Πράξ. ε΄ 12-20
Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν ᾿Ιουδαίων, ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ᾿ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς. ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ μεθ᾿
ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ᾿ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ ᾿Ιησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν. εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.
1. Ἡ ἡμέρα τῆς Κυριακῆς
Ἡ σημερινὴ ἡμέρα ὀνομάζεται Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ. Παράλληλα ὅμως ὀνομάζεται καὶ Κυριακὴ τοῦ Ἀντίπασχα, διότι, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τὸ Συναξάριο, τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἑορτάζουμε καὶ «τὰ ἐγκαίνια τῆς Χριστοῦ Ἀναστάσεως», δηλαδὴ τὴν ἐπίσημη καθιέρωση τοῦ ἑβδομαδιαίου ἑορτασμοῦ τῆς ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως, ἡ ὁποία, λόγῳ τῆς μοναδικῆς σπουδαιότητός της, θεσπίστηκε νὰ ἑορτάζεται ὄχι μόνο τὴν ἡμέρα τοῦ Πάσχα, ἀλλὰ καὶ κάθε Κυριακὴ καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ ἔτους. Ἡ Κυριακὴ εἶναι ἡ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ἔλαβε χώρα τὸ μοναδικὸ καὶ κοσμοϊστορικὸ γεγονὸς τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, μὲ τὸ ὁποῖο ἐγκαινιάστηκε ἡ «καινὴ κτίσις», ἡ ἀναδημιουργία τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἡ «μία τῶν Σαββάτων», δηλαδὴ ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἡ ὁποία τιμήθηκε ἰδιαιτέρως καὶ ἁγιάστηκε ἀπὸ τὸν Κύριο. Ἄλλωστε δὲν εἶναι τυχαῖο ὅτι ὁ ἀναστὰς Κύριος, ὅπως ἀναφέρει τὸ σημερινὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἐμφανίστηκε γιὰ δεύτερη φορὰ στοὺς μαθητές Του, ὄχι ἄλλη ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ἀλλὰ «μεθ’ ἡμέρας ὀκτώ», δηλαδὴ καὶ πάλι ἡμέρα Κυριακή. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ «ἔθεσε τὸ θεμέλιον διὰ τὴν τιμὴν καὶ τὸν ἁγιασμὸν τῆς πρώτης ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος» (Παν. Τρεμπέλας).
Ἔτσι ἡ Κυριακὴ ἀντικατέστησε τὸ ἑβραϊκὸ Σάββατο ἤδη ἀπὸ τὰ χρόνια τῶν Ἀποστόλων, ἐνῶ τὸ 321 μ.Χ. ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος τὴν καθιέρωσε ἐπίσημα ὡς ἡμέρα ἑορτῆς καὶ ἀργίας.
Εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὴ ἡ ἀργία τῆς Κυριακῆς, ὄχι μόνο διότι μᾶς δίνει τὴν εὐκαιρία νὰ ξεκουραστοῦμε, ἀλλὰ κυρίως διότι ἡ ἱερότητα αὐτῆς τῆς ἡμέρας μᾶς παρακινεῖ νὰ τὴν ἁγιάζουμε μὲ τὸν ἐκκλησιασμό μας, μὲ ἐκδηλώσεις ἀγάπης, μὲ πνευματικὴ μελέτη καὶ ὁλοκάρδια εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν ἀναστάντα Κύριο.
2. «Εἰρήνη ὑμῖν»
Τὸ εὐλογημένο ἐκεῖνο βράδυ τῆς «μιᾶς τῶν σαββάτων» κι ἐνῶ οἱ μαθητὲς ἦταν μαζεμένοι σ’ ἕνα σπίτι κι εἶχαν τὶς θύρες κλειστές, ἐπειδὴ φοβόντουσαν τοὺς ἄρχοντες τῶν Ἰουδαίων, ἦλθε ὁ ἀναστημένος Ἰησοῦς, στάθηκε στὴ μέση καὶ τοὺς εἶπε: «Εἰρήνη ὑμῖν». Ἂς εἶναι εἰρήνη σὲ σᾶς! Κι ἀφοῦ τὸ εἶπε αὐτό, τοὺς ἔδειξε τὰ χέρια Του καὶ τὴν πλευρά Του, γιὰ νὰ δοῦν τὰ σημάδια τῶν πληγῶν καὶ νὰ πεισθοῦν ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ Διδάσκαλός τους ποὺ σταυρώθηκε.
«Εἰρήνη ὑμῖν»! Εἶναι συνηθισμένος ὁ χαιρετισμὸς αὐτὸς στοὺς λαοὺς τῆς Ἀνατολῆς. Ὡστόσο αὐτὸς ὁ κοινὸς χαιρετισμὸς ἀποκτᾶ ἐντελῶς ξεχωριστὸ νόημα καθὼς τώρα ἀπευθύνεται ἀπὸ τὸν ἀναστάντα Κύριο στοὺς ἀγαπημένους μαθητές Του! Μὲ τὸ «εἰρήνη ὑμῖν» ὁ Κύριος ἐπιθυμεῖ νὰ διαλύσει τὸ σκοτάδι τοῦ φόβου καὶ τῆς ἀπελπισίας ποὺ κυριαρχοῦσε στὶς ψυχὲς τῶν μαθητῶν Του ὕστερα ἀπὸ ὅσα εἶχαν συμβεῖ στὰ Ἱεροσόλυμα τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες. Θέλει νὰ τοὺς μεταδώσει δύναμη κι ἐλπίδα, γιὰ νὰ ἀντέξουν στοὺς διωγμοὺς καὶ τὰ μαρτύρια ποὺ πρόκειται οἱ ἴδιοι νὰ ὑποστοῦν γιὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου.
Αὐτὴ τὴν εἰρήνη, δῶρο τοῦ ἀναστάντος Κυρίου, ποθεῖ κι ἡ δική μας ψυχή. Εἰρήνη μὲ τὸν Θεό, εἰρήνη μεταξύ μας, εἰρήνη καὶ μὲ τὴ συνείδησή μας. Ἂς παρακαλέσουμε λοιπὸν κι ἐμεῖς τὸν ἀναστημένο Χριστὸ νὰ ἔλθει καὶ στὴ δική μας καρδιὰ καὶ νὰ κατοικήσει μέσα μας, γιὰ νὰ μᾶς μεταδώσει αὐτὴ τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ χαρά.
3. Ἀπὸ τὴν ἀπιστία στὴν πίστη
Ἐκεῖνο τὸ βράδυ ποὺ ἐμφανίστηκε ὁ Κύριος στοὺς μαθητές Του, ἔλειπε ἕνας, ὁ Θωμᾶς. Τοῦ εἶπαν ἀργότερα οἱ ἄλλοι μαθητὲς ὅτι εἶδαν τὸν Κύριο ἀλλὰ ἐκεῖνος δὲν μποροῦσε νὰ τὸ πιστέψει. Ὥσπου μετὰ ἀπὸ ὀκτὼ μέρες ἀκριβῶς, κι ἐνῶ ἦταν συγκεντρωμένοι οἱ μαθητές – μαζὶ κι ὁ Θωμᾶς – ἐμφανίστηκε πάλι ὁ Κύριος καὶ κάλεσε τὸν Θωμᾶ νὰ Τὸν ψηλαφήσει, γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ ὁ ἴδιος προσωπικὰ γιὰ τὴν Ἀνάστασή Του.
Δὲν ἄφησε ὁ θεῖος Διδάσκαλος τὸν δύσπιστο μαθητὴ νὰ παλεύει μόνος του μὲ τοὺς λογισμοὺς τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς ἀμφιβολίας. Μὲ πολλὴ στοργὴ καὶ ἀγάπη ἀπευθύνθηκε εἰδικὰ πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ ἔδωσε τὴν εὐκαιρία νὰ διαπιστώσει μόνος του τὴν ἀλήθεια καὶ συγκλονισμένος νὰ ὁμολογήσει: «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»!
«Ὦ καλὴ ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ! Τῶν πιστῶν τὰς καρδίας εἰς ἐπίγνωσιν ἦξε», ψάλαμε σ’ ἕναν ὕμνο τοῦ Ἑσπερινοῦ (Στιχηρὸ ἰδιόμελο). Τελικὰ δηλαδὴ ἦταν ὠφέλιμη ἡ δυσπιστία τοῦ Θωμᾶ, διότι ὁδήγησε τὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν στὴν ἐπίγνωση τῆς ἀληθείας. Οἱ ἀδιάψευστες ἀποδείξεις ποὺ δόθηκαν σ’ αὐτὸν στερέωσαν ὅλους τοὺς μαθητὲς στὴν πίστη πρὸς τὸν ἀναστάντα Λυτρωτή! Κι ὅταν ἀργότερα οἱ Ἀπόστολοι θὰ κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Ἀναστάσεως σ’ ὅλον τὸν κόσμο, θὰ εἶχαν νὰ ποῦν: Τὸν εἴδαμε! Τὸν ἀκούσαμε! Τὸν ψηλαφήσαμε! Κι ἔτσι ἡ ἀπιστία τοῦ Θωμᾶ κατέληξε νὰ γίνει στέρεη βάση πίστεως καὶ ὁμολογίας ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι πράγματι ὁ Κύριος καὶ Θεός μας!