29 Μαρτίου
Ἑορταζόμενοι ἅγιοι
● Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος ἐπίσκοπος Ἀρεθουσίων, Κύριλλος Διάκονος, καὶ τῶν ἐν Ἀσκαλώνι καὶ Γάζῃ παρθένων γυναικῶν καὶ ἱερωµένων ἀνδρῶν
● Οἱ Ἅγιοι Ἰωνᾶς, Βαραχήσιος καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς Ζανιθᾶς, Λάζαρος, Μαρουθᾶς, Ναρσῆς, Ἠλίας, Μαρῆ (κατ᾿ ἄλλους Μαρής), Ἄβιβος, Σιµιάθη (κατ᾿ ἄλλους Σιµιάθης) καὶ Σάβα ἢ Σώθα (κατ᾿ ἄλλους Σάββας)
● Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος Χίου Βιθυνίας
● Ὁ Ἅγιος Διάδοχος ἐπίσκοπος Φωτικῆς
● Οἱ Ὅσιοι Ἰωνᾶς καὶ Μᾶρκος
● Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος ἐπίσκοπος Ἀρεθουσίων, Κύριλλος Διάκονος, καὶ τῶν ἐν Ἀσκαλώνι καὶ Γάζῃ παρθένων γυναικῶν καὶ ἱερωµένων ἀνδρῶν
Περισσότερα στοιχεῖα
ὉἍγιος Μᾶρκος ἦταν ἐπίσκοπος στὰ χρόνια του Μ. Κων/νου
Μία µέρα, κινούµενος ἀπὸ θεῖο ζῆλο, γκρέµισε ἕνα ναὸ τῶν εἰδώλων καὶ τὸν ἔκανε ἐκκλησία. Ὅταν ὅµως ἀνέλαβε αὐτοκράτωρ ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, συνέλαβε τὸ Μάρκο, διότι γκρέµισε τὸν εἰδωλολατρικὸ ναό. Τότε οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ τὸν γύµνωσαν καὶ τὸν µαστίγωσαν ἀλύπητα, τὸν ἔριξαν µέσα σὲ χαντάκια µὲ βρώµικο νερό. Μετὰ τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ τὸν παρέδωσαν σὲ µικρὰ παιδιά, νὰ τὸν τρυποῦν µὲ βελόνες. Ἔπειτα, ἔβρεξαν τὸ σῶµα του µὲ ἅλµη. Κατόπιν τὸν ἄλειψαν µὲ µέλι καὶ τὸν κρέµασαν ἀνάποδα στὸν ἥλιο, γιὰ νὰ εἶναι τροφὴ στὶς µέλισσες καὶ στὶς σφῆκες. Ὅλα αὐτὰ τὰ βάσανα ὁ Μᾶρκος τὰ ὑπέστη µὲ ἀνδρεία καὶ πολλὴ ὑποµονή.
Ὁπότε, βλέποντας οἱ εἰδωλολάτρες αὐτὴ τὴν ἀνδρεία καὶ µεγαλοψυχία τοῦ γέροντα Μάρκου, ἔγινε στὶς ψυχὲς τοὺς µέγα θαῦµα. Ἀφοῦ τὸν κατέβασαν ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ τὸν εἶχαν κρεµασµένον, µετενόησαν, ἔγινε διδάσκαλός τους καὶ ἔµαθαν ἀπ᾿ αὐτὸν τὴν ἀληθινὴ πίστη. Ἔρχεται, ἔτσι, νὰ µᾶς ὑπενθυµίσει ὁ Ἅγιος Μᾶρκος τὸ θεόπνευστο λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «ἀνδρίζου καὶ ἴσχυε, µὴ φοβοῦ µηδὲ δειλιάσῃς µηδὲ πτοηθῇς ἀπὸ προσώπου αὐτῶν». Νὰ ἔχεις, δηλαδή, ἀνδρεία καὶ θάῤῥος. Μὴ φοβᾶσαι, οὔτε νὰ δειλιάσεις. Οὔτε νὰ τροµάξεις µπροστὰ στοὺς ἐχθρούς σου. Ἐπὶ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη ἔλαµψε καὶ ὁ Διάκονος Κύριλλος, καύχηµα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Φοινίκης. Ἐπειδὴ στάθηκε ἀµετακίνητος στὴ χριστιανικὴ ὁµολογία καὶ κήρυττε κατὰ τῶν εἰδώλων, κίνησε τὴν µανία τῶν εἰδωλολατρῶν, οἱ ὁποῖοι µὲ ξίφη ἄνοιξαν τὴν κοιλιά του καὶ χύθηκαν τὰ σπλάχνα του. Μὲ τὸν ἴδιο θάνατο τελείωσαν τὴν ζωή τους καὶ ἀρκετὲς παρθένες γυναῖκες στὴν Ἀσκάλωνα καὶ τὴν Γάζα, καθὼς καὶ µερικοὶ ἱερωµένοι, τῶν ὁποίων ἡ µνήµη συνεορτάζεται τὴν ἡµέρα αὐτή.
ΟἱἍγιοι Ἰωνᾶς, Βαραχήσιος καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς Ζανιθᾶς, Λάζαρος, Μαρουθᾶς, Ναρσῆς, Ἠλίας, Μαρῆ (κατ᾿ἄλλους Μαρής), Ἄβιβος, Σιµιάθη (κατ᾿ἄλλους Σιµιάθης) καὶ Σάβα ἢ Σώθα (κατ᾿ἄλλους Σάββας)
Ἦταν ἀσκητὲς καὶ µαρτύρησαν περίπου τὸ 330 µ.Χ., ὅταν βασιλιὰς τῶν Περσῶν ἦταν ὁ Σαβώριος καὶ τῶν Ῥωµαίων ὁ Μέγας Κων/νος. Αὐτοὶ λοιπόν, ἀναχώρησαν ἀπὸ τὴν Μονὴ ποὺ µόναζαν καὶ πῆγαν σὲ κάποια κωµόπολη, ποὺ ὀνοµαζόταν Μαρβιαβὼχ (ἢ Μαρµιαβώχ). Ἐκεῖ ἐπισκέφθηκαν ἐννιὰ κρατούµενους Μάρτυρες στὴν εἱρκτή, τὸν Ζανιθά, Λάζαρο, Μαρουθά, Ναρσή, Ἠλία, Μαρῆ, Ἄβιβο, Σιµιάθη καὶ Σάβα (ἢ Σώβα) καὶ τοὺς ἐνθάῤῥυναν στὸ µαρτύριο. Ἀµέσως τότε συνέλαβαν καὶ αὐτοὺς καὶ τοὺς ὁδήγησαν µπροστὰ σὲ τρεῖς ἄρχοντες τῶν Περσῶν, τὸν Μασδράθ, τὸν Σιρῶ καὶ Μαρµισή. Αὐτοὶ συµβούλευσαν τοὺς Ἰωνᾶ καὶ Βαραχήσιο ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ νὰ προσκυνήσουν τὴν φωτιά, τὸ νερὸ καὶ τὸν ἥλιο. Ἐπειδὴ ὅµως οἱ Ἅγιοι στάθηκαν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, τοὺς βασάνισαν φρικτὰ καὶ τοὺς θανάτωσαν ἀφοῦ κατατεµάχισαν τὰ σώµατά τους. Τὰ ἁγία λείψανά τους τὰ ἀγόρασε κάποιος χριστιανὸς καὶ τὰ ἔθαψαν µαζὶ µὲ αὐτὰ τῶν ἐννιὰ προαναφερθέντων Μαρτύρων.
ὉἍγιος Εὐστάθιος ὁὉµολογητὴς ἐπίσκοπος Χίου Βιθυνίας
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ µακροῦ καὶ πολυθόρυβου ἀγῶνα τῆς εἰκονοµαχίας. Ἀπὸ νέος βάδισε τὸ δρόµο τῆς εὐσέβειας, στολισµένος µὲ βαθειὰ καὶ ἔνθερµη πίστη. Ἦταν συγχρόνως καὶ ἀκριβὴς τηρητὴς τῶν ἐντολῶν, τὶς ὁποῖες δὲν γνώριζε µόνο ἀλλὰ καὶ ἐφάρµοζε. Τὴ ζωντανὴ αὐτὴ εὐσέβειά του καλλιέργησε ἀκόµα περισσότερο, ὅταν ἔγινε µοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε ὕστερα Ἱερέας. Ἡ κοινὴ ἀναγνώριση τῶν προτερηµάτων αὐτῶν, τὸν ἀνέβασε στὴν ἐπισκοπὴ τῆς Κίου στὴ Βιθυνία. Στὴ νέα του αὐτὴ διακονία, ἔδειξε περισσότερα ποιµαντικὰ χαρίσµατα καὶ ἐργάστηκε µὲ µεγαλύτερη ἀφοσίωση στὴ φιλανθρωπικὴ ἀποστολή του. Ἀπέναντι στοὺς εἰκονοµάχους, ὁ εἰρηνικὸς ποιµενάρχης φάνηκε δυναµικὸς καὶ ἀκοίµητος φρουρὸς τῆς Ὀρθοδοξίας. Οὔτε πτοήθηκε, ὅταν εἶδε µπροστὰ τοῦ τὸν ἄγριο διωγµό. Φυλακίστηκε καὶ στὴ συνέχεια ἐξορίστηκε. Ἀλλ᾿ ἀπὸ παντοῦ συµµετεῖχε στὴν ἄµυνα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὑπέµεινε δὲ ἀπερίγραπτες στερήσεις πείνας, γυµνότητας καὶ ἄλλων κακουχιῶν. Τελικὰ παρέδωσε τὸ πνεῦµα τοῦ στὸ Θεό, τοῦ ὁποίου ἔλαµψε πιστὸς καὶ γνήσιος ὑπηρέτης, ποὺ προτίµησε τὶς ταλαιπωρίες καὶ τὸ θάνατο ἀπὸ τὴν ἐγωϊστικὴ διατήρηση τοῦ ἀξιώµατός του.
ὉἍγιος Διάδοχος ἐπίσκοπος Φωτικῆς
Δὲν τὸν ἀναφέρουν οἱ Συναξαριστές. Συναντᾶται στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα Δ 34 φ. 68α, µαζὶ µὲ τὸν πρεσβύτερο Μᾶρκο τὸν µεγάλο ἀσκητὴ (+5 Μαρτίου), ὅπου ὑπάρχει καὶ κοινὸς Κανόνας τῶν δυὸ µὴ ὁλοκληρωµένος. Ὁ Ἅγιος Διάδοχος, ἐπίσκοπος Φωτικῆς τῆς Παλαιᾶς Ἠπείρου, ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ εἶχε τὸ χάρισµα τῆς εὐγλωττίας, ἀλλὰ καὶ τῆς συναρπαστικῆς συγγραφῆς. Τὰ 100 γνωστικὰ ἀσκητικὰ κεφάλαια ποὺ ἔγραψε, διαβάζονταν µὲ ἀπληστία ἀπὸ τοὺς µοναχούς. Ἐπίσης ἔγραψε καὶ ἄλλα, ὅπως τὴν «Ὅραση» καὶ λόγο στὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου.
ΟἱὍσιοι Ἰωνᾶς καὶ Μᾶρκος (Ῥώσοι, +15ος αἰ.).
ὉὍσιος Ἡσύχιος
Ὁ Σιναΐτης Ἡγούµενος Ἱ. Μονῆς Σινᾶ (+ 7ος αἰ.).