Τὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Πέμπτη ἡ Ἐκκλησία μας μᾶς ὑπενθυμίζει, μαζὶ μὲ ἄλλα ἱερὰ γεγονότα τῶν τελευταίων ἐπὶ γῆς ἡμερῶν τοῦ Κυρίου, καὶ «τὸν ἱερὸν Νιπτῆρα». Μιὰ συγκινητικὴ ἐκδήλωση ταπεινῆς διακονίας ἐκ μέρους Του, ἕνα ἐντυπωσιακὸ μάθημα ταπεινοφροσύνης στοὺς Μαθητές Του.
Δὲν ἦταν βέβαια ἡ πρώτη φορὰ ποὺ ἔκανε Ἐκεῖνος ἔργο διακόνου. Ὅλη Του ἡ ζωὴ ἦταν μία διαρκὴς ταπεινὴ διακονία. Τὸ εἶχε πεῖ ὅτι «ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου (ὁ Θεάνθρωπος) οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι» (Ματθ. κ΄ 28) καὶ αὐτὸ ἔκανε διαρκῶς. Ὅπου ὑπῆρχε ἀνάγκη καὶ πόνος, ἔτρεχε νὰ ἐξυπηρετήσει, νὰ θεραπεύσει, νὰ διακονήσει.
Αὐτὴ τὴ μέρα ὅμως ἔκανε κάτι ξεχωριστό. Καθὼς εἶχαν μαζευτεῖ μὲ τοὺς Μαθητὲς στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὸ ἰουδαϊκὸ Πάσχα, πρὶν ἀρχίσουν τὸ δεῖπνο, ζώστηκε τὸ λέντιο, μιὰ ποδιά, πῆρε μία λεκάνη, ἔριξε νερὸ στὴ λεκάνη καὶ πέρασε μὲ τὴ σειρὰ ἀπὸ ὅλους τοὺς Μαθητὲς καὶ ἔπλυνε τὰ πόδια τους, ποὺ ἀσφαλῶς ἦταν σκονισμένα καὶ λερωμένα. Ἔπλυνε μάλιστα καὶ τὰ πόδια τοῦ Ἰούδα, παρόλο ποὺ γνώριζε ὡς Θεὸς ὅτι εἶχαν βαδίσει τὸν δρόμο τῆς συμφωνίας μὲ τοὺς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων γιὰ τὴν προδοσία τοῦ Διδασκάλου του (βλ. Ἰω. ιγ΄ 1-15).
Γεμάτος θαυμασμὸ ἐμπρὸς στὴ συγκλονιστικὴ αὐτὴ σκηνὴ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἔλεγε: «Ὁ καθήμενος ἐπὶ τῶν Χερουβὶμ τοὺς πόδας ἔνιψε τοῦ προδότου, σὺ δέ, ἄνθρωπε, γῆ καὶ σποδὸς ὤν… ἐπαίρεις σεαυτὸν καὶ μέγα φρονεῖς;» (ΕΠΕ 14, 356). Ὁ Κύριος, ποὺ ὡς Θεὸς κάθεται πάνω στὰ ἀγγελικὰ τάγματα τῶν Χερουβίμ, ἔπλυνε τὰ πόδια τοῦ προδότη Ἰούδα· καὶ σύ, ἄνθρωπε, ποὺ εἶσαι χῶμα καὶ στάχτη, ὑψώνεις τὸν ἑαυτό σου καὶ μεγαλαυχεῖς;
Μὲ τὴν πράξη Του αὐτὴ ὁ Κύριος, λέει πάλι ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἤθελε νὰ δώσει στοὺς Μαθητές Του ἕνα ὑποδειγματικὸ μάθημα γιὰ «τὴν μητέρα τῶν ἀγαθῶν, τὴν ταπεινοφροσύνην», ἡ ὁποία εἶναι «ἀρχὴ καὶ τέλος τῆς ἀρετῆς» (ΕΠΕ 14, 340). Ἕνα μάθημα ταπεινῆς διακονίας.
Αὐτὸ τὸ ὑποδειγματικὸ μάθημα τοῦ Κυρίου ἐνέπνεε κατόπιν ὅλους τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ πετοῦσε σ’ Ἀνατολὴ καὶ Δύση γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ στὰ ἔθνη καὶ τὸν θαύμαζαν οἱ πιστοὶ σ’ ὅλη τὴν οἰκουμένη, διακονοῦσε μὲ τὰ χέρια του τοὺς συνεργάτες του. Ἦταν σκηνοποιὸς καὶ ἔφτιαχνε τὶς νύχτες σκηνὲς καὶ τὶς πουλοῦσαν τὴ μέρα γιὰ νὰ ζήσουν αὐτὸς καὶ οἱ συνεργάτες του, ὥστε νὰ μὴν ἐπιβαρύνουν κανέναν (βλ. Πράξ. κ΄ 34).
Ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ μέγιστος αὐτὸς οἰκουμενικὸς διδάσκαλος καὶ ἅγιος Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὶς ἰατρικές του γνώσεις διακονοῦσε ταπεινὰ τοὺς ἀσθενεῖς, τοὺς γέροντες καὶ ἰδιαιτέρως τοὺς λεπρούς.
Ὅσο ἀνώτερος εἶναι αὐτὸς ποὺ ταπεινώνεται γιὰ νὰ διακονήσει, νὰ ἐξυπηρετήσει καὶ βοηθήσει τοὺς ἄλλους, τόσο περισσότερο λάμπει καὶ ἀκτινοβολεῖ ἡ δύναμη καὶ ὁ ἡρωισμὸς τῆς ψυχῆς του. Ὅσο ἐπίσης ταπεινώνεται καὶ διακονεῖ κανείς, τόσο καὶ πιὸ πολλὴ χάρη Θεοῦ τὸν ἐπισκιάζει. Τὸ ἔλεγε ἀπὸ τὰ παλιὰ χρόνια ὁ θεόπνευστος Σοφὸς Σειράχ: «Ὅσῳ μέγας εἶ, τοσούτῳ ταπείνου σεαυτόν, καὶ ἔναντι Κυρίου εὑρήσεις χάριν» (Σ. Σειρ. γ΄ 18).
Τὴν ταπεινὴ διακονία καὶ ἐξυπηρέτηση τῶν ἄλλων τὴν ἀπαιτεῖ καὶ ἡ ὁμαλὴ κοινωνική μας ζωή. Γιὰ νὰ συζήσουμε μὲ τοὺς συνανθρώπους μας, χρειάζεται ἀπαραιτήτως νὰ ἔχουμε αὐτὸ τὸ πνεῦμα τῆς ταπεινῆς διακονίας. Ἂν σήμερα κλυδωνίζεται ἡ οἰκογένεια, ἂν ἡ κοινωνία κινδυνεύει νὰ γίνει ζούγκλα, εἶναι κυρίως διότι λατρεύεται τὸ «ἐγὼ» καὶ τὸ συμφέρον καὶ λείπει τὸ πνεῦμα τῆς διακονίας καὶ ἀγάπης.
Ἐδῶ ὅμως προβάλλει τὸ ἱερὸ χρέος ἡμῶν τῶν χριστιανῶν ποὺ πιστεύουμε στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ ἐμπνεόμαστε ἀπὸ τὸ ἅγιο παράδειγμά Του. Μὴ μᾶς ἐπηρεάζουν τὰ σχόλια τῶν ἀνθρώπων ποὺ δὲν πιστεύουν καὶ θεωροῦν ἀνοησία τὴ διακονία καὶ βοήθεια τῶν ἄλλων. Αὐτοὶ θέλουν μόνο νὰ τοὺς ὑπηρετοῦν, ἀλλὰ δὲν ἔχουν τὸ ψυχικὸ σθένος νὰ βοηθήσουν τοὺς ἄλλους.
Ὅσοι ὅμως συγκινούμεθα ἀπὸ τὰ αἰώνια παραδείγματα τοῦ Κυρίου καὶ τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, ἂς ἀγωνιζόμαστε στὸ περιβάλλον μας μὲ τὸ παράδειγμα τῆς ταπεινῆς διακονίας μας νὰ εἴμαστε φῶς στὸ σύγχρονο σκοτάδι. Αὐτὴ ἡ ταπεινὴ βοήθεια καὶ ἐξυπηρέτηση τῆς ἀγάπης πρὸς τοὺς συνανθρώπους μας εἶναι ἡ καλύτερη καὶ ἡ πιὸ ἀπαραίτητη προσφορὰ στὴ σύγχρονη κοινωνία μας.