μέσα της καί πρόσφερε στό Θεό ὅλα ἐκεῖνα πού προσείλκυσαν τόν Τεχνίτη στή γῆ, πού παρακίνησαν τό δημιουργικό χέρι. Καί ποιά εἶναι αὐτά; Βίος πανάμωμος, ζωή πάναγνη, ἄρνηση κάθε κακίας, ἄσκηση ὅλων τῶν ἀρετῶν, ψυχή ἀπό τό φῶς καθαρώτερη, σῶμα ἐντελῶς πνευματικό, λαμπρότερο ἀπό τόν ἥλιο, ἀπό τόν οὐρανό καθαρώτερο, ἀπό τούς χερουβικούς θρόνους ἱερώτερο. Φτερούγισμα νοῦ, πού δέν δειλιάζει μπρός σέ κανένα ὕψος, πού ξεπερνᾶ ἀκόμη καί τά φτερά τῶν Ἀγγέλων. Θεῖος ἔρως, πού ἀπορρόφησε καί ἀφομοίωσε κάθε ἄλλη ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς. Κτῆμα τοῦ Θεοῦ, ἕνωση μέ τό Θεό πού δέν χωράει σέ καμμιά ἀνθρώπινη σκέψη. Ἔτσι, ἔχοντας στολίσει μέ τέτοιο κάλλος καί τό σῶμα καί τήν ψυχή Της, κατορθώνει νά ἑλκύση ἐπάνω της τό βλέμμα τοῦ Θεοῦ. Ἀνέδειξε, χάρις στή δική Της ὡραιότητα, ὡραία τήν κοινή ἀνθρώπινη φύση. Καί κατέκτησε τόν ἀπαθῆ. Καί ἔγινε ἄνθρωπος ἐξ αἰτίας τῆς Παρθένου Ἐκεῖνος πού ἐξ αἰτίας τῆς ἁμαρτίας ἦταν στούς ἀνθρώπους μισητός”.